Ξημερώματα Σαββάτου, πληροφορηθήκαμε πως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ανακοίνωσε την αποδέσμευση της έκτης δόσης του δανείου προς την Ισλανδία, ύψους 155 εκ ευρώ, στο πλαίσιο της δανειακής σύμβασης που συμφωνήθηκε το 2008.
Το πρόγραμμα δανειοδότησης θα ολοκληρωθεί τον προσεχή Αύγουστο και το ΔΝΤ συνόδευσε την έκτη δόση με πολλούς επαίνους για την σημαντική προσπάθεια που κατέβαλε η χώρα, προκειμένου να βγει από την κρίση.
Την ίδια ώρα, από την ισλανδική Κεντρική Τράπεζα ανακοινωνόταν πως το Ρεϊκιάβικ δεν έχει επείγουσα ανάγκη από νέα χρηματοδότηση.
Σιγά τα λάχανα, ακούω να σχολιάζουν οι εγχώριοι οικονομικοί εγκέφαλοι. Και μεις μια χαρά τα πήγαμε, γι’ αυτό δίνουν και σε μας την πέμπτη δόση. Εντάξει, εμείς χρειαζόμαστε καμιά εβδομηνταριά δισεκατομμύρια ακόμη. Εντάξει, υπογράφουμε νέο μνημόνιο. Εντάξει, θα αναλάβουν αυτοί τις αποκρατικοποιήσεις. Εντάξει, θα μας βάλουν και κάτι επιτρόπους να ελέγχουν. Αλλά, τη δόση την πήραμε κι’ εμείς.
Συγγνώμη, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Υπό κανονικές συνθήκες – αν δηλαδή ισχύουν όλες αυτές οι απειλές που εκτοξεύονται κατά καιρούς στην Ελλάδα – η Ισλανδία έπρεπε να βρίσκεται τώρα στο στόχαστρο όλων των δαιμόνων.
Κι' αυτό, διότι η Ισλανδία προέρχεται από ένα πρόσφατο δημοψήφισμα, κατά το οποίο οι πολίτες της αποφάσισαν να αθετήσουν τη συμφωνία που η πρωθυπουργός τους Γιοχάνα Σιγκουρνταρντοτίρ είχε συνάψει με τη Βρετανία και τη Γαλλία, ως προς την διευθέτηση του χρέους της χώρας έναντι των χωρών αυτών μετά το γνωστό τραπεζικό κραχ.
Επρόκειτο για ποσό 5 δις ευρώ, που θα αποδιδόταν στους Βρετανούς και στους Γάλλους που έχασαν τις αποταμιεύσεις τους μετά την κατάρρευση της τράπεζας Λαντμπάνκι το 2008.
Η ισλανδική κυβέρνηση, αν και είχε συμφωνήσει, ζήτησε τον περασμένο Απρίλιο από τον λαό να επικυρώσει την συμφωνία. Και αυτός (ο λαός, για να μην ξεχνιόμαστε), αποφάσισε να μπει στο κίνημα του «δεν πληρώνω». Και με ένα ηχηρό «Όχι» αρνήθηκε να πληρώσει τα σπασμένα του χρεοκοπημένου τραπεζικού συστήματος της χώρας του.
Ακολούθησε πρόταση μομφής της οποίας η ισλανδική κυβέρνηση επέζησε. Αμέσως άρχισαν οι κινδυνολογίες: Τα πράγματα δυσκολεύουν στην Ισλανδία. Χάνει σε αξιοπιστία. Ποιος να τη δανείσει τώρα...
Στην Ελλάδα πια, και τι δεν ακούστηκε: Η Ισλανδία έγινε το μαύρο πρόβατο. Οι επενδυτές θα φύγουν τρέχοντας. Το τραπεζικό της σύστημα παραπαίει. Η χώρα αδυνατεί να βρει λύση στην κρίση χρέους. Χάνει τους συμμάχους της. Θα την εγκαταλείψει το ΔΝΤ. Θα την πάνε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Θα πληρώσει χρυσά τα 5 δις που αρνήθηκε να δώσει.
