ΤΑΙΝΙΕΣ
ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κατοχή της Αλγερίας, η ωμή βία των γαλλικών δυνάμεων και η δράση του FLN (του Εθνικού Μετώπου για την Απελευθέρωση) τοποθετούνται στο πλαίσιο ενός οικογενειακού δράματος με κεντρικές φιγούρες τρία αδέλφια που εμπλέκονται στα δραματικά και ηρωικά γεγονότα των δεκαετιών 40, 50 και 60.
Η αρχή της ταινίας ωστόσο ξεσήκωσε θύελλα (ακροδεξιών) διαμαρτυριών στην Γαλλία διότι εικονογραφεί την σφαγή στο Σετίφ το 1945- τότε δηλαδή που ο γαλλικός αποικιοκρατικός στρατός έπνιξε στο αίμα μια διαδήλωση Αλγερινών.
«Οι νέοι θα βλέπουν αυτό το φιλμ και θα βγαίνουν γεμάτοι μίσος, πεπεισμένοι ότι ο γαλλικός στρατός είναι ένας στρατός δολοφόνων» δήλωσε βουλευτής του κυβερνόντος κόμματος αποδεικνύοντας πόσο δύσκολη τελικά είναι η εθνική αυτογνωσία και η αυτοκριτική.
Όπως και να έχει πάντως η ταινία του Ρασίντ Μπουσαρέμπ βρέθηκε μια ανάσα πριν τα Όσκαρ στην κατηγορία των ξενόγλωσσων κι έχασε, όπως εξάλλου και ο ανταγωνιστής του «Κυνόδοντας», από την δανέζικη υποψηφιότητα.
Ρεαλιστική, ακαδημαϊκή και, αρκετές φορές επική, η αναπαράσταση του Αλγερινού δημιουργού καλύπτει τρεις δεκαετίες, παραμένει όμως πάντα επικεντρωμένη στο προσωπικό δράμα και θυμίζει μια καθωσπρέπει τηλεταινία, χωρίς επικίνδυνες αφηγηματικές ή ιδεολογικές αιχμές.
ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ
ΑΤΙΘΑΣΗ ΛΙΛΥ
Κάποιοι πιστεύουν ότι η Λίλυ (Λουντιβίν Σανιέ) είναι καθυστερημένη, προβληματική, νευρασθενική. Σίγουρα πάντως είναι ελεύθερη και ασυμβίβαστη, ζει στην εξοχή και ο μόνος άνθρωπος που την καταλαβαίνει και την προσέχει είναι η μητέρα της. Όταν αυτή πεθαίνει ξαφνικά η Λίλυ βρίσκεται αντιμέτωπη με την πραγματικότητα, ενώ η μεγαλύτερη αδελφή της, η Κλάρα (Ντάιαν Κρούγκερ), σπεύδει να την βοηθήσει.
Και καθώς οι δύο γυναίκες ξαναβρίσκουν την επαφή που είχαν στα παιδικά τους χρόνια συνειδητοποιούν, με τρόμο αλλά και ανακούφιση, ότι οι διαφορετικοί τους χαρακτήρες δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Η χαμηλών τόνων ταινία της Φαμπιέν Μπερτό -η οποία διασκεύασε με τον σεναριογράφο Πασκάλ Αρνόλντ ένα δικό της, σχεδόν αυτοβιογραφικό, μυθιστόρημα- βασίζεται κυρίως στις εξαιρετικές ερμηνείες της Σανιέ και της Κρούγκερ.
Εκρηκτική η πρώτη, συνεσταλμένη η δεύτερη χτίζουν τους χαρακτήρες τους συμπληρωματικά, παίζοντας η μία με τα κενά που ηθελημένα αφήνει η άλλη. Μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή διαδικασία-μάθημα για το πώς πρέπει να πλάθεται και το πώς πρέπει να ερμηνεύεται ένας σύνθετος κινηματογραφικός χαρακτήρας.
ΚΟΜΜΟΥΝΑ
Και πάνω που είχαμε ξεχάσει ότι κάποτε (εκτός από τα εμπορικά σκουπίδια) υπήρχε και το σινεμά των μεγάλων ιδεών, ιδού μια ταινία η οποία αναλύει, με τρόπο συγκλονιστικό, τα γεγονότα της «Κομμούνας του Παρισιού» του 1871 και επιχειρεί να ερμηνεύσει τις επιπτώσεις τους σε ολόκληρη την Ιστορία.
Κάπου ανάμεσα στο πειραματικό ντοκιμαντέρ και την πρωτοποριακή μυθοπλασία, ο 75χρονος σήμερα Βρετανός σκηνοθέτης Πήτερ Γουάτκινς καταθέτει ένα έργο ποταμό 345 λεπτών και συνδέει το σημερινό πολιτικό γίγνεσθαι με το ιστορικό παρελθόν.
