`

Αντικατοπτρισμοί για τον Μάνο Χατζιδάκι..


Από τον Dorian Rudnytsky, των New York Rock & Roll Ensemble (στιχουργού των «Noble Dame» και «Orpheus» στον δίσκο «Reflections», στην μπάντα παίζει μπάσο και τσέλο)

Πέντε νεαροί άνδρες, ακμαίοι και ενθουσιώδεις, που αποτελούν μια δυναμική και ανερχόμενη μπάντα της Νέας Υόρκης, συναντιούνται το καλοκαίρι του 1968 στο γραφείο της εταιρείας που τους διαχειρίζεται, για να ακούσουν μια πρόταση που μόλις τους έγινε: - Ενδιαφέρεται το New York Rock & Roll Ensemble να φτιάξει το soundtrack για μια ταινία;
Μια ταινία! Είχαμε ήδη κυκλοφορήσει τον πρώτο μας δίσκο από την Atlantic Records, περιοδεύαμε για συναυλίες και είχαμε μόλις ολοκληρώσει τον δεύτερο δίσκο μας. Το όνομά μας εμφανιζόταν σε όλες τις σημαντικές εφημερίδες και δημοσιεύσεις περί μουσικής. Απογειωνόμασταν... Και τώρα, η ευκαιρία να αναμειχθούμε σε μια ταινία!... Μάθαμε λοιπόν ότι ένας έλληνας συνθέτης, ο Μάνος Χατζιδάκις, γνωστός στην Αμερική ως ο συνθέτης τού «Ποτέ την Κυριακή», όταν επισκέφτηκε την Atlantic Records, μας είδε τυχαία και μας άκουσε στη διάρκεια μιας ηχογράφησής μας. Αυτό που είδε του άρεσε αρκετά, ώστε να επικοινωνήσει μαζί μας για την παραπάνω προσφορά. -Ναι, ενδιαφερόμασταν.
Μετά μάθαμε τις λεπτομέρειες... Επρόκειτο για τη διασκευή ενός τουρκικού φιλμ από τον Ulvi Dogan με τίτλο «Dry Summer» και καλούμασταν να φτιάξουμε μια εκδοχή πιο ελκυστική για το ευρύ αμερικανικό κοινό. Υπήρχε βέβαια μια αναποδιά σ' αυτήν τη συμφωνία... η μουσική ήταν ήδη έτοιμη από τον Χατζιδάκι, οπότε εμείς θα συμμετείχαμε ως εκτελεστές, όχι ως συνθέτες, πράγμα το οποίο δεν μας ευχαριστούσε και ιδιαίτερα...
Δεν γνωρίζαμε τίποτε για τον Μάνο Χατζιδάκι. Μια σύντομη έρευνα μας έδειξε ότι είχε μια σχετική φήμη... όχι, όμως, ανάμεσα στους νεαρούς Αμερικανούς χίπις, όπως ήμασταν εμείς. Α, και να μην το ξεχάσω... ήταν και μεγαλύτερος (στην ηλικία)...
Στο τέλος του φθινοπώρου συναντηθήκαμε με τον παραγωγό Ulvi Dogan και τον Μάνο Χατζιδάκι. Εμείς φυσικά καμαρώναμε, γιατί γνωρίζαμε ότι ήμασταν οι stars... Ακούγαμε βέβαια προσεκτικά, καθώς ο παραγωγός και ο Μάνος Χατζιδάκις παρουσίαζαν τις ιδέες τους. Ο Μάνος ήταν αυτός που είχε πείσει τον παραγωγό ότι εμείς ήμαστε οι κατάλληλοι μουσικοί για την ταινία. - Ενα ακόμα θετικό στοιχείο γι' αυτόν τον Ελληνα, σκεφτήκαμε. Και ήταν εξαιρετικά επαινετικός για το ιδιαίτερο ύφος της μουσικής μας, το οποίο συνδύαζε την κλασική και τη ροκ. Το πετυχαίναμε τόσο όμορφα και φυσικά, που ένιωθε ότι θα προσέδιδε στην ποιότητα που φανταζόταν για τη συγκεκριμένη ταινία και τη μουσική του. - Οχι και άσχημα... σκεφτήκαμε... ακούγεται μια χαρά...