Κάτι ανάλογο με αυτά που έλεγαν για την Κύπρο μετά την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν, ένα πράμα.
Όλα αυτά, βέβαια, σε αντιπαραβολή με τα καθ’ ημάς. Που είμαστε καλά παιδιά. Κάνουμε ό,τι μας λένε. Δεν έχουμε την κακή συνήθεια των δημοψηφισμάτων. Δεν συζητάμε τις δανειακές συμβάσεις - ούτε στη Βουλή.
Εν ολίγοις, τι καλά που δεν μοιάζουμε με τους Ιρλανδούς, τους Ισλανδούς και τους άλλους, που μπαίνουν συνεχώς στη μύτη των δανειστών τους! Δυστυχώς, δυστυχώς, θα έχουν κακή κατάληξη...
Πάνω σ’ αυτή τη λογική του «καλού παιδιού» στηρίχθηκε και η απόρριψη στη Βουλή της πρότασης για σύσταση Επιτροπής που θα ερευνούσε την προέλευση του θηριώδους χρέους μας – με κίνδυνο, όπως έχουμε πει, να αποκαλυφθεί εκτός από το πώς και το ποιοι το δημιούργησαν.
Το επιχείρημα, ως γνωστόν, ήταν ότι θα δίναμε την εντύπωση στους δανειστές μας πως θέλουμε να αποφύγουμε τις υποχρεώσεις μας και θα φαινόμασταν αναξιόπιστοι στα μάτια τους.
Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου, δηλαδή. Μας βρίζουν που μας βρίζουν από το πρωί ως το βράδυ.
Την Ισλανδία, για την οποία… έτρεμε το φυλλοκάρδι μας και μετά το δημοψήφισμα την οικτίραμε για όσα επρόκειτο να πάθει, για την τιμωρία που θα υφίστατο εξαιτίας της ατίθασης συμπεριφοράς της, όχι μόνο δεν την βρίζει κανείς, αλλά και την σέβονται.
Παρά το πρόσφατο «όχι» στο δημοψήφισμα, το ΔΝΤ μια χαρά της έδωσε ξανά τη δόση. Και μετά πολλών επαίνων!
Βέβαια, η Ισλανδία σέβεται τον λαό της. Τον ρωτάει και καμιά φορά. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, που δεν ρωτάει ούτε τους βουλευτές της. Οι οποίοι – για να θυμηθούμε και την «Επιστολή των 16», άλλη μεγάλη ιστορική στιγμή αυτή – πριν προλάβει να στεγνώσει η μελάνη της επαναστατικής γραφής τους, έσπευσαν να διευκρινίσουν ότι το Μεσοπρόθεσμό θα το ψηφίσουν – κι’ ας γκρινιάζουν, δεν είναι κακοί, παραπονιάρηδες είναι.
Αν το καλοσκεφθείτε, είναι τρομερό. Η Ισλανδή πρωθυπουργός είχε συμφωνήσει να δοθούν τα χρήματα, αλλά ρώτησε και τον λαό. Και όταν ο λαός είπε «όχι», η πρωθυπουργός απλώς περιορίστηκε να σχολιάσει πως «είναι μια κακή απόφαση, πλην όμως σεβαστή». Και συνέχισε να κάνει τη δουλειά της.
Ούτε Δαμανάκη να εκτοξεύει ψευδείς απειλές (παραπλανώντας τον κόσμο, αφού δεν υπάρχει διαδικασία εξόδου από το ευρώ).
Ούτε Πεταλωτής να λέει φασίστες όσους επιτίθενται σ’ αυτούς που αποφασίζουν, συμφωνούν, βάζουν υπογραφές χωρίς να ρωτάνε καν τους εκπροσώπους του λαού – οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, καλό είναι να σταματήσουν να γελοιοποιούνται στα τηλεπαράθυρα εξηγώντας γιατί δεν επιθυμούν να πράξουν αυτό που θα πράξουν.
