Οι μνήμες των
ανθρώπων πολλές
φορές εξασθενούν. Παραμερίζουν συναισθήματα,
ιδέες, πιστεύω αλλά
και ανθρώπους.
Ανθρώπους που στο παρελθόν έδωσαν και συνεχίζουν να προσφέρουν, αν και απόντες, ρίγη και συναισθήματα. Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν και ο Δημήτρης Λάγιος. Και όσο και να θέλουμε να το αρνηθούμε πολλές φορές τον ξεχάσαμε. Πρόσκαιρα όμως. Γιατί το άκουσμα ενός τραγουδιού του ή και το αντίκρυσμα μιας φωτογραφίας με την αγγελική μορφή του μας κάνουν να θυμόμαστε. Και πρέπει να τον θυμόμαστε. Όχι με θλίψη, αλλά με συγκίνηση, αγάπη και τρυφερότητα. Γιατί ο Δημήτρης Λάγιος δεν έφυγε ποτέ από κοντά μας. Δεν φεύγουν αυτού του μεγέθους οι άνθρωποι. Γιατί στο πέρασμά τους από τον κόσμο μας κατάφεραν να κατακτήσουν ένα κομμάτι από την ποιητική μας μνήμη, όπως θα έλεγε και ο Κούντερα. Με άλλα λόγια τους ερωτευόμαστε. Με έναν έρωτα αγνό και άδολο, έναν έρωτα που κρατάει για πάντα.
Ο Δημήτρης Λάγιος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στις 7 Απριλίου του 1952 και πέθανε στην Αθήνα στις 11 Απριλίου του 1991. Γιος του Σπύρου Λάγιου και της Μαρίας, το γένος Τετράδη από τη Ζάκυνθο. Μελέτησε πιάνο, κιθάρα και θεωρητικά της μουσικής με τους Μιχάλη Βούρτση και Δημήτρη Δραγατάκη στο Εθνικό Ωδείο. Συνέχισε τις μουσικές σπουδές του στην Αμερική στο πανεπιστήμιο του Ιλινόις, στο Σικάγο(1974-78, ανάλυση της μουσικής με καθηγητή τον Έρνεστ Μπράουν), όπου, παράλληλα άρχισε να ασχολείται με την έρευνα για το προεπαναστατικό τραγούδι στην Ελλάδα. Στην Αμερική γνώρισε και τη σύζυγό του και παντοτινή του σύντροφο, την Πέγκυ.
Σε μια περίοδο μετακινήσεων(1978-80) ανάμεσα στην Αμερική, τη Ζάκυνθο και την Αθήνα, άρχισε να συνθέτει το έργο του Ο ήλιος ο ηλιάτορας, μελοποίηση που επελέγη από τον Οδυσσέα Ελύτη για τη δισκογραφική παρουσίαση του έργου. Όταν το 1980 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα ασχολήθηκε κυρίως με τη μελοποίηση μεγάλων ποιητών(Οδυσσέα Ελύτη, Ο ήλιος ο ηλιάτορας, Κώστα Καρυωτάκη, Ιδανικοί αυτόχειρες, Δαβίδ, Ψαλμοί), ενώ άρχισε να μελετά και να καταγράφει την επτανησιακή μουσική. Επηρεασμένος από την έρευνα αυτή, ενέγραψε σε δίσκους τα έργα Τα λαϊκά τραγούδια της Ζάκυνθος, Του Σολωμού και της Ζάκυνθος, Ζακυνθινές Σερενάδες, Εκκλησιαστική μουσική παράδοση, Ομιλίες καθώς και Του Μαντολίνου(μουσική επτανήσιων συνθετών, διασκευασμένη από τον ίδιο για μαντολίνο. Οργάνωσε στη Ζάκυνθο τις Γιορτές Τέχνης και Λόγου, δημιούργησε το μουσικό συγκρότημα «Ασκηταριό» και ίδρυσε το Κάλβειο Κέντρο Μουσικών μελετών και το Κάλβειο Ωδείο. Από το 1985 μέχρι το θάνατό του αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητάς του για την Κύπρο, διοργανώνοντας μουσικές εκδηλώσεις, φεστιβάλ και πορείες για την απελευθέρωση των κατεχομένων εδαφών. Για την προσφορά του αυτή τιμάται σαν γνήσιο τέκνο της Μεγαλονήσου.
Είχε μόνιμη συνεργασία με το κυπριακό φωνητικό σύνολο και την ομάδα χορού «Διάσταση», ίδρυσε το Μουσικό σχολείο Μυκόνου, το Μουσικό σχολείο του Δήμου Αλίμου και συμμετείχε στη δημιουργία του πρώτου Λαϊκού Σχολείου Παραδοσιακής Μουσικής, με τον Αριστείδη Μόσχο. Ίδρυσε επίσης το σύνολο «Ραψωδοί», παρουσιάζοντας μουσικές εκδηλώσεις σε αρχαίους χώρους. Κατέγραψε δισκογραφικά τις εθνομουσικολογικές του έρευνες , όπως μεταξύ άλλων και το έργο Σκιές(σε ποίηση δική του) με τη «Διάσταση» και τη μεσόφωνο Ηλέκτρα Βάργκα. Δισκογραφικά ευρέως γνωστά είναι τα χοροδράματα Ινα τι(1987, σε ποίηση Δαβίδ και δική του) και η Ερωτική Πρόβα(1989, σε ποίηση δική του), χορωδιακά τραγούδια και τα έργα Ολυμπείον(1986), Ουράνιος Μύθος(1986) και Ρωγμές για ορχήστρα μαντολινάτας. Έγραψε επίσης τραγούδια και φωνητικές ραψωδίες σε στίχους δικούς του και πολλών σύγχρονων Ελλήνων ποιητών.
