Από τη συζήτηση που διεξάγεται τα τελευταία χρόνια για το μεταναστευτικό, τη βία και την...
εγκληματικότητα δεν λείπουν τα στερεότυπα, οι προκαταλήψεις και οι αφελείς προσεγγίσεις. Κάποιοι θεωρούν ότι το μεταναστευτικό τροφοδοτεί τ’ άλλα δύο και, συνεπώς, αν το αντιμετωπίσουμε δραστικά θα εξαλείψουμε ή θα περιορίσουμε θεαματικά την εγκληματικότητα και τη βία. Ας υποθέσουμε ότι έτσι είναι τα πράγματα, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ανάλυση είναι σχηματική και πάσχει στον πυρήνα της. Το θέμα δημιουργείται από τη στιγμή που επιχειρούμε να μπούμε στην περιοχή των προτάσεων. Τι μπορείς να κάνεις όταν έχεις απέναντι σου ένα τεράστιο πρόβλημα που αφορά μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους; Αν πιστεύεις ότι η χώρα δεν πρέπει να βγει από την κατηγορία του κράτους δικαίου, δηλαδή του κράτους που σέβεται το νομικό πολιτισμό, που δεν έχει πάρει διαζύγιο από τις ηθικές αξίες και οφείλει να προστατεύει την ανθρώπινη ζωή, δεν είναι δυνατόν να εισηγείσαι «να τους στείλουμε όλους στα ξερονήσια».Λιγότερο απάνθρωπη, εξίσου όμως αναποτελεσματική, είναι και η πρόταση περί βίαιης εκκαθάρισης του κέντρου της Αθήνας, δια της μετακινήσεως των μεταναστών σε άλλα σημεία της επικράτειας ή της πρωτεύουσας, γιατί τότε απλώς μεταθέτεις το πρόβλημα. Η ιδέα της μαζικής επαναπροώθησης στις χώρες προέλευσης σκοντάφτει στην άρνηση των χωρών αυτών να τους δεχθούν. Και από τη στιγμή που δεν μπορείς να την επιβάλεις, η συζήτηση περιττεύει. Το να τους χορηγήσεις χαρτιά που θα τους επιτρέψουν να πάνε σε άλλες χώρες της Δ. Ευρώπης ακούγεται ωραίο, αλλά υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στην εφαρμογή. Οι περισσότερες, αν όχι όλες οι χώρες ιδανικού προορισμού για τους μετανάστες, έχουν τα μέσα και την ισχύ να αποτρέψουν μια τέτοια απειλή. Δεν θα διστάσουν-το έκαναν, άλλωστε, μερικές – να καταργήσουν στην πράξη και τις ευρωπαϊκές συμβάσεις. Άρα, αδιέξοδο;Πράγματι αδιέξοδο, αν ψάχνουμε για λύση που θα αντιμετωπίσει εδώ και τώρα και με ριζικό τρόπο ένα πρόβλημα που ταλαιπωρεί τη χώρα τουλάχιστον δέκα χρόνια. Με υπομονή και συνδυαστικές παρεμβάσεις, αστυνομικού και προνοιακού χαρακτήρα, μπορείς να το αντιμετωπίσεις σε βάθος χρόνου. Οι γρήγορες , βιαστικές, υπό το κράτος του πανικού και των ποικίλων πιέσεων κινήσεις, είναι δηλωτικές αυταρχικών νοοτροπιών.
Από την άλλη πλευρά, δεν μπορείς να κλείνεις τα μάτια και να υποτιμάς τις δυσκολίες που βιώνουν οι κάτοικοι των περιοχών όπου συγκεντρώνεται μεγάλη μάζα μεταναστών. Είναι κοντόφθαλμο να εγκαλείς για ρατσισμό όσους διαμαρτύρονται και ζητούν περισσότερη και καλύτερη αστυνόμευση, καθημερινή παρουσία του κράτους και στην προληπτική και στην κατασταλτική εκδοχή του. Και είναι εξοργιστικό να το κάνεις αυτό από το καθεστώς ασφάλειας που σου προσφέρει η παραμονή σου σε μια μεσοαστική ή μεγαλοαστική συνοικία.
Το επιχείρημα ότι για όλα ευθύνεται ο καπιταλισμός και ότι το πρόβλημα θα εξαφανιστεί όταν εξουδετερωθούν οι αιτίες που το προκαλούν, είναι εξαιρετικά δημοφιλές σε μια Αριστερά, η οποία έχει πολύ καλές επιδόσεις στην υψηλόφωνη καταγγελία και στον ανέξοδο ακτιβισμό, αλλά αποφεύγει να τοποθετηθεί επί της ουσίας. Όταν, μάλιστα, αποπειράται να το πράξει, αποκαλύπτεται, άλλοτε ένα έλλειμμα ρεαλισμού, άλλοτε η αμηχανία της και άλλοτε μια αντίληψη που αισθητικοποιεί τη βία και την «καλή τρομοκρατία».
Κομμάτια αυτής της Αριστεράς και ο χώρος της αυτονομίας έχουν ξεκινήσει πόλεμο με τις ακροδεξιές συμμορίες, τους παρακρατικούς μηχανισμούς και τις δυνάμεις της αστυνομίας, συμβάλλοντας στη δημιουργία εμφυλιοπολεμικών καταστάσεων. Το γεγονός ότι ακόμη είναι σε μικρή κλίμακα δεν πρέπει να μας καθησυχάζει. Εύκολα μπορεί να χαθεί ο έλεγχος. Άλλωστε υπάρχουν και τα σχετικά θεωρητικά εργαλεία. Διανοούμενοι που είναι της μόδας στην Ελλάδα προσφέρουν σε όσους έχουν ροπή στην περιπέτεια, που καθοδηγούνται από τη λογική του ρεβανσισμού και εκτιμούν ότι ήρθε η ώρα να αναμετρηθούν με το φαντασιακό του καπιταλιστικού συστήματος, τα κατάλληλα ιδεολογικά άλλοθι. Για παράδειγμα ο Σλαβόι Ζίζεκ πιστεύει ότι ένα από τα καθήκοντα της ριζοσπαστικής Αριστεράς ενάντια στην παγκόσμια καπιταλιστική αταξία είναι και «η σωφρονιστική τρομοκρατία» [«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» 8-5-2011]. Για το φιλόσοφο Ντανιέλ Μπενσαίντ μια πολιτική ρήξης με τον ανώνυμο δεσποτισμό των αγορών «απαιτεί σήμερα να τολμήσουμε δυναμικές επιδρομές στο ιερό της ατομικής ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένης της ακίνητης και της έγγειας» [«Η Αυγή» 17-1-2010].
Η πόλωση που έχει προκληθεί στην κοινωνία με αφορμή το μεταναστευτικό τροφοδοτείται και ενισχύεται από την οικονομική κρίση και από την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να προσφέρει διεξόδους. Η απελπισία των λαϊκών στρωμάτων μπορεί να γίνει το λίπασμα για να καρπίσουν ολοκληρωτικές αφηγήσεις, μεσιανικές αντιλήψεις και βοναπαρτιστικές συμπεριφορές. Το μοναδικό αντίδοτο είναι, όπως λέει ο Αλέν Τουρέν, «η υπεράσπιση και η ενίσχυση της Δημοκρατίας, της μόνης που μπορεί να εγγυηθεί και την οικονομική ανόρθωση» [«Το Βήμα» 15-5-2011]. Μπορεί να μοιάζει αναιμικό και να φαντάζει κατώτερο των περιστάσεων, αλλά δυσκολεύομαι να επινοήσω κάτι άλλο.