Ούτε έχει η Ισλανδία πρωθυπουργό που ανέθεσε στον υπουργό των Οικονομικών να αποφασίζει εν λευκώ και να διατάζει – λες και τον ξέραμε και πέρσι.
Ούτε διαθέτει υπουργούς που υποστηρίζουν πως καταλύεται η Δημοκρατία επειδή ο λαός αντιδρά στην απόφασή τους να την καταργήσουν (τη Δημοκρατία), καταπατώντας το προεκλογικό πρόγραμμά τους και περιφρονώντας τη λαϊκή βούληση.
Στην Ισλανδία ο λαός αποφάσισε και τα σκυλιά δεμένα. Πάνε περίπατο και οι πρωθυπουργικές συμφωνίες και οι συζητήσεις με τους δανειστές.
Και να ήταν μόνο αυτές οι διαφορές μας με την Ισλανδία, που μας έμαθαν να την λυπόμαστε, αντί να κοιτάμε την δική μας καμπούρα!
Αμέσως μετά το κραχ (τέλη του 2008) συστήθηκε επιτροπή, προκειμένου να διερευνηθούν οι λόγοι που προκάλεσαν το τραπεζικό κραχ.
Όχι καμιά επιτροπή σαν τις δικές μας, όπου οι ελεγχόμενοι είναι και ελέγχοντες. Ούτε καμιά πολυμελής επιτροπή, όπου τα κόμματα διορίζουν όποιον άσχετο θέλουν. Η ισλανδική ήταν μια τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από ένα μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τον εκπρόσωπο (Όμπουντσμαν) του Κοινοβουλίου και μια Ισλανδή καθηγήτρια Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Γέηλ.
Τον Απρίλιο του 2010, η Επιτροπή παρέδωσε το πόρισμά της (2.400 σελίδες). Η «Έκθεση Αλήθεια», όπως ονομάστηκε, κατηγορούσε ονομαστικά για επίδειξη βαριάς αμέλειας δύο πρώην πρωθυπουργούς (εκ των οποίων ο ένας είχε διατελέσει και Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας), άλλους πέντε αξιωματούχους, τραπεζίτες και στελέχη του Χρηματιστηρίου.
Όπως έγραψαν, «είχαν τις απαραίτητες πληροφορίες αλλά δεν έδρασαν όπως έπρεπε και ο ένας έδειχνε με το δάχτυλο τον διπλανό του». Η «μαύρη έκθεση», όπως επίσης την ονόμασαν, διαβάστηκε ολόκληρη σε κεντρικό θέατρο του Ρεϊκιάβικ, εναλλάξ από 45 ηθοποιούς. Η παράξενη παράσταση κράτησε πέντε μέρες και το θέατρο ήταν γεμάτο κόσμο συνεχώς!
Παράλληλα, η έκθεση παραδόθηκε και στον εισαγγελέα που διεξήγαγε χωριστή έρευνα προκειμένου να εντοπιστούν οι ποινικές ευθύνες των κατονομαζομένων σ’ αυτή και ο οποίος φρόντισε αμέσως για την έκδοση διεθνών ενταλμάτων σύλληψης.
Την ίδια ώρα, η «Έκθεση Αλήθεια» έφθανε και στο κοινοβούλιο. Μέχρι τον Σεπτέμβριο (του 2010), είχε εκδοθεί και η απόφαση της Βουλής. Που επικύρωσε την έκθεση και αποφάσισε, παρακαλώ, να μην παραπέμψει στο Ανώτατο Δικαστήριο μόνο τους πρώην πρωθυπουργούς, αλλά και τους πρώην υπουργούς Οικονομικών, Εμπορίου και Εξωτερικών!
