Πάλι κατάφερα να τρομοκρατήσω όλους τους γονείς στον...
Παιδικό Σταθμό, λέγοντάς τους «καλημέρα». Ανεβαίναμε τα σκαλιά σιγοτραγουδώντας με το γιο μου το τραγούδι της ημέρας (εφευρίσκουμε κάθε μέρα κι ένα δικό μας τραγούδι) και όποιον βλέπαμε του χαμογελούσαμε και του λέγαμε «καλημέρα».Λάβαμε πίσω:
Τρία «καλημέρα» από γιαγιάδες και παππούδες με πλατύ χαμόγελο, μάλιστα ο ένας ανασήκωσε και το καπέλο του για να μας χαιρετίσει και κόντεψα να δακρύσω. Βέβαια οι άνθρωποι αυτής της ηλικίας είχαν μάθει να βλέπουν, όχι απλά να κοιτάνε. Να αλληλεπιδρούν με τους άλλους στο δρόμο κι όχι να συμπεριφέρονται σαν ρομπότ που κάνει διαλογισμό.
Ένα «χαίρετε» από μια αλλοδαπή μαμά η οποία προσπαθούσε να ενσωματωθεί και χάρηκε που κάποιος της μίλησε εγκάρδια.
Ένα χλιμιντριστό «κλμρ» που υποθέτω ότι ήταν «καλημέρα» από έναν μπαμπά με κοστούμι, γραβάτα, χαρτοφύλακα και πολύ σπουδαίο ύφος (θα ήταν τουλάχιστον προϊστάμενος σε κάποια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων) ο οποίος μας κοιτούσε με την άκρη του ματιού καθώς τον προσπερνούσαμε χοροπηδώντας.
Μπορεί να νόμιζε πως εγώ και το 5χρονο θα τον ληστέψουμε μετά το «καλημέρα». Μπορείβέβαια ο άνθρωπος και να είχε κάνα νευροκαβαλίκεμα και τον παρεξήγησα. Η να τσακώθηκε με τη γυναίκα του. Με τετοια μούρη όμως, είναι να μην τσακωθείς?
Δύο «μρ σς» από δύο μαμάδες ντυμένες σαν τραγουδίστριες λαϊκού κέντρου πρωί – πρωί, με άσπρες μπότες (μα άσπρες μπότες; Πεντοζάλη θα χορέψετε;), τζιν με χαϊμαλιά, άψογο νυχτερινό βάψιμο και γυαλιά «μύγα». Αυτές τραβολογούσαν τα παιδάκια τους από το χέρι για να τα σπρώξουν μέσα στην τάξη.
Ένα χαρούμενο διπλό "καλημέρα", από μια άλλη μαμά (φυσιολογική αυτή τη φορά) με της οποίας το γιο παίζει ο δικός μου. Σιγά, θα πείτε. Κόψε κάτι. Όλοι δηλαδή είναι μυστήριοι κι είσαι εσύ η φυσιολογική που παίζει το παιδί σου με το γιο της άλλης φυσιολογικής? Χωρίς ίχνος έπαρσης θα σας απαντήσω ΝΑΙ.
Τέλος, εισπράξαμε ένα εντελώς ψεύτικα ευγενικό "καλημέρα" από μία νηπιαγωγό με βασανισμένο ύφος «Μας φέρατε πάλι τα σκατόπαιδά σας να μας πρήξουν». Αυτήν όμως την κατακεραύνωσα με ένα δολοφονικό βλέμμα και τη ρώτησα με απαλή φωνή: «Εχετε κάτι; Μήπως δεν αισθάνεστε πολύ καλά σήμερα?» εννοώντας: «η μούρη σου είναι σαν να έχεις δυσκοιλιότητα, για φτιάξτη λίγο».
«Η πιο δύσκολη δουλειά για τα παιδιά σήμερα, είναι να μάθουν καλούς τρόπους χωρίς να τους βλέπουν πουθενά» είχε πει κάποιος. Το ζήτημα όμως είναι ακόμα μεγαλύτερο από τους τρόπους καλής συμπεριφοράς.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πάνε τα παιδιά τους σούρνοντας στο σχολείο και δίνοντας παραγγέλματα σαν λοχίες, διαπαιδαγωγούν τα βλαστάρια τους σε μια ολόκληρο νοοτροπία η οποία τείνει να εδραιωθεί και λέει ότι όταν είσαι χαρούμενος, ευγενικός και κοινωνικός, τότε σίγουρα είσαι χασομέρης, ανεπάγγελτος και δίνεις και την εξωφρενική εντύπωση ότι διασκεδάζεις και περνάς καλά!
Το σύστημα μας θέλει βαρύθυμους, (μουντρούχους, μουχρούνους, μουτρωμένους, τσαντήλες, μαχμουρλήδες, μίζερους, ιδιώτες, κακόσυρους, ακοινώνητους), με μια μουτσούνα ως το πάτωμα, ταιριαστή με τις ειδήσεις, με την οικονομία, με τον τρόμο.
Δεν είναι να απορούμε που τα παιδιά γίνονται όλο και πιο άγρια, όλο και πιο ακοινώνητα, όλα και πιο δυστυχισμένα και μόνα. Εμείς τα εκπαιδεύουμε να συμπεριφέρονται γρυλλίζοντας σαν το Μόγλη. Εμείς τα οδηγούμε σε μια κοινωνία που τα εχθρεύεται. Εμείς τους δείχνουμε ότι άλλη μια μέρα ξεκινάει - δυστυχώς.
Ότι στη δουλειά μας πάμε με το ζόρι. Ότι δεν περνάμε καλά. Ότι βιαζόμαστε να τα ξεφορτωθούμε και να τα παρκάρουμε στο σχολείο ή όπου αλλού για να πάμε με την ψυχή στο στόμα να βλέπουμε τα μούτρα του προϊσταμένου μας (του γραβατάκια που λέγαμε παραπάνω… μπρρρ…).
Ότι για όλα πρέπει να βιαζόμαστε και να έχουμε ταλαιπωρημένο ύφος, αλλιώς θα μας πουν τεμπέληδες, ή αργόσχολους.Ότι τίποτα δεν πρέπει να γίνεται με χαρά.
Ότι αν χαμογελάμε ή γελάμε, είμαστε ηλίθιοι. Ότι αν χαιρετάμε τον κόσμο γύρω μας σίγουρα από κάπου χάνουμε. Ότι, δεν υπάρχει λόγος να ευχόμαστε να έχουμε μια καλή μέρα γιατί αυτή δεν θα έρθει ποτέ. Κι όλα αυτά από ένα χαμόγελο.
Μια καλημέρα είναι αυτή. Πες τη κι ας πέσει χάμω.