ΣΙΝΕΜΑ
ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΓΙΑ ΣΚΟΤΩΜΑ
Εξαιρετικό δείγμα της προόδου που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια η χολιγουντιανή κωμωδία -υπό την επίδραση και της τηλεόρασης- το «Horrible Bosses» του Σεθ Γκόρντον προτάσσει το μαύρο χιούμορ, παίζει με τα τυπικά κλισέ της παρεξήγησης και δημιουργεί νέα ξεκαρδιστικά σχήματα.
Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν είναι κανένα αριστούργημα ούτε πρόκειται να δημιουργήσει κωμική σχολή. Το αντίθετο: βασίζεται στην σχολή των ακραίων καταστάσεων του Τζαντ Άπατόου («Παρθένος Ετών 40») και του «Hangover».
Το σεναριακό εύρημα είναι απλό και εύστοχο. Τρεις φίλοι αποφασίζουν να σκοτώσουν τα ανυπόφορα και καταπιεστικά αφεντικά τους: τον ψυχάκια Κέβιν Σπέισι, την νυμφομανή Τζένιφερ Άνιστον και τον σαδιστή (και αγνώριστο με το μουσάκι) Κόλιν Φάρελ. Προσλαμβάνουν λοιπόν ένα σύμβουλο εγκλημάτων (η μικρή εμφάνιση του Τζέιμι Φοξ κλέβει την παράσταση) σχεδιάζουν τους φόνους και τα κάνουν μούσκεμα.
Η μαύρη κωμωδία εξάλλου βασίζεται στην αντιστροφή της υπερβολής που έχει οργανώσει- το ζητούμενο δηλαδή δεν είναι η επιτυχία, αλλά η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποδόμηση του αρχικού σχεδίου.
Η απλή αλλά καλοσχεδιασμένη δομή και οι συνεχείς κωμικές και φραστικές εκπλήξεις εγγυώνται ένα πρώτο επίπεδο απόλαυσης, ενώ ικανοποιητικοί είναι οι βασικοί πρωταγωνιστές Τζέισον Μπέιτμαν, Τζέισον Σουντέικις και Τσάρλι Ντέι.
ΟΙ ΟΜΠΡΕΛΕΣ ΤΟΥ ΧΕΡΒΟΥΡΓΟΥ
Πανέμορφη και πολύχρωμη, στυλάτη, παραμυθένια και συγκινητική η κλασική αυτή ταινία του Ζακ Ντεμί κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ Καννών (1964), προτάθηκε για πέντε Όσκαρ κι έμεινε στην ιστορία για την υπέροχη μουσική του Μισέλ Λεγκράν, αφού στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια μοντέρνα κινηματογραφική όπερα.
21 ετών τότε η Κατρίν Ντενέβ ερμηνεύει τον πρώτο μεγάλο ρόλο της καριέρας της: εγκλωβισμένη στο κατάστημα ομπρελών της μητέρας της στο Χερβούργο και ερωτευμένη με ένα νεαρό μηχανικό αυτοκινήτων, σχηματοποιεί την θλίψη του ανεκπλήρωτου έρωτα και γίνεται κι η ίδια σχήμα και όχημα για μια ολόκληρη γενιά ανεκπλήρωτων ερώτων.
Κινούμενος παράλληλα με τις χολιγουντιανές μουσικοχορευτικές ταινίες, ο Ντεμί επεξεργάζεται το μοντέλο του μουσικού μελοδράματος με τρόπο ευρωπαϊκό και αναδεικνύει την παρτιτούρα του Λεγκράν σε αληθινό πρωταγωνιστή της ταινίας του.
ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ
Ο ΧΑΡΙ ΠΟΤΕΡ ΚΑΙ ΟΙ ΚΛΗΡΟΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ: ΜΕΡΟΣ 2Ο
Να απαγορευτούν, θα έπρεπε, όλα τα κείμενα για τον Χάρι Πότερ από εδώ και στο εξής, καθώς και το ελάχιστο γίνεται πια αβάστακτο μέσα στην τεχνολογική υπερβολή των μαγικών εφέ και όλων των κουραστικών σημείων.
