Οι ταυρομαχίες στην Καταλωνία έχουν, ουσιαστικά, απαγορευτεί με νόμο εδώ και ένα χρόνο.
Ο πιο παραδοσιακός χώρος στη Βαρκελώνη, που κάποτε μαζευόταν το πλήθος για να δει τον ταυρομάχο να ζαλίζει τον ταύρο πριν τον σκοτώσει, το Las Arenas που είχε κτιστεί το 1900, εδώ και καιρό έχει γίνει, πλέον, εμπορικό κέντρο.Μπορεί οι Καταλανοί να θεωρούν πως ήταν πολύ βάρβαρο θέαμα και, κυρίως, πολύ «ισπανικό», ωστόσο αυτό που συνέβαινε στις ταυρομαχίες είναι το κοντινότερο σ’ αυτό που κάνει η Μπαρτσελόνα στους αντιπάλους της.
Κανένας ταύρος δεν μπορεί να επιζήσει όταν περιβάλλεται από τόσους {picadors}, που τον κουράζουν και του αφαιρούν ενέργεια πριν τον παραδώσουν στον matador για να τον αποτελειώσει.
Και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, που βγήκε αφηνιασμένη στην αρένα του Γουέμπλει το Σάββατο το βράδυ, πρεσάροντας ανηλεώς στο πρώτο τέταρτο για να αναγκάσει τους παίκτες του Γκουαρντιόλα να κάνουν λάθη, είδε τον αλάνθαστο Τσάβι των 42 συνεχόμενων σωστών πασών και τους υπόλοιπους γύρω του να την χτυπάνε ξανά και ξανά πριν έρθει ο Λιονέλ Μέσι για να την αποτελειώσει.
Και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, που βγήκε αφηνιασμένη στην αρένα του Γουέμπλει το Σάββατο το βράδυ, πρεσάροντας ανηλεώς στο πρώτο τέταρτο για να αναγκάσει τους παίκτες του Γκουαρντιόλα να κάνουν λάθη, είδε τον αλάνθαστο Τσάβι των 42 συνεχόμενων σωστών πασών και τους υπόλοιπους γύρω του να την χτυπάνε ξανά και ξανά πριν έρθει ο Λιονέλ Μέσι για να την αποτελειώσει.
Αυτή η Μπαρτσελόνα, που βλέπουμε μία τριετία τώρα να ανεβάζει όλο και ψηλότερα τον πήχη, πήρε το ρίσκο -το 2008- να ξαναχτίσει την ομάδα που δύο χρόνια νωρίτερα στο Παρίσι είχε πάρει το Τσάμπιονς Λιγκ και είχε τον Ροναλντίνιο σαν σούπερσταρ. Και αυτό έγινε με στόχο να φτιαχτεί κάτι καινούργιο γύρω από τον Μέσι, αλλά βοηθήθηκε και από την ευτυχή συγκυρία της κατάκτησης από την Ισπανία -ύστερα από 44 χρόνια- ενός τροπαίου. Αυτό απέβαλλε την ταμπέλα του «λούζερ» από τους παίκτες και, ξαφνικά, απογειώθηκε η αυτοπεποίθηση τους.
Το ποδόσφαιρο που παίζει η Μπάρτσα είναι ενστικτώδες, αλλά και άρτιο τεχνικά όσο και τακτικά. Και η συζήτηση που γίνεται εδώ και καιρό για το αν η Μπάρτσα αυτής της τριετίας είναι η κορυφαία όλων των εποχών, κορυφώνεται μετά και από την υψηλού επιπέδου παράσταση που μας χάρισε στο Λονδίνο. Υπάρχουν μερικοί που είναι κάθετοι στο ότι τέτοια ομάδα δεν είδαμε και θα περάσει καιρός για να ξαναδούμε. Ένας από αυτούς είναι ο παλιός αρχηγός της Λίβερπουλ στη δεκαετία του ’80 και από τους καλύτερους «πασαδόρους» της εποχής του, ο Γκρέιαμ Σούνες, ο οποίος αναλύοντας το ματς για τη τηλεόραση του SKY επεσήμανε το πόσο καταπληκτικά κάνει η Μπάρτσα το ξεδίπλωμα μόλις πάρει τη μπάλα, κάτι που φάνηκε στο πρώτο γκολ.