Μάλιστα, στην Ισλανδία, το Ανώτατο Δικαστήριο λειτούργησε για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, το 1905!
«Πρόκειται για ένα σοβαρότατο πρόβλημα που αφορά το πολιτικό μας σύστημα και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε τώρα», είχε πει η πρωθυπουργός.
Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς γιατί η Ισλανδία και από την κρίση βγαίνει και τις δόσεις παίρνει και απείθαρχη είναι. Ο λαός της παίρνει την ικανοποίηση της Κάθαρσης και την χαρά της συμμετοχής. Γι’ αυτό και υπομένει τις θυσίες. Γι’ αυτό και οι θυσίες του πιάνουν τόπο – εκεί ισχύει πραγματικά το γελοίο ελληνικό σλόγκαν.
Τέτοια πράγματα δεν μπορούν να συμβούν σε χώρες όπου κυριαρχεί η ατιμωρησία. Στην Ελλάδα δηλαδή, γιατί δεν ξέρω άλλη χώρα που να επικρατεί αυτό το αίσχος.
Ένα αίσχος και ένα αίσθημα ατιμωρησίας, που χειροτερεύει κάθε φορά που κατατίθεται ένας νέος νόμος περί… τιμωρίας πολιτικών προσώπων.
Άλλη μια τέτοια «πρωτοβουλία» ανακοίνωσε τις προάλλες ο υπουργός Δικαιοσύνης. Με έναν καινούργιο νόμο για… δίκες-εξπρές υπουργών και άλλων κρατικών λειτουργών, όταν, όμως, πρόκειται για αδικήματα που… δεν εμπίπτουν στον (γνωστό και κατάπτυστο) νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Δεν σας κάνει εντύπωση, κ. υπουργέ, που ουδείς έπεσε ξερός από την καινούργια πρωτοβουλία σας; Που δεν άνοιξαν οι ουρανοί; Που δεν κατέβηκαν οι άγγελοι να ψάλουν το Ωσαννά εν τοις Υψίστοις;
http://www.elzoni.gr/html/ent/157/ent.10157.asp
Το πρόγραμμα δανειοδότησης θα ολοκληρωθεί τον προσεχή Αύγουστο και το ΔΝΤ συνόδευσε την έκτη δόση με πολλούς επαίνους για την σημαντική προσπάθεια που κατέβαλε η χώρα, προκειμένου να βγει από την κρίση.
Την ίδια ώρα, από την ισλανδική Κεντρική Τράπεζα ανακοινωνόταν πως το Ρεϊκιάβικ δεν έχει επείγουσα ανάγκη από νέα χρηματοδότηση.
Σιγά τα λάχανα, ακούω να σχολιάζουν οι εγχώριοι οικονομικοί εγκέφαλοι. Και μεις μια χαρά τα πήγαμε, γι’ αυτό δίνουν και σε μας την πέμπτη δόση. Εντάξει, εμείς χρειαζόμαστε καμιά εβδομηνταριά δισεκατομμύρια ακόμη. Εντάξει, υπογράφουμε νέο μνημόνιο. Εντάξει, θα αναλάβουν αυτοί τις αποκρατικοποιήσεις. Εντάξει, θα μας βάλουν και κάτι επιτρόπους να ελέγχουν. Αλλά, τη δόση την πήραμε κι’ εμείς.
Συγγνώμη, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Υπό κανονικές συνθήκες – αν δηλαδή ισχύουν όλες αυτές οι απειλές που εκτοξεύονται κατά καιρούς στην Ελλάδα – η Ισλανδία έπρεπε να βρίσκεται τώρα στο στόχαστρο όλων των δαιμόνων.
