Η ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ...
Τρεις μπογιατζήδες, ένας Αλβανός, ένας Γερμανός και ένας Έλληνας, πέθαναν και πήγαν στον Παράδεισο.
Ο Αγιος Πέτρος τους άνοιξε την πόρτα και τους λέει:
- Καλώς τα παιδιά. Επιτέλους ήρθαν και τρεις χρήσιμοι άνθρωποι. Ρε παιδιά θέλω να βάψω την πόρτα του Παράδεισου. Για πες μου, λέει του Αλβανού, πόσα θέλεις για να τη βάψεις;
- 600 ευρώ, λέει ο Αλβανός...
- 600; Πώς τα λογάριασες;
- Nα, 400 για μένα και 200 τα υλικά.
- Εσύ, λέει του Γερμανού, πόσα θέλεις;
- 900 ευρώ: 300 για μένα, 300 στην εφορία και 300 τα υλικά.
- Και εσύ, λέει του Έλληνα, πόσα θέλεις;
- 3.000 ευρώ, Αγιε Πέτρο.
- 3.000; Τρελός είσαι; Πώς τα λογάριασες;
- Αγιε Πέτρο, έλα πιο κοντά να μην μας ακούν.
Ο Αγιος Πέτρος πήγε κοντά του και ο Έλληνας του ψιθυρίζει :
- Ακουσε να δεις, 1.000 για σένα, 1.000 για μένα, 400 στο Γερμανό για να το βουλώσει και 600 θα δώσουμε στον Αλβανό για να βάψει την πόρτα...
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΛΑΣΗ...
Ένας Έλληνας πεθαίνει και φτάνει στη ρεσεψιόν της Κόλασης και ο
υπάλληλος του ανακοινώνει ότι επειδή είναι υπήκοος χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να διαλέξει μία από τις κολάσεις των χωρών-μελών.
Σκέφτεται λίγο και αποφασίζει να πάει στη Γερμανική.
Οργανωμένη χώρα σου λέει, τόσα χρόνια στην Ελλάδα τι κατάλαβα, μου βγάλανε το λάδι. Τουλάχιστον, ας πάρω μυρωδιά του τι σημαίνει Ευρώπη, έστω και στην κόλαση.
Φτάνει λοιπόν μπροστά στην πύλη της γερμανικής κολάσεως. Μαύρο μάρμαρο, καλογυαλισμένο, σιδερένια πύλη και ψηλά γράφει με μεγάλα γράμματα ΚΟΛΑΣΗ στα γερμανικά. Χτυπάει.... Του ανοίγει ένας άψογα ντυμένος υπάλληλος και τον ρωτά τι θέλει.
- Να δω, του απαντά εκείνος πώς είναι.
- Ούτε να το σκέφτεστε, του απαντά ο υπάλληλος! Όλη την ημέρα μας δέρνουνε με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουν σε κάτι τεράστια βαρέλια γεμάτα σκατά!! Φρίκη! Φρίκη!
Όπου φύγει-φύγει ο ρωμιός...... Δοκιμάζει τις υπόλοιπες κολάσεις, τα ίδια. Έτσι, απογοητευμένος, καταφεύγει στην έσχατη λύση, την ελληνική κόλαση!
Φτάνει λοιπόν έξω από την πύλη. Μία πύλη εγκαταλειμμένη, βρώμικη όπου στο ψηλότερο σημείο της υπάρχει με μεγάλα φωσφορίζοντα γράμματα η λέξη ΚΟΛΑΣΗ. Το Κ και το Λ φυσικά δεν ανάβουν. Έτσι η επιγραφή γράφει -Ο-ΑΣΗ.
- Ελληνική ανοργανωσιά....μουρμουρίζει.
Όσο πλησιάζει, ακούει κάτι περίεργους θορύβους..Μοιάζουν με μουσική.
Πλησιάζει περισσότερο. Η μουσική πλέον ακούγεται ολοκάθαρα. Μπουζούκια, μπαγλαμάδες κλπ.
Χτυπάει... Του ανοίγει ένας τύπος κρατώντας μία μπουκάλα στο χέρι εντελώς φέσι και τον ρωτά τι θέλει.
- Ήρθα να δω πώς είναι του λέει και βάζει το κεφάλι του μέσα...
Τραπέζια, κάπνα, κάτι γκόμενες χορεύουν πάνω στα τραπέζια τσιφτετέλια, νταούλια... Γενικώς, μπάχαλο.
Τρελαίνεται ο τύπος....
- Ήρθα να ρίξω μια ματιά εδώ, λεει ο τύπος. Να δω και πώς είναι η ελληνική Κόλαση.
- Aσε φίλε! Χάλια! του λέει ο μεθυσμένος. Η κατάσταση είναι δραματική εδώ πέρα. Μας δέρνουν όλη μέρα με κάτι τεράστια μαστίγια και το βράδυ μας βάζουν σε κάτι τεράστια βαρέλια με σκατά.
- Πλάκα μου κάνεις, ρωτά ο πεθαμένος. Εδώ πίνετε και γλεντάτε......
- Εεε, ξέρεις πώς είναι εδώ στην Ελλάδα. Τη μία δεν έχουμε σκατά, την άλλη χαλάνε τα μαστίγια...
ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΗΣ ΑΡΚΟΥΔΑΣ...
Ο Χρήστος, γεμάτος ενθουσιασμό, πάει στο δάσος για να κυνηγήσει. Βλέπει μια μικρή καφετιά αρκούδα, τη σημαδεύει και τη σκοτώνει. Τότε νιώθει ένα κτύπημα στον ώμο, γυρίζει και βλέπει μια μεγάλη μαύρη αρκούδα η οποία του λέει:
- Χρήστο, έχεις δύο επιλογές, ή σου χυμάω και σε σκοτώνω, ή κάνουμε σεξ.
Ο Χρήστος αποφασίζει ότι προτιμά τη ζωή, οπότε σκύβει μπροστά και δίνεται στη μαύρη αρκούδα.
Επί δύο εβδομάδες πονούσε, αλλά όταν έγινε καλά, ο Χρήστος ορκίστηκε να εκδικηθεί!
Πηγαίνει πάλι στο δάσος, βρίσκει τη μαύρη αρκούδα και τη σκοτώνει. Νιώθει πάλι κάποιος να τον κτυπάει στον ώμο.
Αυτή τη φορά είναι ένα τεράστιο γκρίζλι.
- Έκανες ένα τεράστιο λάθος, Χρήστο, του λέει το γκρίζλι... Διάλεξε τι θες, ή σε ξεσκίζω με νύχια και με δόντια, ή κάνουμε άγριο σεξ.
Για άλλη μια φορά ο Χρήστος σκέφτηκε πως ήταν καλύτερα να υποκύψει. Χρειάστηκε κάμποσες εβδομάδες για να συνέλθει, αλλά εξαγριωμένος πια ο Χρήστος, ξαναγυρίζει στο δάσος, βρίσκει το γκρίζλι και το σκοτώνει.
Αισθάνεται ότι επιτέλους, πήρε εκδίκηση, όταν νιώθει ένα κτύπημα στον ώμο. Γυρίζει και βλέπει μια τεράστια πολική αρκούδα.
- Παραδέξου το, Χρήστο, του λέει η αρκούδα, δεν έρχεσαι στο δάσος για το κυνήγι, έτσι;