«Ο Τσάβι» είπε ο Σούνες, «θαρρείς πως έχει πανοραμική όραση σαν ρομπότ, επιλέγοντας σε χρόνο dt την πάσα του και το ότι το κάνει σε ρυθμούς εξουθενωτικούς με ποσοστό 95% είναι εξωπραγματικό». Για να συμπληρώσει πως είναι ό,τι καλύτερο είδαμε ποτέ, ακριβώς γιατί κάνουν αυτά που στο παρελθόν έκαναν μεγάλες ομάδες σαν τον Αγιαξ και τη Μίλαν, αλλά σε πολύ πιο γρήγορο ρυθμό.
«Ο Τσάβι» είπε ο Σούνες, «θαρρείς πως έχει πανοραμική όραση σαν ρομπότ, επιλέγοντας σε χρόνο dt την πάσα του και το ότι το κάνει σε ρυθμούς εξουθενωτικούς με ποσοστό 95% είναι εξωπραγματικό». Για να συμπληρώσει πως είναι ό,τι καλύτερο είδαμε ποτέ, ακριβώς γιατί κάνουν αυτά που στο παρελθόν έκαναν μεγάλες ομάδες σαν τον Αγιαξ και τη Μίλαν, αλλά σε πολύ πιο γρήγορο ρυθμό.
Ο Τζιανφράνκο Τζόλα υπογράμμισε πως οποιαδήποτε ομάδα μπορεί να κάνει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ να μοιάζει μέτρια, τότε είναι σπουδαία. Ο Αλαν Χάνσεν, που με την Λίβερπουλ κέρδισε τα πάντα στις εποχές της παντοδυναμίας της, έγραψε στην Daily Telegraph πως δεν έχει ξαναδεί ομάδα να κάνει αυτά που βγάζει η Μπάρτσα μέσα στις τέσσερις γραμμές.
Και ο Οσβάλντο Αρντίλες, που υπήρξε συμπαίκτης με τον Ντιέγκο Μαραντόνα, δεν δίστασε να πάει ακόμη πιο μακριά, τονίζοντας πως ο Λιονέλ Μέσι ήδη τον έχει ξεπεράσει!
Και ο Οσβάλντο Αρντίλες, που υπήρξε συμπαίκτης με τον Ντιέγκο Μαραντόνα, δεν δίστασε να πάει ακόμη πιο μακριά, τονίζοντας πως ο Λιονέλ Μέσι ήδη τον έχει ξεπεράσει!
Οι αντιρρήσεις φυσικά και υπάρχουν, ειδικά από κάποιους που βάζουν τον αριθμό των κυπέλλων ως μέτρο σύγκρισης, ωστόσο όπως παρατήρησε ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, η χαρακτηριστική διαφορά των αληθινά μεγάλων ομάδων από τις απλά πετυχημένες είναι η ικανότητα να επιστρέφουν μετά από μία αποτυχία και η Μπάρτσα το έκανε φέτος αυτό εμφατικά. Μετά τον περσινό αποκλεισμό από την Ιντερ, αλλά και ύστερα από την ήττα πριν ένα μήνα στο Κύπελλο Ισπανίας από τη Ρεάλ, είχε την ψυχραιμία να συνεχίσει με πίστη στις ιδέες της και να νικήσει με τον μοναδικό της τρόπο, παίζοντας καλή μπάλα.
Όποιος βλέπει τη Μπαρτσελόνα στο γήπεδο, εκεί που οι κάμερες της τηλεόρασης δεν μακιγιάρουν τις αδυναμίες, αντιλαμβάνονται πόσο σπουδαίοι παίκτες την αποτελούν. Πόσο καταπληκτικά μπορεί να μεταβάλλει τις διαστάσεις του γηπέδου, πρεσάροντας ανηλεώςκαι μικραίνοντας τον αγωνιστικό χώρο μόλις χάσει τη μπάλα και απλώνοντας το παιχνίδι μεγαλώνοντας το γήπεδο και αυξάνοντας τις επιλογές μόλις ανακτήσει κατοχή.