Κι' αυτό, διότι η Ισλανδία προέρχεται από ένα πρόσφατο δημοψήφισμα, κατά το οποίο οι πολίτες της αποφάσισαν να αθετήσουν τη συμφωνία που η πρωθυπουργός τους Γιοχάνα Σιγκουρνταρντοτίρ είχε συνάψει με τη Βρετανία και τη Γαλλία, ως προς την διευθέτηση του χρέους της χώρας έναντι των χωρών αυτών μετά το γνωστό τραπεζικό κραχ.
Επρόκειτο για ποσό 5 δις ευρώ, που θα αποδιδόταν στους Βρετανούς και στους Γάλλους που έχασαν τις αποταμιεύσεις τους μετά την κατάρρευση της τράπεζας Λαντμπάνκι το 2008.
Η ισλανδική κυβέρνηση, αν και είχε συμφωνήσει, ζήτησε τον περασμένο Απρίλιο από τον λαό να επικυρώσει την συμφωνία. Και αυτός (ο λαός, για να μην ξεχνιόμαστε), αποφάσισε να μπει στο κίνημα του «δεν πληρώνω». Και με ένα ηχηρό «Όχι» αρνήθηκε να πληρώσει τα σπασμένα του χρεοκοπημένου τραπεζικού συστήματος της χώρας του.
Ακολούθησε πρόταση μομφής της οποίας η ισλανδική κυβέρνηση επέζησε. Αμέσως άρχισαν οι κινδυνολογίες: Τα πράγματα δυσκολεύουν στην Ισλανδία. Χάνει σε αξιοπιστία. Ποιος να τη δανείσει τώρα...
Στην Ελλάδα πια, και τι δεν ακούστηκε: Η Ισλανδία έγινε το μαύρο πρόβατο. Οι επενδυτές θα φύγουν τρέχοντας. Το τραπεζικό της σύστημα παραπαίει. Η χώρα αδυνατεί να βρει λύση στην κρίση χρέους. Χάνει τους συμμάχους της. Θα την εγκαταλείψει το ΔΝΤ. Θα την πάνε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Θα πληρώσει χρυσά τα 5 δις που αρνήθηκε να δώσει.
Κάτι ανάλογο με αυτά που έλεγαν για την Κύπρο μετά την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν, ένα πράμα.
Όλα αυτά, βέβαια, σε αντιπαραβολή με τα καθ’ ημάς. Που είμαστε καλά παιδιά. Κάνουμε ό,τι μας λένε. Δεν έχουμε την κακή συνήθεια των δημοψηφισμάτων. Δεν συζητάμε τις δανειακές συμβάσεις - ούτε στη Βουλή.
Εν ολίγοις, τι καλά που δεν μοιάζουμε με τους Ιρλανδούς, τους Ισλανδούς και τους άλλους, που μπαίνουν συνεχώς στη μύτη των δανειστών τους! Δυστυχώς, δυστυχώς, θα έχουν κακή κατάληξη...
Πάνω σ’ αυτή τη λογική του «καλού παιδιού» στηρίχθηκε και η απόρριψη στη Βουλή της πρότασης για σύσταση Επιτροπής που θα ερευνούσε την προέλευση του θηριώδους χρέους μας – με κίνδυνο, όπως έχουμε πει, να αποκαλυφθεί εκτός από το πώς και το ποιοι το δημιούργησαν.
Το επιχείρημα, ως γνωστόν, ήταν ότι θα δίναμε την εντύπωση στους δανειστές μας πως θέλουμε να αποφύγουμε τις υποχρεώσεις μας και θα φαινόμασταν αναξιόπιστοι στα μάτια τους.
Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου, δηλαδή. Μας βρίζουν που μας βρίζουν από το πρωί ως το βράδυ.
Την Ισλανδία, για την οποία… έτρεμε το φυλλοκάρδι μας και μετά το δημοψήφισμα την οικτίραμε για όσα επρόκειτο να πάθει, για την τιμωρία που θα υφίστατο εξαιτίας της ατίθασης συμπεριφοράς της, όχι μόνο δεν την βρίζει κανείς, αλλά και την σέβονται.
