Το λουκέτο που μπήκε χθες στη βρετανική εφημερίδα «News of The World»,αποτελεί χωρίς αμφιβολία την πιο μαεστρική κίνηση του μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης ιδιοκτήτη της,Ρούπερτ Μέρντοχ, προκειμένου να περισώσει την θέση του ως…
μέλους του υπουργικού συμβουλίου της Βρετανίας.
Το σκάνδαλο των υποκλοπών τηλεφωνικών επικοινωνιών διαφόρων προσωπικοτήτων, που αποκαλύφθηκε το 2009 αλλά οι επικεφαλής της εφημερίδας το ομολόγησαν μόλις τον περασμένο Απρίλιο, είναι χωρίς αμφιβολία μεγάλο, αλλά όχι και το μεγαλύτερο.
Τόσο στη Βρετανία, όσο και στις ΗΠΑ και σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ο Τύπος έχει λάβει και συνεχίζει να λαμβάνει επίμονα μέρος στην διακυβέρνηση, μέσα σε ένα αυτοτροφοδοτούμενο σύστημα διαπλοκής, δια του οποίου εξυπηρετούνται επιχειρηματικά και πολιτικά συμφέροντα.
Πάνω στην προπαγάνδα των ναυαρχίδων του δυτικού Τύπου στηρίχτηκαν και στηρίζονται μπίζνες, πόλεμοι, εξοπλιστικά προγράμματα και προβολή επιχειρηματικών κολοσσών.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αυτές οι «ναυαρχίδες» έχουν παραδεχθεί τα λάθη τους – όπως στην περίπτωση του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, όταν αναγκάστηκαν να ομολογήσουν πως δεν επρόκειτο για γενοκτονία – αλλά παρ’ όλα αυτά, δεν έκλεισε καμία.
Επομένως, μπορεί ο Μέρντοχ να δήλωσε πως η αναστολή έκδοσης της εφημερίδας αποτελεί «συλλογική απόφαση», δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι πρόκειται για αποκλειστικά δική του πρωτοβουλία, προκειμένου να συνεχίσει να παρεμβαίνει στην πολιτική ζωή της Βρετανίας και των ΗΠΑ, ως ιδιοκτήτης των Times του Λονδίνου και της αμερικανικής Wall Street Journal, ενώ προσπαθεί να αναπτυχθεί και στον τηλεοπτικό τομέα επιρροής.
Στη Βρετανία, όμως, σε όλα τα μέσα ενημέρωσης λειτουργούν – έστω και υπό το ασφυκτικό καθεστώς της εκεί διαπλοκής – οι ανεξάρτητες επιτροπές δεοντολογίας, που ελέγχουν ό,τι γράφεται και ό,τι μεταδίδεται. (Υπάρχει και στην Ελλάδα η υποχρέωση λειτουργίας τέτοιων επιτροπών, στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, αλλά, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, λειτουργούν αλά… ελληνικά)!
Τον Νοέμβριο του 2007, καταθέτοντας σε εξεταστική επιτροπή της βρετανικής Βουλής, ο Μέρντοχ είχε παραδεχθεί πως ασκεί στενό έλεγχο στις επιχειρήσεις ενημέρωσης που διαθέτει.
Δεν τα καταφέρνει, είπε, στις μέσα ενημέρωσης κύρους της αυτοκρατορίας του, όπως οι Times, οι Sunday Times και το Sky News, επειδή δεν του αφήνουν περιθώρια οι ανεξάρτητες επιτροπές δεοντολογίας, που ελέγχουν ακόμη και την αξιοπιστία των αρθρογράφων.
Παραδέχθηκε, όμως, ότι στις λεγόμενες λαϊκές εφημερίδες του κάνει ό,τι θέλει, αποφασίζει ακόμη και ποιο κόμμα θα υποστηριχθεί στις εκλογές ή ποια γραμμή θα ακολουθηθεί έναντι της Ευρώπης.
Αυτό σημαίνει ότι ο «πλανητάρχης» των μέσων ενημέρωσης, ιδιοκτήτης και του αμερικανικού καναλιού Φοξ – στο οποίο ο Πρόεδρος Ομπάμα αρνείται να δώσει συνέντευξη, υποστηρίζοντας πως είναι όργανο προπαγάνδας των Ρεπουμπλικάνων – αλλά και της βρετανικής σκανδαλοθηρικής εφημερίδα «Sun», λαμβάνει μέρος στην διακυβέρνηση των χωρών όπου απλώνεται η αυτοκρατορία του.