Κι αφού μόνο η αριθμοί έχουν πια ενδιαφέρον (πόσα εισιτήρια, πόσα ραβδιά, πόσα σκυλιά, πόσα βιβλία, πόσα εκατομμύρια) εγκαταλείπω κι εγώ τα λόγια έκθαμβος δηλώνοντας ότι αυτού του είδους το σινεμά ποτέ μου δεν το λάτρεψα.
Πώς λοιπόν ένα μικρό ραβδί κουφοξιλιάς γίνεται, στα χέρια του κακού Βόλντεμορτ, όπλο τρομερό για την καταστροφή του Χόγκουαρτς; Απάντηση θα πάρουν όσοι αντέχουν σε 164 αίθουσες σε όλη την Ελλάδα.
SOCIALISM
Την ώρα όμως που ο Χάρι Πότερ έχει απλωθεί παντού, σε αίθουσες και δρόμους, σε οθόνες δίκτυα και διαδίκτυα ο ογδοντάχρονος Ζαν Λυκ Γκοντάρ υπερασπίζεται την διαλεκτική μιας επαναστατικής ποιητικής που ξεκινάει από την Γαλλική Επανάσταση, βαπτίζεται στον ιδιότυπο- σχεδόν ιδιωτικό του- μαρξισμό και φτάνει, με οδηγό το χιούμορ, ως τις παρυφές της φιλοσοφίας του Αλάν Μπαντιού.
Ο Γκοντάρ βγάζει τη γλώσσα στην ακαδημαϊκή αφήγηση γιατί αρνείται τις «ακαδημαϊκές οικονομικές σχέσεις» (αυτές που μας ρίχνουν τώρα στον γκρεμό), κινηματογραφεί το ασήμαντο γιατί βαριέται τα περισπούδαστα σημαντικά της χυδαίας πολιτικής, καταργεί τα σύνορα της σκέψης γιατί αυτά ακριβώς γίνονται τώρα η φυλακή μας.
Πάνω σε ένα κρουαζιερόπλοιο που διασχίσει τη Μεσόγειο (Αίγυπτος, Παλαιστίνη, Νάπολη, Βαρκελώνη, Ελλάδα, Οδησσός) ο Γκοντάρ παραδοξολογεί, φιλοσοφεί και κρίνει τα πάντα: το ίδιο σινεμά και τις ιδέες που το γέννησαν και- κατά τον ίδιο- το οδηγούν στο θάνατο, τις πράξεις τις πολιτικές των ημερών μας, την οικονομική κρίση, την γαλλική επανάσταση, τον μαρξισμό.
Εικόνες άναρχες- ή μάλλον υποταγμένες σε μια αναρχική ελευθερία- μεσότιτλοι που σπάνε την αφήγηση, ήχοι παράξενοι που πάνε κόντρα στην καθωσπρέπει αρμονία. Μια έκρηξη κινηματογραφικής και πολιτικής ποίησης με απρόσμενα κερασάκια την Ελλάδα, την Πάτι Σμιθ και τον ενοχλητικό φιλόσοφο Αλάν Μπαντιού.
Το κεφάλι του βιαστικού και απαίδευτου θεατή πονάει. Αυτό είναι αλήθεια. Δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει. Όμως αυτό δεν γίνεται και με τα βιβλία φιλοσοφίας;
Η ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ
«Εγώ είμαι ακόμη μεγάλη! Οι ταινίες είναι αυτές που μίκρυναν» λέει η Γκλόρια Σουάνσον στο «Sunset Boulevard» του Μπίλι Γουάιλντερ, μια από τις καλύτερες ταινίες του κλασικού Χόλιγουντ.
Ερμηνεύοντας μια ξεπεσμένη ντίβα του βωβού σινεμά, η Σουάνσον κουβαλάει πάνω της τον θάνατο ενός κόσμου μεγάλων ιδεών και μεγάλων κινηματογραφικών μεγεθών.
Στην πραγματικότητα «Η Λεωφόρος της Δύσης» είναι το χρονικό των κινηματογραφικών ψευδαισθήσεων και ο πρωταγωνιστής της ο Γουίλιαμ Χόλντεν (ένας νεαρός φιλόδοξος σεναριογράφος που, στην πρώτη σκηνή της ταινίας βρίσκεται νεκρός στην πισίνα του σπιτιού της Σουάνσον) απλώς τις ζει με τον χειρότερο τρόπο.