Παρά το πρόσφατο «όχι» στο δημοψήφισμα, το ΔΝΤ μια χαρά της έδωσε ξανά τη δόση. Και μετά πολλών επαίνων!
Βέβαια, η Ισλανδία σέβεται τον λαό της. Τον ρωτάει και καμιά φορά. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, που δεν ρωτάει ούτε τους βουλευτές της. Οι οποίοι – για να θυμηθούμε και την «Επιστολή των 16», άλλη μεγάλη ιστορική στιγμή αυτή – πριν προλάβει να στεγνώσει η μελάνη της επαναστατικής γραφής τους, έσπευσαν να διευκρινίσουν ότι το Μεσοπρόθεσμό θα το ψηφίσουν – κι’ ας γκρινιάζουν, δεν είναι κακοί, παραπονιάρηδες είναι.
Αν το καλοσκεφθείτε, είναι τρομερό. Η Ισλανδή πρωθυπουργός είχε συμφωνήσει να δοθούν τα χρήματα, αλλά ρώτησε και τον λαό. Και όταν ο λαός είπε «όχι», η πρωθυπουργός απλώς περιορίστηκε να σχολιάσει πως «είναι μια κακή απόφαση, πλην όμως σεβαστή». Και συνέχισε να κάνει τη δουλειά της.
Ούτε Δαμανάκη να εκτοξεύει ψευδείς απειλές (παραπλανώντας τον κόσμο, αφού δεν υπάρχει διαδικασία εξόδου από το ευρώ).
Ούτε Πεταλωτής να λέει φασίστες όσους επιτίθενται σ’ αυτούς που αποφασίζουν, συμφωνούν, βάζουν υπογραφές χωρίς να ρωτάνε καν τους εκπροσώπους του λαού – οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, καλό είναι να σταματήσουν να γελοιοποιούνται στα τηλεπαράθυρα εξηγώντας γιατί δεν επιθυμούν να πράξουν αυτό που θα πράξουν.
Ούτε έχει η Ισλανδία πρωθυπουργό που ανέθεσε στον υπουργό των Οικονομικών να αποφασίζει εν λευκώ και να διατάζει – λες και τον ξέραμε και πέρσι.
Ούτε διαθέτει υπουργούς που υποστηρίζουν πως καταλύεται η Δημοκρατία επειδή ο λαός αντιδρά στην απόφασή τους να την καταργήσουν (τη Δημοκρατία), καταπατώντας το προεκλογικό πρόγραμμά τους και περιφρονώντας τη λαϊκή βούληση.
Στην Ισλανδία ο λαός αποφάσισε και τα σκυλιά δεμένα. Πάνε περίπατο και οι πρωθυπουργικές συμφωνίες και οι συζητήσεις με τους δανειστές.
Και να ήταν μόνο αυτές οι διαφορές μας με την Ισλανδία, που μας έμαθαν να την λυπόμαστε, αντί να κοιτάμε την δική μας καμπούρα!
Αμέσως μετά το κραχ (τέλη του 2008) συστήθηκε επιτροπή, προκειμένου να διερευνηθούν οι λόγοι που προκάλεσαν το τραπεζικό κραχ.
Όχι καμιά επιτροπή σαν τις δικές μας, όπου οι ελεγχόμενοι είναι και ελέγχοντες. Ούτε καμιά πολυμελής επιτροπή, όπου τα κόμματα διορίζουν όποιον άσχετο θέλουν. Η ισλανδική ήταν μια τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από ένα μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τον εκπρόσωπο (Όμπουντσμαν) του Κοινοβουλίου και μια Ισλανδή καθηγήτρια Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Γέηλ.