Σε ανοιχτή γραμμή με τον Μπλερ
Η κατάθεσή του σε εξεταστική επιτροπή της βρετανικής Βουλής είχε έλθει ως αποτέλεσμα της αποκάλυψης ότι είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά έξι φορές με τον πρώην πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ, μέσα σε είκοσι μήνες πριν από την έναρξη του πολέμου στο Ιράκ.
Κάθε φορά, οι εφημερίδες «Sun» και «Times» ενορχήστρωναν την προπαγάνδα υπέρ του πολέμου και δημοσίευαν καυστικά σχόλια κατά του Γάλλου Προέδρου Σιράκ, που διαφωνούσε με τον πόλεμο.
Η αποκάλυψη των τηλεφωνικών επικοινωνιών είχε γίνει από την ίδια την βρετανική κυβέρνηση, χάρη στην επιμονή του Λόρδου Εϊβμπουρι, μέλους της Βουλής των Λόρδων από το κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, που επικαλούμενος την Πράξη για την Ελευθερία της Ενημέρωσης υπέβαλλε ερωτήσεις επί τέσσερα χρόνια, έως ότου υποχρέωσε την κυβέρνηση να του δώσει τα στοιχεία που αποδείκνυαν πως κυβέρνηση και Μέρντοχ βρίσκονταν σε αγαστή συνεργασία με σκοπό την παραπληροφόρηση της βρετανικής κοινής γνώμης, προκειμένου να συναινέσει για τον πόλεμο.
Το γεγονός είχε τότε επιβεβαιωθεί και από τον «γκρίζο καρδινάλιο της κυβερνητικής προπαγάνδας», τον επικεφαλής επικοινωνίας του αριθμού 10 της Ντάουνινγκ Στρητ και στενού συνεργάτη του Μπλερ, Άλαστερ Κάμπελ.
Ο «spin doctor» του Μπλερ, επιβεβαίωσε με το βιβλίο του «Τα χρόνια του Μπλερ», τη στενή συνεργασία που είχαν οι δύο άνδρες. Τέτοια, που δικαιολογούσε απόλυτα τον τίτλο του «24ου μέλους της κυβέρνησης» που είχε αποδοθεί στον Μέρντοχ. Όπως ομολόγησε – αν και σε πολλές περιπτώσεις κατηγορήθηκε για επιλεκτική μνήμη – οι δύο άνδρες συνομιλούσαν όποτε η κυβέρνηση δεχόταν κάποια πίεση.
Τον Ιούλιο του 2009, η εφημερίδα Guardian κατήγγειλε ότι το εκδοτικό συγκρότημα του Μέρντοχ, με αιχμή του δόρατος τις εφημερίδες Sun και News of The World (κυριακάτικη έκδοση της Sun, γεγονός που δημιουργεί την βεβαιότητα ότι θα εκδοθεί κυριακάτικο φύλλο της Sun), έβαζε κοριούς σε διασημότητες.
Οι δημοσιογράφοι της, με επικεφαλής την διευθύντρια και προσωπική φίλη του σημερινού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον Ρεμπέκα Μπρουκς, είχαν προσλάβει ιδιωτικούς ντετέκτιβ, προκειμένου να υποκλέψουν τηλεφωνικές συνδιαλέξεις πολιτικών και άλλων δημοσιοτήτων.
Η Σκότλαντ Γιαρντ ξεκίνησε τις έρευνες, το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε και ο Μέρντοχ έκλεισε το κυριακάτικο φύλλο του, διασώζοντας όμως τη Sun και την παρουσία του στη Βρετανία.
Όπως ακριβώς κατόρθωσε να διασώσει τη θέση του στις ΗΠΑ, κάνοντας, τον Μάιο του 2006, μια θεαματική στροφή υπέρ της Χίλαρι Κλίντον.
Το 2000, όταν η Χίλαρι έθεσε υποψηφιότητα για το αξίωμα του γερουσιαστή της Νέας Υόρκης, ο όμιλος Μέρντοχ της είχε επιτεθεί με τέτοια σφοδρότητα, ώστε οι επιτελείς της έλεγαν πως έπρεπε να φέρουν σε πέρας δύο εκστρατείες – μία κατά του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου και μία κατά των μέσων ενημέρωσης του Μέρντοχ.