Προφανώς η «Κομμούνα» ΔΕΝ είναι ένα έργο για να «περάσεις καλά», αλλά ένα κινηματογραφικό δοκίμιο που απευθύνεται σε ιδιαίτερα ενημερωμένους θεατές και απαιτεί μεγάλη προσήλωση.
Γυρισμένο το 2000 και μέσα σε 13 μόλις ημέρες, σε ένα παλιό εργοστάσιο έξω από το Παρίσι, το έργο του Γουότκινς στηρίζεται πάνω σε 220 ερασιτέχνες ηθοποιούς, αρκετοί από τους οποίους είναι οικονομικοί μετανάστες από την Βόρειο Αφρική. Επίσης δεν έχει καθόλου ντεκόρ (τα κοστούμια πάντως είναι εντυπωσιακά) ενώ η δομή του θυμίζει κάποιες φορές ένα άλλο θρυλικό ιστορικό –ιδεολογικό δράμα: το «1789» της Αριάν Μνούσκιν.
Δείτε το. Λατρέψτε το. Ή μισείστε το. Σε κάθε περίπτωση πάντως είναι κάτι που δεν έχετε ξαναδεί ποτέ.
ΜΑΥΡΗ ΑΦΡΟΔΙΤΗ
Η αληθινή ιστορία της Νοτιοαφρικανής Σάρκι Μπάρτμαν η οποία, τον 19ο αιώνα, πουλήθηκε ως σκλάβα, εξευτελίστηκε, έγινε δημόσιο θέαμα και «επιστημονικό αξιοπερίεργο» στην Αγγλία και την Γαλλία και, μετά τον θάνατό της, αναγορεύθηκε σε διαχρονικό σύμβολο εναντίον της εκμετάλλευσης.
Σκληρό και ρεαλιστικό το φιλμ του, γεννημένου στην Τυνησία, Αμπντελατίφ Κεσίς («Κους Κους και Φρέσκο Ψάρι») με την πρωτοεμφανιζόμενη Κουβανή, Γιαχίμα Τόρες, μπορεί να ειδωθεί και ως μια διεισδυτική αλληγορία για τους μηχανισμούς και τις σχέσεις εξουσίας καθώς και για ολόκληρο το δουλοκρατικό σύστημα που επέβαλε η (δήθεν πολιτισμένη) Δύση στην (δήθεν απολίτιστη και συγγενική με τον πίθηκο) Αφρική.
ΠΙΝΑ ΜΠΑΟΥΣ
Αυτό το παράξενο 3D ντοκιμαντέρ του Βιμ Βέντερς είναι τελικά μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς- ένας ύμνος στο έργο της μεγαλύτερης χορογράφου του 20ου αιώνα, της Γερμανίδας Πίνα Μπάους.
Φίλος και συμπατριώτης της, ο Βέντερς σχεδίαζε εδώ και χρόνια μια ταινία για/ ή με την Μπαους, ο ξαφνικός της θάνατος όμως, τον Ιούνιο του 2009, ακύρωσε τα πάντα. Ή μάλλον τα έβαλε σε μια άλλη βάση, αφού ο σκηνοθέτης των «Φτερών του Έρωτα» αναζήτησε την βοήθεια της 3D τεχνολογίας και ξαναζωντάνεψε την θρυλική χορογράφο μέσα από το έργο της.
Πήρε δηλαδή τις τέσσερις πιο διάσημες χορογραφίες της, («Ιεροτελεστία της Άνοιξης», «Καφέ Μίλερ», «Kontakhof», «Vollmont/ Full Moon») και τις ξαναδούλεψε με την υποστήριξη των συντελεστών του Χοροθεάτρου του Βούπερταλ.
Το αποτέλεσμα είναι μαγευτικό. Όσοι δεν είχατε την τύχη να δείτε ζωντανά κάποιες από τις παραστάσεις της Πίνα Μπάους (έχουν παρουσιαστεί και στο Ηρώδειο) μην χάσετε την ταινία του Βέντερς. Θα σας παρασύρει.
Ο ΜΥΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ
Μυθοπλασία, ντοκιμαντέρ, φαντασία, πολιτική αλληγορία και καλλιτεχνικό δοκίμιο. Μια από τις πιο παράξενες ταινίες των τελευταίων χρόνων. Μια απλή (αλλά καθόλου απλουστευτική) και εξόχως εμπνευσμένη ανάλυση ενός διάσημου αναγεννησιακού πίνακα.
