Εδώ και, περίπου, πέντε χρόνια που παρουσιάζω το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΪ, επιστρατεύω το πιο πλατύ...
μου χαμόγελο για την ώρα της καληνύχτας. Εδώ και ενάμιση χρόνο δε, που η επικαιρότητα βάρυνε πολύ, το κλείσιμο του δελτίου είναι ίσως η μοναδική στιγμή που «μου επιτρέπεται» να χαμογελώ. Και δε σας κρύβω, ειδικά το τελευταίο διάστημα, ώρες ώρες του δίνω και καταλαβαίνει! Το έχω σκεφτεί πολλές φορές κι έχω καταλήξει πως, ό,τι κι αν έχει συμβεί, όσο δυσάρεστες και αν είναι οι εξελίξεις, ένα μεγάλο χαμόγελο στο κλείσιμο του δελτίου εκπέμπει ένα μήνυμα αισιοδοξίας. Είναι μια στιγμιαία «κάθαρση». Σα να λες στον τηλεθεατή: «Εντάξει ρε παιδί μου. Χάλια είναι τα πράγματα. Ξέρω, σου μαύρισα την ψυχή. Όμως, μη σε παίρνει από κάτω. Θα φτιάξουν».Θέλω να σας εξομολογηθώ, λοιπόν, πώς μία συνήθεια πέντε ετών, μία αυθόρμητη εσωτερική μου αντίδραση που κατέληξε να γίνει μία παγιωμένη προσωπική μου θεωρία, κόπηκε μαχαίρι το βράδυ της Πέμπτης. Πρώτη φορά, λοιπόν, στα χρόνια αυτά και με τα τόσα δύσκολα γεγονότα που έχω παρουσιάσει στο τηλεοπτικό μου ταξίδι στον ΣΚΑΪ, είπα τέτοια «καληνύχτα». Με ένα τόσο αμυδρό και τόσο ψεύτικο χαμόγελο.
Ειλικρινά, αν μπορούσα, θα ήθελα να πω με το πιο θλιμμένο μου ύφος: «Κυρίες και κύριοι, καληνύχτα και καλή μας τύχη».
Γιατί «καλή τύχη»; Διότι την τύχη την επικαλείσαι όταν οι δυνατότητές σου να ελέγχεις τις καταστάσεις και να καθοδηγείς τα πράγματα ελαττώνονται ή εκλείπουν παντελώς. Διαφορετικά, η ευχή είναι «καλή επιτυχία». Η επιτυχία, όμως, πέθανε για την κυβέρνηση Παπανδρέου που κλήθηκε να κρατήσει το πηδάλιο της χώρας σε μία από τις πιο κρίσιμες στιγμές της ιστορίας της.
Η κυβέρνηση απέτυχε να εφαρμόσει ένα σχέδιο που θα έβγαζε ζωντανή την Ελλάδα από τον κατακλυσμό. Μπορώ να δεχτώ ότι η κατάσταση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ήταν πρωτοφανής. Να δεχτώ ότι η αντιπολίτευση την πολέμησε σφοδρά. Να δεχτώ ότι τα κατεστημένα συμφέροντα αντιστάθηκαν λυσσαλέα. Να δεχτώ, επίσης, ότι η σοσιαλιστική φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ ύψωσε ανυπέρβλητα εσωκομματικά τείχη.
Θα δεχόμουν ολόκληρη τη λίστα των εμποδίων που μπορεί να μου παρουσίαζε το οποιοδήποτε κυβερνητικό στέλεχος προκειμένου να δικαιολογήσει την κυβέρνηση. Ας δεχτούν, όμως, και αυτοί ότι τελικά ως σύνολο ήταν «λίγοι». Διότι αν δεν ήταν «λίγοι», τότε έχουν περίεργα βίτσια. Και είναι δικαίωμα του καθενός να έχει σαδομαζοχιστικά βίτσια στην προσωπική του ζωή, αλλά εδώ μιλάμε για τη ζωή 11 εκατομμυρίων ανθρώπων που δεν τη βρίσκουν καθόλου, ούτε με τον πόνο ούτε με την αίσθηση του κινδύνου. Γιατί, προσπαθώ ειλικρινά να σκεφτώ, τι άλλο από ανικανότητα ή βίτσιο μπορεί τελικά να είναι, το να ξυπνάς και να θυμάσαι πως πρέπει να κυβερνήσεις όταν η κατάσταση έχει φτάσει, πλέον, στο απροχώρητο. Δεν μπορώ να βρω άλλη εξήγηση στο γιατί αυτή η κυβέρνηση πρέπει να νιώσει τη ζεστή λάμα του μαχαιριού στο λαιμό της για να κάνει αυτό που θεωρεί χρέος της να κάνει.
Συνέβη ένα χρόνο, περίπου, πριν με το μνημόνιο. Επί μήνες η κυβέρνηση «σερνόταν» και δεν έπαιρνε τα μέτρα που όλοι της έλεγαν ότι πρέπει να πάρει. Κι έτσι ξημερωθήκαμε μια μέρα αγκαλιά με το κακό μνημόνιο. Ή θα το υπογράφαμε ή… τέλος. Σήμερα, να ‘σου πάλι μπροστά το «τέλος». Κι έρχεται πάλι, να ξεπροβάλλει μετά από μία μακρά περίοδο κυβερνητικής νιρβάνας. Τα μέτρα δεν τραβούσαν, οι μεταρρυθμίσεις δεν προχωρούσαν, τα καμπανάκια εξέπεμπαν ντεσιμπέλ στα όρια του πόνου και η κυβέρνηση έμοιαζε με το ζώο που έχει σαστίσει στη μέση του δρόμου από τους προβολείς του αυτοκινήτου που κατευθύνεται καταπάνω του.
Δεν ξέρω τι θα βγάλει το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών. Ίσως την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, οι εξελίξεις να έχουν ήδη δρομολογηθεί. Ίσως οι πολιτικοί αρχηγοί τα βρουν, ίσως ο Παπανδρέου αποφασίσει ότι αγνοώντας τους καιρούς θα καπετανέψει το καράβι μέχρι τέλους, ίσως σε λίγες μέρες έχουμε εκλογές, ίσως κάτι άλλο.
Αυτό που ξέρω είναι ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο της κυβέρνησης και ότι τα πράγματα έχουν πάρει, πλέον, πολύ επικίνδυνη τροπή.
Για αυτό σας λέω… Η επιτυχία μας τελείωσε. Άντε τώρα και καλή μας τύχη…