Παρ’ όλα αυτά, ο Μέρντοχ, το 2006, οργάνωσε τεράστια εκδήλωση για την Χίλαρι, με σκοπό την συγκέντρωση χρημάτων για την εκστρατεία της.
Οι σχέσεις του Μέρντοχ και των ομοίων του με τους προπαγανδιστές των κυβερνήσεων υπήρξαν πάντοτε στενές.
Προπαγανδιστές με προσόντα
Και με βάση αυτή τους την ικανότητα προσλαμβάνονται οι προπαγανδιστές των κυβερνήσεων.
Το 2006, ο Μπους είχε προσλάβει τον δημοσιογράφο Τόνι Σνόου. «Η δουλειά μου είναι να παίρνω αποφάσεις και η δουλειά του είναι να εξηγεί αυτές τις αποφάσεις στο σώμα των δημοσιογράφων και στον αμερικανικό λαό», είχε πει.
Είχαν τότε αποκαλυφθεί και μυστικές συναντήσεις του Μπους με εκδότες και διευθυντές για να αποτρέψει αποκάλυψη θεμάτων υψίστης εθνικής ασφαλείας, όπως οι απαγωγές υπόπτων από την CIA, κάτι που τελικά αποκαλύφθηκε από την Ουάσιγκτον Ποστ.
Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι φορές που οι διάφοροι «άρχοντες του σκότους» έχουν έλθει σε σύγκρουση με τους «πραγματικούς δημοσιογράφους».
Ο Άλαστερ Κάμπελ είχε συγκρουστεί με τους επικεφαλής και τους δημοσιογράφους του Μπι-Μπι-Σι, εξαιτίας του μαχητικού δημοσιογράφου αμυντικών θεμάτων Άντριου Γκίλιγκαν, που είχε μεταφέρει την ανησυχία των αξιωματούχων των μυστικών υπηρεσιών, σχετικώς με τις προσπάθειες του πρωθυπουργικού διευθυντή επικοινωνίας Αλαστερ Κάμπελ για παραποίηση και προσθήκη μη διασταυρωμένων στοιχείων και εγγράφων στους φακέλους που τελικώς χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογηθεί ο πόλεμος κατά του Ιράκ.
Ο Κάμπελ, πρώην δημοσιογράφος διαφόρων βρετανικών ταμπλόιντς, είχε καλέσει το Μπι-Μπι-Σι να ζητήσει δημοσίως συγγνώμη εντός ορισμένης προθεσμίας, αλλά το αίτημά του απορρίφθηκε από τον τότε διευθυντή ειδήσεων Ρίτσαρντ Σάμπρουκ, με μια επιστολή 3.500 λέξεων.
«Πρόθεσή μας», του έγραφε, «ήταν να παρουσιάσουμε μια αντικειμενική εικόνα της κατάστασης. Και εσείς δεν είσθε ο κατάλληλος για να κρίνετε τι είναι αντικειμενικό. Ειλικρινά, δε νομίζω ότι το Μπι-Μπι-Σι χρειάζεται μαθήματα για τον τρόπο χρησιμοποίησης των πηγών του από μια ομάδα επικοινωνιολόγων που πλαστογράφησαν και δημοσιοποίησαν κείμενο ηλικίας δώδεκα χρόνων»!
Ο αγώνας αποδείχθηκε άνισος. Με αφορμή την κάλυψη τους μυστηριώδους θανάτου του επιστήμονα Κέλι, που επέμενε ότι το Ιράκ δεν διέθετε πυρηνικά όπλα, αποκαλύφθηκε ότι Μπλερ και Μέρντοχ είχαν συνασπιστεί κατά του Μπι-Μπι-Σι.
Μάλιστα, ο Μέρντοχ είχε αποκαλύψει πως ο Μπλερ του είχε πει: «Το χαιρέκακο το Μπι-Μπι-Σι είναι γεμάτο μίσος για τις ΗΠΑ».