Το 1564 ο Φλαμανδός ζωγράφος Πίτερ Μπρέγκελ ζωγράφισε τον «Δρόμο προς τον Γολγοθά», έναν από τους πιο εντυπωσιακούς, αλλά και πιο αινιγματικούς πίνακες της Ιστορίας. Αναπαριστά βεβαίως την πορεία προς την Σταύρωση, ο ίδιος ο Ιησούς όμως «Ο Φέρων τον Σταυρό» (όπως είναι ο άλλος τίτλος του πίνακα) παρουσιάζεται ως μια μικρή φιγούρα χαμένη σε μια τεράστια σύνθεση 500 ανθρώπων.
Τεμαχίζοντας λοιπόν αυτό το εκπληκτικό ταμπλό ο Πολωνός σκηνοθέτης (και ποιητής, και ζωγράφος και μουσικός) Λεχ Μαγέφσκι προσπαθεί να ερμηνεύσει και να αναδείξει μερικές από τις μικρές ιστορίες που πλαισιώνουν την πορεία του Χριστού.
Με πρωταγωνιστές τον Ρουντγκερ Χάουερ, τον Μάικλ Γιόρκ και την Σαρλότ Ράμπλινγκ, ο Μαγέφσκι εστιάζει σε μικρά ανθρώπινα πάθη και ξαναζωγραφίζει με την κάμερα τον πίνακα, βάζοντας τον θεατή στην θέση του ζωγράφου και αφήνοντάς τον να παρακολουθήσει όλα τα μυστικά της κατασκευής του.
Ενδυματολογικός πλούτος, ζωγραφιστά ντεκόρ που διαχέονται μέσα στα ψηφιακά εφέ και πανέξυπνες κινηματογραφικές εκπλήξεις. Ένα σπάνιο και συναρπαστικό δοκίμιο κινούμενων εικόνων.
ΚΑΡΛΟΣ
Η βιογραφία του Κάρλος, του γεννημένου με το όνομα Ιλιτς Ραμίρεζ Σάντσεζ, διασημότερου τρομοκράτη των ημερών μας που σκηνοθέτησε ο Ολιβιέ Ασαγιάς μοιάζει περισσότερο με φιλοσοφικό δοκίμιο. Αναζητώντας την ηθική δύσκολων πολιτικών διλημμάτων, ο πολύ καλός Γάλλος σκηνοθέτης («Καθαρή», «Στιγμές Αγάπης»), αδιαφορεί για τα κλισέ και εντυπωσιάζει με την εξαιρετική ερμηνεία του Εντγκαρ Ραμίρεζ στον ομώνυμο ρόλο. Η ταινία του όμως έχει κι ένα σοβαρό πρόβλημα:
Γυρίστηκε αρχικά για την γαλλική τηλεόραση, σε μια μίνι σειρά 330 λεπτών κι η μετατροπή της σε ταινία 165 λεπτών γέννησε αφηγηματικά χάσματα και ιστορικά και δραματουργικά κενά.
Πέρα από όλα αυτά όμως ο «Κάρλος» είναι και ένα ντοστογιεφσκικό δράμα για την άνοδο, τον θρίαμβο, την μοναξιά και την πτώση ενός ανθρώπου που έζησε ανάμεσα στις σκιές.
Έτσι αν αφήσουμε στην άκρη τα αφηγηματικά προβλήματα δεν έχουμε παρά να εντυπωσιαστούμε από το πολιτικό πλαίσιο και την ιστορική έρευνα που ερμηνεύει χωρίς να κρίνει. Όσο για τον Ραμίρεζ (όπως και ο Κάρλος είναι κι αυτός από την Βενεζουέλα) θυμίζει τον Ντε Νίρο καθώς παθιάζεται, παχαίνει και αλλάζει μορφή για να γίνει ένα με τον ήρωα που ερμηνεύει.
ΘΕΑΤΡΟ
ΛΩΞΑΝΤΡΑ
Της Μαρία Ιορδανίδου. Διασκευή: Άκης Δήμου. Σκηνοθεσία: Σωτήρης Χατζάκης. Μουσική επιμέλεια: Φωτεινή Μπαξεβάνη. Σκηνικά-κοστούμια: Έρση Δρίνη. Πρωταγωνιστούν: Φωτεινή Μπαξεβάνη, Αννέτα Κορτσαρίδου, Νίκος Μαγδαληνός, Χρήστος Νίνης, Γιάννης Σαμσιάρης, Δημήτρης Κοντός,
Η εμπορική παράσταση-έκπληξη του ΚΘΒΕ με τους 60.000 θεατές κατέβηκε στην Αθήνα φέρνοντας τον αέρα (αλλά και τα ελαττώματα) του παλιού παραδοσιακού λαϊκού θεάματος. Στην χαλαρή αφηγηματική της δομή αναβιώνουν οι γεύσεις, οι μυρωδιές και οι ήχοι της Πόλης, έτσι όπως τις κατέγραψε το 1963 στο ομώνυμο βιβλίο της η Μαρία Ιορδανίδου.
