Διέσχιζε καιρό μια δύσκολη κοιλάδα,
η άποψη της απο ψηλά ήταν η "δίχως τις αισθήσεις"..
Και πως μπορούσε να ζήσει μέσα σε τέτοιο κλίμα άγονο αυτή,
αυτή που δίχως περιττά μετάξια χυνόταν σε αντρικά βλέμματα,
αντρικές αγκαλιές κι έρωτες,
σεντόνια σαστισμένα μέσα στο πάθος
..
Ξημερώματα μπροστά σε ατέλειωτες θάλασσες,
κοιτάγματα καθαρού ορίζοντα κι ουρανού φτερά θεσπέσια.
Δεν την ενδιέφερε η ευτυχία σε ποσότητα,
λεπτές πτυχώσεις της χρειαζόταν, τόσες οσες να ανανεώνει τα συμβόλαια της με τον διάβολο.
Κοιταζόταν στον καθρέπτη της μα όσο χρειαζόταν για να βλέπει πόσο...
έλαμπαν τα μάτια της,
δεν την έτρεφε η ματαιοδοξία γιατί ήξερε πως πίσω της βρισκόταν μοναξιά απέραντη.
Διέσχιζε καιρό την στείρα κοιλάδα,
εξαντλημένη απο την απουσία των ερώτων άπλωσε σε σύννεφα βαριά ποσότητες απο ποίηση,
βάλσαμο έγινε στην σωματική απουσία,
έπειτα φτερωτοί φίλοι γκριζόμαυροι σαστισμένα την κοίταξαν,
είχε δίχως να ξέρει φτάσει σε φωλιά αετών,
είχε σχίσει τις φτέρνες της ανεβαίνοντας κατακόρυφες εκτάσεις βράχων,
απο κάτω της έχασκε τώρα το ατέλειωτο της θάλασσας,
άσπρα πρόβατα που συναντούσαν το ενα το άλλο,
άμμος σε βυθό ταραγμένο,
πέτρες που ψάρια κρύβονταν πίσω τους για να σωθούν απο πείνα των μεγαλύτερων,
ήχος σαν ξέπνοος φόβος,
κι είδε τι παράξενο πως απο την κοιλάδα βρέθηκε αξόδεφτα στην θάλασσα!
Μα γρήγορα κατάλαβε πως δεν ήταν ακόμη καιρός της να ζήσει εκεί,
ξαναοδηγήθηκε στην κοιλάδα την γνωστή,
αρκούσε και μόνο τον έρωτα να σκέπτεται για να είναι ζωντανή..
Βρήκε ξανά μέλη καμωμένα μόνο για κρεββάτια,
στόματα διψασμένα για έρωτες, φωτογραφήματα γρήγορα σαν καλειδοσκόπια,
έσκαβε απο κάτω της όμως βαθιά η απουσία του ενός,
αυτού που θα γινόταν έμπνευση να ξοδεύει λίγη ποίηση στο σώμα του επάνω..
Γράφει η Πόπη Συνοδινού.
http://press-gr.blogspot.com/2011/06/blog-post_8723.html
η άποψη της απο ψηλά ήταν η "δίχως τις αισθήσεις"..
Και πως μπορούσε να ζήσει μέσα σε τέτοιο κλίμα άγονο αυτή,
αυτή που δίχως περιττά μετάξια χυνόταν σε αντρικά βλέμματα,
αντρικές αγκαλιές κι έρωτες,
σεντόνια σαστισμένα μέσα στο πάθος
..
Ξημερώματα μπροστά σε ατέλειωτες θάλασσες,
κοιτάγματα καθαρού ορίζοντα κι ουρανού φτερά θεσπέσια.
Δεν την ενδιέφερε η ευτυχία σε ποσότητα,
λεπτές πτυχώσεις της χρειαζόταν, τόσες οσες να ανανεώνει τα συμβόλαια της με τον διάβολο.
Κοιταζόταν στον καθρέπτη της μα όσο χρειαζόταν για να βλέπει πόσο...
έλαμπαν τα μάτια της,
δεν την έτρεφε η ματαιοδοξία γιατί ήξερε πως πίσω της βρισκόταν μοναξιά απέραντη.
Διέσχιζε καιρό την στείρα κοιλάδα,
εξαντλημένη απο την απουσία των ερώτων άπλωσε σε σύννεφα βαριά ποσότητες απο ποίηση,
βάλσαμο έγινε στην σωματική απουσία,
έπειτα φτερωτοί φίλοι γκριζόμαυροι σαστισμένα την κοίταξαν,
είχε δίχως να ξέρει φτάσει σε φωλιά αετών,
είχε σχίσει τις φτέρνες της ανεβαίνοντας κατακόρυφες εκτάσεις βράχων,
απο κάτω της έχασκε τώρα το ατέλειωτο της θάλασσας,
άσπρα πρόβατα που συναντούσαν το ενα το άλλο,
άμμος σε βυθό ταραγμένο,
πέτρες που ψάρια κρύβονταν πίσω τους για να σωθούν απο πείνα των μεγαλύτερων,
ήχος σαν ξέπνοος φόβος,
κι είδε τι παράξενο πως απο την κοιλάδα βρέθηκε αξόδεφτα στην θάλασσα!
Μα γρήγορα κατάλαβε πως δεν ήταν ακόμη καιρός της να ζήσει εκεί,
ξαναοδηγήθηκε στην κοιλάδα την γνωστή,
αρκούσε και μόνο τον έρωτα να σκέπτεται για να είναι ζωντανή..
Βρήκε ξανά μέλη καμωμένα μόνο για κρεββάτια,
στόματα διψασμένα για έρωτες, φωτογραφήματα γρήγορα σαν καλειδοσκόπια,
έσκαβε απο κάτω της όμως βαθιά η απουσία του ενός,
αυτού που θα γινόταν έμπνευση να ξοδεύει λίγη ποίηση στο σώμα του επάνω..
Γράφει η Πόπη Συνοδινού.
http://press-gr.blogspot.com/2011/06/blog-post_8723.html