Ουσιαστικά, ο Μπλερ θυσίασε την αξιοπιστία του Μπι-Μπι-Σι, προκειμένου να εξασφαλίσει την στήριξη του Μέρντοχ, που έδινε μάχη κατά της κρατικής ραδιοτηλεόρασης και του μεριδίου που κατείχε στην αγορά.
Δύο κορυφαία στελέχη του οργανισμού παραιτήθηκαν το 2005, την ώρα που στις δημοσκοπήσεις ο κόσμος απαντούσε ότι εμπιστεύεται περισσότερο το Μπι-Μπι-Σι από την κυβέρνηση!
Εκείνη την περίοδο, δημοσιογράφοι του σταθμού παραδέχθηκαν ότι μετά την υπόθεση Κέλι, οι περισσότεροι αναγκάστηκαν να… παρακολουθήσουν σεμινάρια για το πώς να κρατούν σημειώσεις.
Επειδή ασκήθηκε μια αόρατη πίεση για την απλή καταγραφή των ειδήσεων, χωρίς σε βάθος ανάλυση ή προσπάθεια να βλέπουν τι κρύβεται πίσω από κάθε τι που αποκαλύπτει μια πηγή, ώστε να μην έλθουν σε αντιπαράθεση με τη Ντάουνινγκ Στρητ!
Συνάντηση στη Σαντορίνη
Πάντως, στη Βρετανία οι κυβερνήσεις αλλάζουν, αλλά ο Μέρντοχ είναι παντοτινός. Και μάλιστα, ο μεγιστάνας των μίντια φροντίζει εγκαίρως τις σχέσεις του με την εξουσία.
Τον Οκτώβριο του 2008 αποκαλύφθηκε ότι ο Ντέιβιντ Κάμερον, επικεφαλής τότε της αντιπολίτευσης, είχε το προηγούμενο καλοκαίρι πετάξει με όλη του την οικογένεια με το ιδιωτικό τζετ του γαμπρού του Μέρντοχ, Μάθιου Φρόιντ, από την Κωνσταντινούπολη στη Σαντορίνη, όπου είχε αράξει η θαλαμηγός του Ρούπερτ.
Έμειναν στη θαλαμηγό για λίγες ώρες και μετά επέστρεψαν με τον ίδιο τρόπο στην Τουρκία για να συνεχίσουν τις διακοπές τους.
Εκπρόσωπος του Κάμερον είχε τότε πει ότι η επίσκεψή του στη Σαντορίνη ήταν «κοινωνική» και ότι «δεν υπάρχει τίποτε το ασυνήθιστο» στη συνάντηση ενός πολιτικού με τον Μέρντοχ.
Ο Μέρντοχ στη συνέχεια ταξίδεψε με τη θαλαμηγό του στην Κέρκυρα, όπου γιόρτασε τα τεσσαρακοστά γενέθλια της κόρης του, Ελίζαμπεθ, παρουσία της άλλης σκοτεινής φυσιογνωμίας της Βρετανίας, του λόρδου Πήτερ Μάντελσον και του Ρώσου μεγιστάνα Όλεγκ Ντεριπάσκα, τους πρωταγωνιστές δηλαδή του άλλου σκανδάλου που αφορά Βρετανούς πολιτικούς και τις διακοπές τους σε ελληνικά νησιά.
Εκείνη την περίοδο, ο Μάντελσον, γνωστός και ως «πρίγκιπας του σκότους» και «καρκίνος της πολιτικής ζωής», είχε επιστρέψει στην κυβέρνηση του Εργατικού Γκόρντον Μπράουν ο οποίος του είχε αναθέσει την… μυστική αποστολή του κατευνασμού των εσωκομματικών ανταρσιών.
Πρώην υπεύθυνος επικοινωνίας του Τόνι Μπλερ, συνήθιζε να λέει «σκότωσε τους εχθρούς σου με το βαμβάκι»!
Σε μια άλλη περίπτωση, μια άλλη σύμβουλος επικοινωνίας του Μπλερ, η Τζο Μουρ, είχε, λίγα λεπτά μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου στους Δίδυμους Πύργους, στείλε το ακόλουθο ηλεκτρονικό μήνυμα στους συνεργάτες της: «Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να θάψουμε τις κακές ειδήσεις».
Στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ένας άλλος «γκουρού της επικοινωνίας», ο Μαρκ Πεν, έμπιστος της Χίλαρι Κλίντον, υποχρεώθηκε τον Απρίλιο του 2008 να παραιτηθεί, για λόγους σύγκρουσης συμφερόντων, όταν αποκαλύφθηκε πως είχε συναντηθεί με Κολομβιανό διπλωμάτη για να συζητήσουν σχετικά με μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, στην οποία αντιτίθετο η Χίλαρι.
Έτσι λειτουργούν παντού
Τα παραδείγματα είναι πολλά και χρησιμεύουν για να γίνει αντιληπτό με ποιον τρόπο λειτουργούν ΠΑΝΤΟΥ κυβερνήσεις και μεγιστάνες του Τύπου.
Η μόνη διαφορά είναι ότι στη Βρετανία τις υποθέσεις παραπλάνησης της κοινής γνώμης, όπως και όλες τις υποθέσεις σκανδάλων, αναλαμβάνουν ανεξάρτητες επιτροπές, που δεν έχουν καμιά σχέση με το κοινοβούλιο και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Για παράδειγμα, τον περασμένο Ιανουάριο, ο Τόνι Μπλερ κατέθεσε σχετικά με τα «ψέματα για το Ιράκ», ενώπιον της επιτροπής που είχε ως επικεφαλής τον συνταξιούχο δημόσιο λειτουργό σερ Τζον Τσίλκοτ, που ερευνούσε την υπόθεση από το 2009. Εκεί κατέθεσε και ο πολύς Άλαστερ Κάμπελ.
Τον Απρίλιο του 2009, ο Γκόρντον Μπράουν είχε απομακρύνει ξαφνικά τον επικεφαλής «σχεδιασμού και στρατηγικής» της Ντάουνινγκ Στρητ, Ντέιμιαν Μακμπράιντ, όταν εμπιστευτική ηλεκτρονική αλληλογραφία απευθυνόμενη στον επικοινωνιολόγο του Εργατικού Κόμματος Ντέρεκ Ντρέιτερ, πρώην συμβούλο του λόρδου Μάντελσον, βρέθηκε στην κατοχή του ισχυρού λομπίστα Πολ Στέινς, ο οποίος διατηρεί ορισμένα πολιτικά μπλογκ.
Στις επιστολές αυτές, ο Ντέιμιαν Μακμπράιντ πρότεινε την διεξαγωγή οργανωμένης εκστρατείας λάσπης κατά πολιτικών αντιπάλων και στελεχών του Συντηρητικού Κόμματος, με ισχυρισμούς για εμπλοκή τους σε ιστορίες σεξ, ναρκωτικών και περίεργες ασθένειες.
Για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα «αποκάλυπτε» πως όταν ήταν φοιτητής στην Οξφόρδη είχε νοσηλευθεί για αφροδίσιο νόσημα. «Θα βρεθεί σε πολύ αμήχανη θέση αν θα αποκαλυφθεί αυτό», υπογραμμιζόταν στο ηλεκτρονικό μήνυμα.
Για τον σκιώδη υπουργό Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν, έγραφε πως «θα φοβηθεί τον Θεό όταν θα διασπείρουμε φήμες ότι είχε πάρει ναρκωτικά και είχε κάνει σεξ με κοινή γυναίκα».
Για ομοφυλόφιλο βουλευτή του Συντηρητικού Κόμματος, θα κυκλοφορούσαν φήμες ότι προωθούσε στη Βουλή τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του φίλου του, ενώ ετοιμάζονταν να κυκλοφορήσουν φήμες και για την προσωπική ζωή της συζύγου του Κάμερον.
Ο βρετανικός Τύπος είχε γράψει τότε πως οι μηχανισμοί βρώμικης προπαγάνδας στήθηκαν στη Ντάουνινγκ Στρητ επί Αλαστερ Κάμπελ.
Και βέβαια, και στο τελευταίο σκάνδαλο, αναμεμιγμένος ήταν ο επικοινωνιολόγος του σημερινού πρωθυπουργού Κάμερον, ο Άντι Κόλσον, που παραιτήθηκε τον περασμένο Ιανουάριο, προς μεγάλη θλίψη του αφεντικού του, λόγω του σκανδάλου των υποκλοπών, την περίοδο 2005 – 2006, όταν ο ίδιος ήταν αρχισυντάκτης της News of The World.