Τον Απρίλιο του 2010, η Επιτροπή παρέδωσε το πόρισμά της (2.400 σελίδες). Η «Έκθεση Αλήθεια», όπως ονομάστηκε, κατηγορούσε ονομαστικά για επίδειξη βαριάς αμέλειας δύο πρώην πρωθυπουργούς (εκ των οποίων ο ένας είχε διατελέσει και Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας), άλλους πέντε αξιωματούχους, τραπεζίτες και στελέχη του Χρηματιστηρίου.
Όπως έγραψαν, «είχαν τις απαραίτητες πληροφορίες αλλά δεν έδρασαν όπως έπρεπε και ο ένας έδειχνε με το δάχτυλο τον διπλανό του». Η «μαύρη έκθεση», όπως επίσης την ονόμασαν, διαβάστηκε ολόκληρη σε κεντρικό θέατρο του Ρεϊκιάβικ, εναλλάξ από 45 ηθοποιούς. Η παράξενη παράσταση κράτησε πέντε μέρες και το θέατρο ήταν γεμάτο κόσμο συνεχώς!
Παράλληλα, η έκθεση παραδόθηκε και στον εισαγγελέα που διεξήγαγε χωριστή έρευνα προκειμένου να εντοπιστούν οι ποινικές ευθύνες των κατονομαζομένων σ’ αυτή και ο οποίος φρόντισε αμέσως για την έκδοση διεθνών ενταλμάτων σύλληψης.
Την ίδια ώρα, η «Έκθεση Αλήθεια» έφθανε και στο κοινοβούλιο. Μέχρι τον Σεπτέμβριο (του 2010), είχε εκδοθεί και η απόφαση της Βουλής. Που επικύρωσε την έκθεση και αποφάσισε, παρακαλώ, να μην παραπέμψει στο Ανώτατο Δικαστήριο μόνο τους πρώην πρωθυπουργούς, αλλά και τους πρώην υπουργούς Οικονομικών, Εμπορίου και Εξωτερικών!
Μάλιστα, στην Ισλανδία, το Ανώτατο Δικαστήριο λειτούργησε για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, το 1905!
«Πρόκειται για ένα σοβαρότατο πρόβλημα που αφορά το πολιτικό μας σύστημα και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε τώρα», είχε πει η πρωθυπουργός.
Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς γιατί η Ισλανδία και από την κρίση βγαίνει και τις δόσεις παίρνει και απείθαρχη είναι. Ο λαός της παίρνει την ικανοποίηση της Κάθαρσης και την χαρά της συμμετοχής. Γι’ αυτό και υπομένει τις θυσίες. Γι’ αυτό και οι θυσίες του πιάνουν τόπο – εκεί ισχύει πραγματικά το γελοίο ελληνικό σλόγκαν.
Τέτοια πράγματα δεν μπορούν να συμβούν σε χώρες όπου κυριαρχεί η ατιμωρησία. Στην Ελλάδα δηλαδή, γιατί δεν ξέρω άλλη χώρα που να επικρατεί αυτό το αίσχος.
Ένα αίσχος και ένα αίσθημα ατιμωρησίας, που χειροτερεύει κάθε φορά που κατατίθεται ένας νέος νόμος περί… τιμωρίας πολιτικών προσώπων.
Άλλη μια τέτοια «πρωτοβουλία» ανακοίνωσε τις προάλλες ο υπουργός Δικαιοσύνης. Με έναν καινούργιο νόμο για… δίκες-εξπρές υπουργών και άλλων κρατικών λειτουργών, όταν, όμως, πρόκειται για αδικήματα που… δεν εμπίπτουν στον (γνωστό και κατάπτυστο) νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Δεν σας κάνει εντύπωση, κ. υπουργέ, που ουδείς έπεσε ξερός από την καινούργια πρωτοβουλία σας; Που δεν άνοιξαν οι ουρανοί; Που δεν κατέβηκαν οι άγγελοι να ψάλουν το Ωσαννά εν τοις Υψίστοις;
http://www.elzoni.gr/html/ent/157/ent.10157.asp