Ο Μάνος ξεκίνησε να παίζει μέρη της μουσικής του, για να μας παρουσιάσει τι είχε στο μυαλό του για μας και την ταινία. Θυμάμαι ακριβώς εκείνη τη στιγμή, που ξαφνικά εντυπωσιάστηκα τόσο πολύ από τον έντονο, μετρίου αναστήματος και λίγο ευτραφή άνδρα. Ισως επειδή το προσωπικό μου υπόβαθρο προέρχεται από την Ουκρανία και είχα μεγαλώσει με κάποια ακούσματα παραδοσιακής ουκρανέζικης μουσικής, αμέσως ένιωσα σαν να βρίσκομαι στο σπίτι μου, με τα ελληνικά ιδιώματα που γέμιζαν τη μουσική του Χατζιδάκι. Ηξερα ήδη ότι επρόκειτο για μια όμορφη δουλειά.
Με βάση το αρχικό σχέδιο, θα παίζαμε τη μουσική του με το δικό μας στυλ, αλλά σε ορισμένα κλειδιά, και με προσοχή, ώστε να μη φτάνουν οι μελωδίες πολύ ψηλά..., αφού τα τραγούδια θα ερμηνεύονταν από ηθοποιούς. Ημαστε όμως κακά παιδιά και δεν πειθαρχήσαμε...
Εκανε αίσθηση ότι μπορούσαμε να γράψουμε στα αγγλικά τους στίχους των τραγουδιών. Τραγουδήσαμε όλα τα τραγούδια - για να τα χρησιμοποιήσουμε ως demo-οδηγούς για τους ηθοποιούς. Κάθε μέρα όμως που περνούσαμε στο στούντιο οι ερμηνείες μας γίνονταν όλο και πιο προσωπικές, καθώς η μουσική μάς άγγιζε όλο και περισσότερο και λίγο μας ένοιαζε αν θα μπορούσαν οι ηθοποιοί να τραγουδήσουν ή όχι τα τραγούδια. Και ο Μάνος Χατζιδάκις χαιρόταν και ενθουσιαζόταν με τον τρόπο που η συνεργασία μας εξελισσόταν, από τον Δεκέμβριο του 1968 έως τον Ιανουάριο του 1969.
Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν παρών κάθε χρονική στιγμή και εμπλεκόταν σε κάθε βήμα της δουλειάς μας. Η μουσικότητά του και οι μουσικές του ιδέες ήταν λογικές και εξαιρετικές. Προσκάλεσε στη Νέα Υόρκη τους καλύτερους έλληνες μουσικούς να παίξουν μαζί του. Θυμάμαι να παρακολουθώ με απορία αυτούς που έπαιζαν μπουζούκι... σπουδαίοι μουσικοί, να παίζουν την πανέμορφη μουσική του και όλοι να αισθάνονται μεγάλη τιμή που βρίσκονταν στο στούντιο μαζί του.
Αυτό που πραγματικά εντυπωσίασε όλους μας ήταν ο ενθουσιασμός του για τη μουσική, η αγάπη του γι' αυτήν και ο τρόπος με τον οποίο εμπλεκόταν με την ίδια τη μουσική... και ο Μάνος ήταν ο μαέστρος, πάντα ήρεμος και προσηλωμένος, αλλά και πάντα πρόθυμος να ακούσει τις προτάσεις και ιδέες μας, και πάντα πρόθυμος να τις αποδεχτεί, αν μουσικά του προκαλούσαν αίσθηση. Και με τον μεγαλύτερο σεβασμό θυμάμαι το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για τον εξοπλισμό της μπάντας και την τεχνολογία που χρησιμοποιούσαμε τότε για την παραγωγή των ιδιαίτερων ήχων μας.
Συνήθιζα να τον παρατηρώ όταν δεν έπαιζα ο ίδιος ...είχε πάντα ένα σημειωματάριο δίπλα του και κρατούσε σημειώσεις, μουσικές επισημάνσεις που χρησιμοποιούσε αργότερα. Θυμάμαι ακόμα πως χρησιμοποίησε ένα άχρηστο κομμάτι χαρτί, αφημένο επάνω στον μείκτη στην Atlantic, στο οποίο έγραψε βιαστικά κάποια μουσική που χρησιμοποίησε αργότερα για τη σύνθεσή του «Τρεις απαντήσεις».