Με τις εξαίσιες εικόνες του, επτά φορές υποψήφιου για Όσκαρ, διευθυντή φωτογραφίας Τζον Σέιτζ, την βραβευμένη μουσική του Φραντζ Γουάξμαν και την απόκοσμη φιγούρα του Έριχ φο Στροχάιμ, η ταινία διατηρεί αυτούσιο όλο το μαγνητισμό του 1950 και λάμπει σε κάθε γωνιά του κάδρου της.
ΤΟ ΜΩΡΟ ΤΗΣ ΡΟΣΜΑΡΙ
Είναι αναμφίβολα μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών- ανατριχιαστική μελέτη των ορίων του ανθρώπινου φόβου κι εξαίσιο σχόλιο για την ασταθή εποχή που τη γέννησε.
Κυριαρχημένος από τις εμμονές του εγκλεισμού («Αποστροφή», «Ένοικος») ο Ρομάν Πολάνσκι προφανώς ανασύρει και δικές του αναμνήσεις από το γκέτο της Κρακοβίας για να σχηματοποιήσει τον φόβο του ανθρώπου που βρίσκεται σε διαρκή πολιορκία: στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας η έγκυος Μία Φάροου φοβάται τους πάντες και τα πάντα.
Σε ποιόν ανήκει το παιδί που έχει στην κοιλιά της και ποιος το επιβουλεύεται; Τι ρόλο παίζει ο άνδρας της (καταπληκτικός ο Τζον Κασαβέτης) και γιατί είναι τόσο παράξενοι όλοι οι υπόλοιποι ένοικοι της πολυκατοικίας τους;
Χωρίς σκηνές άμεσου τρόμου, χωρίς τέρατα και ειδικά εφέ (πόσο άχρηστα είναι τελικά όλα αυτά!) ο Πολάνσκι εστιάζει στις λεπτομέρειες και αναδεικνύει την ουσία του ασήμαντου.
Το προφανές δεν τον ενδιαφέρει, το εύκολο το αποστρέφεται και το ορατό το έχει από την αρχή απορρίψει στοχεύοντας και κερδίζοντας την ατμόσφαιρα της γνήσιας κινηματογραφικής φαντασίας.
Όσο για την ασφυξία του απαισιόδοξου και ανοιχτού φινάλε, σήμερα μοιάζει ιδιαίτερα προφητική (λίγους μήνες αργότερα, η εκλογή του Νίξον έβαλε τέλος στη εποχή της «αμερικανικής αθωότητας») και ορίζει μια ολόκληρη καινούργια εποχή στο σινεμά του τρόμου.
ΣΟΥΠΕΡ 8
Πέντε Αμερικανοί έφηβοι γυρίζουν το ερασιτεχνικό τους φιλμάκι με κάμερα σούπερ 8 και καταγράφουν άθελά τους ένα τρομερό σιδηροδρομικό ατύχημα. Πάνω στο φιλμ των 8 χιλιοστών αποτυπώνεται το μυστικό που κρυβόταν σε κάποιο από τα βαγόνια του εν λόγω τρένου. Απλό μυστικό; Για την ακρίβεια κάτι βγαίνει από αυτό το βαγόνι και προκαλεί δεκάδες προβλήματα στην ήσυχη αμερικανική κωμόπολη.
Μια χαρά ταινιούλα για θερινό σινεμά. Πράγμα που σημαίνει: περνάς τέλεια μαζί της και την ξεχνάς, ακόμη πιο τέλεια, μόλις τελειώσει. Διότι όλες οι «μέινστριμ καλοκαιρινές ταινίες», δεν στηρίζονται παρά στην ταχύτητα της απόλαυσης και της λήθης.
Το βασικό ατού του «Σούπερ 8» πάντως είναι η νοσταλγία των επιτυχημένων συνταγών των «Γκούνις», των «Σαγονιών του καρχαρία», του «Ε.Τ.» και άλλων εφηβικών ταινιών τρόμου και φαντασίας των δεκαετιών 70 και 80.