Το τρέξιμο που κάνουν ο Τσάβι και ο Ινιέστα, κλείνοντας χώρους, αλλά ακόμη και ο Μέσι που δεν σταματά να πιέζει όταν δεν έχει την μπάλα, διαφοροποιούν ποιοτικά αυτό το σύνολο. Και, επίσης, εκείνο που εφαρμόζει απόλυτα αυτή η ομάδα είναι η δυνατότητα να«ξεκουράζεσαι με την μπάλα στα πόδια» όπως εξηγούσε ο Αρίγκο Σάκι πριν δύο δεκαετίες. Δηλαδή, έχοντας την κατοχή καταφέρνει να παίρνει ανάσες υπαγορεύοντας τον ρυθμό στο ματς, και αυτό της δίνει τον απαραίτητο χρόνο να ανασυγκροτηθεί.
Το τρέξιμο που κάνουν ο Τσάβι και ο Ινιέστα, κλείνοντας χώρους, αλλά ακόμη και ο Μέσι που δεν σταματά να πιέζει όταν δεν έχει την μπάλα, διαφοροποιούν ποιοτικά αυτό το σύνολο. Και, επίσης, εκείνο που εφαρμόζει απόλυτα αυτή η ομάδα είναι η δυνατότητα να«ξεκουράζεσαι με την μπάλα στα πόδια» όπως εξηγούσε ο Αρίγκο Σάκι πριν δύο δεκαετίες. Δηλαδή, έχοντας την κατοχή καταφέρνει να παίρνει ανάσες υπαγορεύοντας τον ρυθμό στο ματς, και αυτό της δίνει τον απαραίτητο χρόνο να ανασυγκροτηθεί.
Ο Αγιαξ και η εθνική Ολλανδίας έφερε στο ποδόσφαιρο ένα άλλο τρόπο ανάπτυξης αφήνοντας τον κόσμο με ανοιχτό το στόμα στη δεκαετία του ’70. Επιτέλους , αυτό το βλέπουμε ξανά να εφαρμόζεται στη δεκαετία του 2010,, ωστόσο με μεγαλύτερη ταχύτητα! Και χωρίς να θέλω να μειώσω οποιονδήποτε άλλον από τους μεγάλους συλλόγους (Μπάγερν του Μπεκενμπάουερ και του Μίλερ, Λίβερπουλ του Κίγκαν και του Νταλγκλίς, Μπάγερν του Μπεκενμπάουερ, Ντιναμό Κιέβου του Λομπανόφσκι και του Μπλαχίν, Μίλαν του Σάκι και των Φαν Μπάστεν και Γκούλιτ, Γιουβέντους του Λίπι και του Ντελ Πιέρο, Ρεάλ του Ζιντάν και του Ραούλ, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ Αλεξ Φέργκιουσον και του Γκιγκς) που κέρδισαν τίτλους και που θαυμάσαμε αυτά τα σαράντα τελευταία χρόνια, από τότε που ο Μίχελς με τον Κρόιφ έφεραν την «πορτοκαλί επανάσταση» με το Τόταλ Φούτμπολ, αυτά εδώ τα διαολάκια με την μπλαουγκράνα στολή είναι οι αληθινοί διάδοχοι τους.Ναι, είναι άλλες εποχές και δεν μπορούμε να βάζουμε ταμπέλες σε αριστουργήματα, αλλά δεν είναι υπερβολικό να δεχτούμε πως σε μία σειρά τεράστιων ονομάτων και ομάδων, η Μπάρτσα του Γκουαρντιόλα έχει κάθε δικαίωμα να αναφέρεται ως πρώτη μεταξύ ίσων.
Και όταν ο Φέργκιουσον που ξέρουμε όλοι πόσο δυσκολεύεται να αποδεχτεί μία ήττα, βγάζει το καπέλο και χωρίς περιστροφές λέει πως αυτή η ομάδα είναι η καλύτερη που έχει αντιμετωπίσει ποτέ ως τεχνικός, κάθε άλλη κουβέντα πιθανώς περιττεύει!
Και όταν ο Φέργκιουσον που ξέρουμε όλοι πόσο δυσκολεύεται να αποδεχτεί μία ήττα, βγάζει το καπέλο και χωρίς περιστροφές λέει πως αυτή η ομάδα είναι η καλύτερη που έχει αντιμετωπίσει ποτέ ως τεχνικός, κάθε άλλη κουβέντα πιθανώς περιττεύει!
Και σε τελική ανάλυση , τι σημασία έχει; Γιατί πρέπει να μπαίνουν ταμπέλες στα αριστουργήματα; Ας απολαύσουμε αυτό το θέαμα, όσο είμαστε τυχεροί που το απολαμβάνουμε απλόχερα μπροστά μας.