Η υπεροχή του στη γλώσσα της μουσικής υπήρξε πέρα κάθε αμφιβολίας. Εμείς με το NYR & RE ερμηνεύσαμε τις συνθέσεις του με το δικό μας στυλ, εύκολα, αλλά μέσα στο πλαίσιο των απαιτήσεων και των ιδεών του, και με μεγάλο σεβασμό, παρ' ότι δεν διαθέταμε όλοι μας κλασική εκπαίδευση.
Οσον αφορά τους στίχους των τραγουδιών, επέλεξε ο καθένας μας τα τραγούδια που τον ενέπνεαν περισσότερο, κάποιες φορές και βάσει των τίτλων που ο Μάνος είχε ήδη ορίσει. Μετά τα δουλεύαμε, και όταν ήμαστε έτοιμοι, μπαίναμε στο στούντιο, τα παρουσιάζαμε στον Μάνο, ώστε να τα εγκρίνει και στη συνέχεια αποφασιζόταν ποιος θα τα τραγουδήσει. Ακόμα το θεωρώ τιμή μου που το μοναδικό τραγούδι που έχω ποτέ τραγουδήσει σολιστικά ως τραγουδιστής ήταν το «Orpheus» σε αυτό τον δίσκο, και το τραγούδισμά μου το αποδέχτηκε ο Μάνος.
Ο Ulvi Dogan (ο παραγωγός) δεν παρακολουθούσε τις πρόβες μας συχνά. Ερχόταν ίσως μία φορά την εβδομάδα... και μετά τον πρώτο μήνα, στις αρχές Ιανουαρίου, ήταν φανερό σε όλους ότι δεν ήταν ευχαριστημένος με την πορεία που είχε πάρει ο Μάνος μαζί μας. Ενα απόγευμα, μόλις είχαμε ολοκληρώσει την ηχογράφηση, ο παραγωγός και ο Μάνος είχαν μια έντονη λογομαχία μπροστά μας, η οποία έγινε τόσο δυσάρεστη, που εμείς σαν μπάντα πήραμε το μέρος του Μάνου ενάντια στον Ulvi Dogan. Ο Clif Nivison, ο κιθαρίστας μας, ακόμα θυμάται τον Μάνο να λέει επανειλημμένως στον Ulvi Dogan «Κάνεις μεγάλο λάθος, Ulvi». Ο Ulvi Dogan έφυγε από το στούντιο εξαγριωμένος και αυτό ήταν το τέλος της συνεργασίας για την ταινία.
Ο Μάνος Χατζιδάκις έμεινε στη Νέα Υόρκη ακόμα λίγες μέρες, μέχρι να ολοκληρώσει τις τελευταίες λεπτομέρειες μουσικά στο έργο του. Τον είδα τελευταία φορά στην τελική μείξη στην Atlantic Records. Ηταν όπως πάντα βαθιά προσηλωμένος σε κάθε φάση της μουσικής και γελούσε εύκολα, όσο συγκεντρωμένος και να ήταν. Παρ' ότι οι δρόμοι του Μάνου και του NYR & RE χώρισαν, ο Μάνος παρέμεινε φίλος με τον Michael Kamen, ο οποίος έπαιζε τα πλήκτρα στο συγκρότημα και κατόπιν καταξιώθηκε διεθνώς ως συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής. Ο Michael Kamen πάντα θεωρούσε τον Μάνο Χατζιδάκι μία από τις σημαντικότερες μουσικές του επιρροές.
Τι απέγινε με την ταινία «Dry Summer» δεν γνωρίζω... Πάντως ποτέ δεν παρουσίασε κάποια επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η μουσική της ταινίας γύρισε πίσω στα γραφεία της Atlantic Records σε μεγάλες μπομπίνες ηχογράφησης και παρέμειναν εκεί θαμμένες, καταδικασμένες σε αργό θάνατο.