Ένα τραπέζι στο κέντρο της σκηνής προσανατολίζει ολόκληρη την απλή και κεφάτη παράσταση του Σωτήρη Χατζάκη, αφού κι η αληθινή Λωξάντρα- γιαγιά της Ιορδανίδου- γύρω από ένα τραπέζι έζησε όλη της τη ζωή. Οικογενειακές συγκεντρώσεις, γιορτές και καυγάδες, έρωτες και τραγωδίες, όλα συνυπάρχουν με το ιμάμ μπαϊλντί, το χουνκιάρ μπεγιεντί, τον χαλβά, τα μπουρέκια, το καϊμάκι.
Και βεβαίως με τις αγωνίες του ελληνισμού της Πόλης και τα δραματικά γεγονότα και τους πολέμους της εποχής.
Για την Λωξάντρα όμως η λύση για όλα αυτά τα προβλήματα, ήταν το φαγητό.
Ιδιαίτερα αγαπητή η πληθωρική αυτή φιγούρα που έζησε στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, έγινε γρήγορα μέρος του ελληνικού συλλογικού ασυνείδητου και άφησε ένα έντονο τηλεοπτικό ίχνος στην διάσημη μεταφορά του Γρηγόρη Γρηγορίου με την Μπέτυ Βαλάση, πριν από 30 ακριβώς χρόνια.
Εξαιρετική είναι όμως και η τωρινή της ενσάρκωση από την Φωτεινή Μπαξεβάνη, η οποία αφαιρεί από την δυναμική Πολίτισσα την φολκλορική της υπερβολή και αναζητά την ουσία του χαρακτήρα της στις πολλαπλές διακυμάνσεις του ιδιόμορφου προσωπικού της ήθους.
Για την Μπαξεβάνη η Λωξάντρα δεν είναι μόνο ένα νεκρό νοσταλγικό στερεότυπο, αλλά και μια ζωντανή γυναίκα γεμάτη πάθος, υπερήφανη αφέλεια και ακαταπόνητη ενέργεια. Δεν είναι ένα γραφικό εθνικιστικό σχήμα, αλλά το απόσταγμα ενός ολόκληρου πολιτισμού.
Απολύτως ειλικρινής και καλοδουλεμένη είναι και η πολίτικη προφορά της, ενώ η κίνησή της είναι άνετη και φυσική- μια χιονοστιβάδα πάθους που αλωνίζει πάνω στην σκηνή κερδίζοντας δίκαια κάθε πόντο της.
Το λαϊκό αυτό πολυθέαμα ωστόσο δεν στερείται ελαττωμάτων, απλοποιήσεων και αβλεψιών, ενώ οι υπερβολικές φωνές και οι χειρονομίες των υπόλοιπων ηθοποιών θα κουράσουν μάλλον αρκετούς από, τους συνηθισμένους σε χαμηλότερους τόνους, φανατικούς θεατρόφιλους.
Πολύ ενδιαφέρουσα πάντως είναι η μουσική επιλογή και η εκτέλεσή της ζωντανά επί σκηνής από την ορχήστρα «Λωξάντρα»- στην παράσταση που είδα εγώ ουκ ολίγοι θεατές ήταν έτοιμοι να ανεβούν στην σκηνή και να χορέψουν μαζί με τους ηθοποιούς.
ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» (Πειραιώς 254, Ταύρος, τηλ.: 212.2540314)
ΜΟΥΣΙΚΗ
ΡΕΝΕ ΦΛΕΜΙΝΓΚ
Έχουν γράψει ότι διαθέτει την «ομορφότερη φωνή στον κόσμο» η Αμερικάνα υψίφωνος Ρένε Φλέμινγκ η οποία έρχεται για μία συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής. Κι όμως πριν από τρία χρόνια δεν ήταν λίγοι εκείνοι που δεν ενθουσιάστηκαν καθόλου από την εμφάνισή της στο Ηρώδειο.
Τώρα βάζει στοίχημα να αντιστρέψει τις μέτριες εντυπώσεις και επιλέγει διάσημους ρόλους που της ταιριάζουν τέλεια («Ρούσαλκα» του Ντβόρζακ, «Θαΐς» του Μασνέ) ή σπάνιες άριες από όπερες των Τζαντονάι («Κοντσίτα») και Λεονκαβάλο («Μποέμ»).
Σίγουρα μια συναυλία που θα συζητηθεί ιδιαιτέρως.
ΣΑΒΒΑΤΟ 14 ΜΑΪΟΥ. ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ –ΑΙΘΟΥΣΑ «ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ» (Βας. Σοφίας και Κοκκαλη, τηλ.: 210.7282333)