Ο Δημήτρης Λάγιος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, την οποία αγάπησε και υπηρέτησε και μέσα από το έργο του. Προς τιμήν της ονόμασε και την κόρη του Υακίνθη. Στις 7 Απριλίου του 1985, ανήμερα των γενεθλίων του γνώρισε το δεύτερο μεγάλο έρωτα της ζωής του, την Κύπρο. Από τη μέρα εκείνη και μέχρι το θάνατό του αφιερώθηκε στον τόπο αυτό και έδωσε την ψυχή του για τους αγώνες του Κυπριακού λαού. Μελοποίησε Κυπρίους ποιητές και με τη μουσική αλλά και τη στάση του βοήθησε όσο μπορούσε στην προβολή και την αντιμετώπιση των προβλημάτων του κυπριακού λαού. Στις μέρες μας το τραγούδι του Δημλητρη Λάγιου με τίτλο Καρτερούμεν σε ποίηση του Κυπρίου αγωνιστή Ευαγόρα Παλληκαρίδη αποτελεί έναν δεύτερο εθνικό ύμνο για τη μεγαλόνησο. Τα παιδιά το μαθαίνουν στα σχολεία και το τραγουδούν στις σχολικές εορτές. Με άλλα λόγια ο Δημήτρης Λάγιος αγαπήθηκε από το λαό της Κύπρου, όσο αγάπησε κι εκείνος την ταλαιπωρημένη αυτή γη.
Χωρίς αμφιβολία ο Δημήτρης Λάγιος είναι υπεύθυνος για ένα από τα σημαντικότερα και πιο πλήρη έργα που δημιουργήθηκαν ποτέ στον ελλαδικό χώρο. Πρόκειται για την Ερωτική Πρόβα. Με αυτό τον τίτλο πρωτοκυκλοφόρησε το κομψοτέχνημα αυτό κατόπιν επιθυμίας του ιδίου του δημιουργού του. Ο ολοκληρωμένος τίτλος της δουλειάς αυτής όμως είναι Ερωτική Πρόβα Στο Θάνατο. Πιθανότατα η γενναιότητα της ψυχής του Δημήτρη Λάγιου να του υπαγόρευσε, λίγο καιρό πριν πεθάνει, να ζητήσει να σβηστούν οι δύο τελευταίες λέξεις από τον τίτλο του έργου. Το έργο αυτό είναι ταυτόχρονα σύνθετο και απλό, μεγαλειώδες και καθημερινό. Αντικατοπτρίζει καταπληκτικά σκέψεις και συναισθήματα που έχει βιώσει ο κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος με ένα μοναδικό τρόπο. Δίχως άλλο το έργο αυτό αποτελεί τεράστια κληρονομιά για την ελληνική μουσική. Πρόκειται για ένα απόλυτα συνειδητοποιημένο πόνημα και για την κορυφαία στιγμη δημιουργίας και ωριμότητας του Δημήτρη Λάγιου. Κορυφαία μάλιστα στιγμή του δίσκου είναι η ερμηνεία του τραγουδιού Να Ονειρεύομαι από τον ίδιο το συνθέτη. Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο στην Ερωτική Πρόβα είναι ότι ο Δημήτρης Λάγιος υπογράφει και την ποίηση του έργου. Είναι μάλιστα τέτοια τα λόγια και τα συναισθήματα που προκαλούν που θα ήταν λάθος να τους προσδώσουμε το χαρακτηρισμό των στίχων. Η Ερωτική Πρόβα είναι μια ολοκληρωμένη σύνθεση, μια καταπληκτική ποιητική συλογή και το κύκνειο άσμα ενός από τους σπουδαιότερους Έλληνες συνθέτες, του Δημήτρη Λάγιου.
Μετά το θάνατό του ο Δημήτρης Λάγιος κατόπιν δικής του επιθυμίας αποτεφρώθηκε και η στάχτη του σκορπίστηκε στις θάλασσες που αγάπησε περισσότερο στη ζωή του. Η μισή στην πατρίδα του τη Ζάκυνθο και η άλλη μισή στη δεύτερη πατρίδα του την Κύπρο. Πολλές φορές στις μέρες μας ακούγεται η φράση: λαός που δεν ξέρει την ιστορία του, δεν έχει μέλλον. Λογικότατο. Το ίδιο όμως ισχύει και για τη μουσική. Ας μην ξεχάσουμε λοιπόν ποτέ το Δημήτρη Λάγιο.
Γιώργος Μυζάλης