Σε μια εποχή που οι αντιγραφές συνταγών του παρελθόντος κουράζουν μέχρι αηδίας ο πανέξυπνος Τζέι Τζέι Αμπραμς (των τηλεοπτικών «Lost», «Felicity», «Alias» και του τελευταίου κινηματογραφικού «Star Trek») ενσωμάτωσε αυτή την αντιγραφή στην υπόθεση και το στυλ της δικής του ταινίας.
Αντί δηλαδή να σφυρίζει αδιάφορα την ώρα που κοπιάρει το Σπίλμπεργκ, τον βάζει παραγωγό και από κοινού φτιάχνουν μια ταινία που δείχνει ξεκάθαρα τις πηγές της.
HANGOVER 2
Ταινία φαινόμενο το «Hangover», ζωντάνεψε πριν από δύο χρόνια την πεθαμένη κατηγορία «των μπάτσελορ πάρτυ» μπολιάζοντας την εφηβική καφρίλα στο σώμα της μέινστριμ σοβαρότητας.
Αποτέλεσμα: έγινε μια από τις πιο εμπορικές παραγωγές των τελευταίων χρόνων.
Όπως ήταν βεβαίως φυσικό ήρθε και η συνέχειά του, ή μάλλον η επανάληψή του. Θέλω να πω ότι ο σκηνοθέτης Τοντ Φίλιπς, προτίμησε να εκθέσει το πρόβλημα των εμπορικών σίκουελ, αντιγράφοντας με λεπτομέρεια την προηγούμενη ταινία του και κλείνοντας το μάτι στο κοινό. Διότι κακά τα ψέματα: όσο φταίνε οι μεγάλοι παραγωγοί για τις βαρετές συνέχειες των επιτυχιών τους, άλλον τόσο φταίει και το κοινό που συρρέει φανατικά για να τις δει και να τις ξαναδεί.
«Επανάληψη λοιπόν θέλετε» μοιάζει να λέει ο Φίλιπς «ιδού η απόλυτη επανάληψη».
Με βασικό μοτέρ τον ελληνικής καταγωγής Ζακ Γαλυφιανάκη ο οποίος εξελίσσεται στον καλύτερο κωμικό των ημερών μας, ο Φίλιπς ξαναχτίζει το «Hangover» με τα ίδια υλικά και το ίδιο ακριβώς σχέδιο. Οι αλλαγές είναι ελάχιστες, το μπάτσελορ πάρτυ παραμένει στο κέντρο της αφήγησης, όπως βεβαίως παραμένει και το απρόσμενο ξύπνημα και η αμνησία για τα όσα έγιναν το προηγούμενο βράδυ.
Αντί για το Λας Βέγκας όμως οι τρεις φίλοι πάνε στην Μπανκόνγκ, αντί για μωρό βρίσκουν στο δωμάτιό τους ένα πίθηκο ενώ ο Στου (Εντ Χέλμς) αντί για σπασμένο δόντι ανακαλύπτει ότι το προηγούμενο βράδυ έκανε ένα τατουάζ στο πρόσωπό του.
Να σας πω την αλήθεια προτιμώ την αληθινή και απροκάλυπτη αντιγραφή, από την δήθεν επεξεργασία νέων στοιχείων.
Γι αυτό και το αποτέλεσμα είναι και πάλι τόσο επιτυχημένο. Τεράστια εμπορική επιτυχία, καθαρή διασκέδαση και πολύ γέλιο. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από μια καλοκαιρινή κωμωδία;
ΝΑΜΠΟΥΚΟ του Τζουζέπε Βέρντι
Από την Εθνική Λυρική σκηνή. Σκηνοθεσία Βασίλης Νικολαϊδης, μουσική διεύθυνση Ηλίας Βουδούρης, σκηνικά κοστούμια Γιάννης Μετζικώφ, φωτισμοί Ελευθερία Ντεκώ. Στον επώνυμο ρόλο ο Δημήτρης Πλατανιάς (26 και 28/7) και ο Αλεξάντρου Αγκάκε (27 και 29/7)
Ο Ναμπούκο του τίτλου δεν είναι άλλος από τον Ναβουχοδονόσορα, τον πανίσχυρο βασιλιά της Βαβυλώνας, ο οποίος –σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη- νίκησε τους Εβραίους και τους έσυρε στην αιχμαλωσία.