Ο χρόνος πέρασε. Το δεύτερο άλμπουμ μας στην Atlantic κυκλοφόρησε, δεν πούλησε καλά και η εταιρεία έχασε το ενδιαφέρον της για εμάς. Κι εμείς, όμως, χάσαμε την εμπιστοσύνη μας στην εταιρεία, αισθανόμενοι ότι δεν μας προωθούσαν όσο μπορούσαν, οπότε αμοιβαία χωρίσαμε τους δρόμους μας. Το συμβόλαιό μας όμως με την εταιρεία όριζε ότι θα κυκλοφορούσαμε 3 δίσκους σε 3 χρόνια... και βρισκόμασταν στον τρίτο χρόνο. Οπότε ανέκυψε το ερώτημα του τρίτου δίσκου.
Τίνος ιδέα ήταν δεν θυμάμαι πλέον, κάποιος όμως πρότεινε να κυκλοφορήσουμε το soundtrack που ηχογραφήσαμε με τον Χατζιδάκι, ως δικό μας δίσκο... Εμείς ως συγκρότημα είχαμε πολύ μπερδεμένα αισθήματα ώστε να κάνουμε κάτι τέτοιο...
Από την άλλη πλευρά, ήταν μια απλή και κομψή απάντηση σε ένα δύσκολο πρόβλημα, όσον αφορά τις νομικές μας υποχρεώσεις. Ικανοποιούνταν και η επιθυμία μας να μεταβούμε στην Columbia Records, που ενδιαφερόταν για εμάς και ολοκληρωνόταν η συμφωνία μας με την Atlantic Records. Υπήρχε βέβαια το δίλημμα ότι η μουσική σε αυτόν το δίσκο ήταν τόσο μακριά από το ύφος που είχαμε ως γκρουπ αναπτύξει και με το οποίο είχαμε γίνει γνωστοί.
Εγώ ήμουν ανάμεσα σε εκείνους που έβρισκαν αποδεκτή την καινούρια αυτή ιδέα και η ψηφοφορία μάς οδήγησε να εκδώσουμε το «Reflections» ως τον τρίτο μας δίσκο, παρότι ποτέ δεν θεωρήθηκε δίσκος του New York Rock & Roll Ensemble.
Οι αντιδράσεις του κοινού μας με την κυκλοφορία του δίσκου αυτού υπήρξαν αντιφατικές. Πολλοί απογοητεύτηκαν. Δεν καταλάβαιναν αυτήν τη μουσική και τον λόγο που κυκλοφορήσαμε αυτόν το δίσκο. Υπήρχαν όμως άλλοι, πολλοί άλλοι, πολλοί νέοι άνθρωποι που τον αγάπησαν...
Εδώ θα ήθελα να αναφέρω ότι μία από τις μεγαλύτερες ειρωνείες στην εμπειρία μας, ως συγκρότημα, ήταν ότι δεν είχαμε ιδέα πόσο καλά πήγαινε το «Reflections» στην Ελλάδα, την Τουρκία, το Ισραήλ και πολλές ακόμα χώρες, παρ' ότι δεν είχαμε ποτέ την ευκαιρία να περιοδεύσουμε στην Ευρώπη. Είμαι πεπεισμένος ότι αν το είχαμε κάνει, η καριέρα μας θα είχε πάρει μια πολύ διαφορετική και πολύ θετικότερη κατεύθυνση από αυτήν που πήρε αργότερα.
Μέχρι σήμερα το «Reflections» και η συνεργασία μας με τον Μάνο Χατζιδάκι αποτέλεσε τη μεγαλύτερη επιτυχία μας. Τραγούδια του δίσκου συνεχίζουν να παίζονται σε όλον τον κόσμο. Το καλό ελληνικό συγκρότημα «Raining Pleasure» κυκλοφόρησε τη δική του εξαιρετική εκδοχή του «Reflections» πριν από μερικά χρόνια και είμαι σίγουρος ότι η μουσική θα παραμείνει ζωντανή και θα ερμηνεύεται στα ερχόμενα χρόνια.
Συνεχίζω να είμαι περήφανος και είναι τιμή μου που έχω υπάρξει ένα μέρος της μουσικής κληρονομιάς του Μάνου Χατζιδάκι. *
**Αυτό το κείμενο του Dorian Rudnytsky, μέλους του New York Rock & Roll Ensemble, γράφτηκε για την παράσταση Βραδιά με τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, της Φιόρης - Αναστασίας Μεταλληνού και των φίλων της.
Μετάφραση Φιόρη-Αναστασία Μεταλληνού




http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=282756
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...