Ο Βέρντι ωστόσο βγήκε από το βιβλικό πλαίσιο και έδωσε ένα σαφές πολιτικό μήνυμα, μιλώντας για την εξορία, την εξουσία και τον σφετερισμό της και τοποθετώντας στον πυρήνα της αλληγορικής αφήγησης την πατρίδα του. Ο «Ναμπούκο» εξάλλου παρουσιάστηκε το 1842, όταν η Ιταλία σπαρασσόταν από πολέμους και εμφύλιες διαμάχες και ο συνθέτης συμμετείχε ενεργά στις προσπάθειες για την ένωση της.
Έτσι, εμπνευσμένη από το ιστορικό παρελθόν, η όπερα αυτή άφηνε το κοινό της εποχής να κάνει τους δικούς του συνειρμούς με την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα.
Τον τελευταίο καιρό νεότεροι μελετητές αμφισβητούν το ότι ο «Ναμπούκο» χτίστηκε πάνω σε αυτές τις αλληγορίες, αλλά εγώ προτιμώ να το πιστεύω ακόμα και να απολαμβάνω τις άριες –και κυρίως τα αριστουργηματικά χορωδιακά- υπό αυτό το πρίσμα.
Και μόνο το va, pensiero πάντως (πέτα σκέψη) να ακούσει κανείς καταλαβαίνει εύκολα ότι ο Βέρντι για την πατρίδα του μιλούσε- αυτή την «τόσο όμορφη και χαμένη» (si bella e perduta).
Κι όσοι ακόμη και σήμερα αισθάνονται το ίδιο για τις δικές τους πατρίδες, ας αφεθούν στις προβολές και τις ταυτίσεις της υπέροχης αυτής όπερας κι ας αφήσουν τους «νεότερους μελετητές» να λένε ότι θέλουν.
26, 27, 28 και 29 ΙΟΥΛΙΟΥ. ΗΡΩΔΕΙΟ. Προπώληση Θέατρο Ολύμπια, Σκαδημίας 59-61, τηλ.: 210.3662100
ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ Η ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ
Έναν νέο μουσικό φεστιβάλ, με τίτλο «Μεσόγειος η Γειτονιά μας», εμφανίστηκε ξαφνικά στην «Τεχνόπολη» του δήμου Αθηναίων με τη συμμετοχή σημαντικών δημιουργών από την Ελλάδα και άλλες χώρες της Μεσογείου,
Μουσικό ταξίδι το ονομάζουν οι διοργανωτές (την καλλιτεχνική επιμέλεια υπογράφει ο Θέμης Ροδαμίτης) κι έχει στόχο να επεκτείνει τις δράσεις του και σε άλλες μορφές τέχνης, προκειμένου να καταστεί πρωτοπόρος θεσμός με την Αθήνα στο επίκεντρο.
Στις τρεις μέρες που θα διαρκέσει (26- 28/7) θα εμφανιστούν η Ελένη και η Σουζάνα Βουγιουκλή για να ερμηνεύσουν τραγούδια σε πολλές γλώσσες και διαλέκτους, το συγκρότημα Encardia και η Anna Sinzia Villani από τη Σικελία, ο γνωστός Πορτογάλος Fadista Andre Maia, καθώς και οι σπουδαίοι μουσικοί Adel Salameh από την Παλαιστίνη, ο Γάλλος τσελίστας Didier Petit, ο Δημήτρης Βαρελόπουλος στο λαούτο και ο Γερμανός Michael Metzler στα κρουστά. Η μοναδική φωνή του Ισπανού Alfredo Tejada και η δυναμική κιθάρα του συμπατριώτη του Alejandro Chacon, μαζί με τον εντυπωσιακό χορό της Ελένης Γιαννοπούλου θα ξεναγήσουν το κοινό στον κόσμο του flamenco.
Το φεστιβάλ θα ολοκληρωθεί με την εμφάνιση της Σαβίνας Γιαννάτου, των Primavera en Salonico, και των νέων ερμηνευτριών Μάρθας Μαυροειδή και Fide Koksal από τη Σμύρνη.
Τρίτη 26, Τετάρτη 27 και Πέμπτη 28 Ιουλίου. ΤΕΧΝΟΠΟΛΙΣ Δήμου Αθηναίων- Γκάζι.