Ως γνωστόν, ο Κόλσον τελικά συνελήφθη την περασμένη εβδομάδα, χωρίς ποτέ να καταδικαστεί από τον Κάμερον, που απλώς ανέλαβε την ευθύνη για τον διορισμό του.
Κέρδισαν μια μάχη, όχι τον πόλεμο
Το βρετανικό πολιτικό σύστημα τρίβει από χθες τα χέρια του. Η εφημερίδα News of The World, που αποκάλυπτε τα πάντα γύρω από την προσωπική ζωή των Βρετανών πολιτικών δεν υπάρχει πια.
Τον Ιούνιο του 2010 είχε αποκαλύψει την εξωσυζυγική σχέση του τότε υπουργού Ενέργειας Κρις Χιουν, γεγονός που του στέρησε το υπουργιλίκι και την διεκδίκηση της αρχηγίας των Φιλελευθέρων Δημοκρατών, αλλά και διέλυσε τον γάμο του με την ελληνικής καταγωγής σύζυγό του Βίκι Πράις, επικεφαλής οικονομολόγο στο υπουργείο Εργασίας.
Οι Βρετανοί πολιτικοί κέρδισαν μια μάχη, αλλά όχι και τον πόλεμο. Ο Μέρντοχ παραμένει όρθιος και διατηρεί την αυτοκρατορία του.
Θα συνέχιζε να υπάρχει, ακόμη και αν δεν έκλεινε την εφημερίδα. Όπως συνέβη όταν, το 2006 αποκαλύφθηκε ότι οι δημοσιογράφοι του είχαν βάλει κοριούς στο Μπάκιγχαμ για να παρακολουθούν τις τηλεφωνικές συνομιλίες του πρίγκιπα Καρόλου και της Καμίλα.
Είναι δε γνωστό πως η εφημερίδα του Μέρντοχ «Sun», η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία στη Βρετανία, αλλάζει συχνά στρατόπεδο, ανάλογα με το ποιος δείχνει ότι θα κερδίσει τις εκλογές.
Τον Οκτώβριο του 2009 είχε πανηγυρικά αναγγείλει ότι εγκαταλείπει τους Εργατικούς και ξεκινά την υποστήριξη των Συντηρητικών.
Κι’ αν η Βρετανία έχει παράδοση στους «spin doctors», δεν πάνε πίσω και οι άλλες χώρες.
Στη Γαλλία, τον Απρίλιο του 2009 η Λιμπερασιόν είχε αποκαλύψει σχόλια του Σαρκοζί για ομολόγους του – «ο Ομπάμα δεν έχει διευθύνει ούτε ένα υπουργείο στη ζωή του» «η Μέρκελ προσχώρησε στη δική μου άποψη όταν κατάλαβε το μέγεθος της κρίσης», «ο Θαπατέρο μάλλον δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνος», «ο Μπαρόζο ήταν παντελώς απών από τη Σύνοδο της Ομάδας των 20».
Ο εκπρόσωπος του κόμματος Φρεντερίκ Λεφέμπρ χαρακτήρισε την εφημερίδα «σκουπίδι» και την επομένη η Λιμπερασιόν κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο τίτλο «Επιτρέπεται η κριτική για τον Σαρκοζί;», με τον διευθυντή της Λοράν Ζοφρέν να απαιτεί να ζητήσει συγγνώμη ο εκπρόσωπος του κόμματος.
Η Ελλάδα της ατιμωρησίας
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, αποδεικνύεται ότι η Ελλάδα διαθέτει το πιο ανθεκτικό σύστημα διαπλοκής. Μπροστά σ’ αυτά που συμβαίνουν εκτός συνόρων, εδώ μπορούμε να μιλάμε για… πταίσματα – κουκουλωμένα και καμουφλαρισμένα, βέβαια.
Άλλωστε, στην Ελλάδα δεν υπάρχει καν η έννοια της «σύγκρουσης συμφερόντων». Η μόνη έννοια που υπάρχει είναι… τα καλά και συμφέροντα. Μια νοοτροπία που έχει επιβληθεί και έχει προκαλέσει τόσο μεγάλο εθισμό, ώστε όλοι εμφανίζονται έτοιμοι να δεχθούν ακόμη και την πιο αστεία δικαιολογία.
Ακόμη και όταν κάποια παράνομη δραστηριότητα αποκαλύπτεται, οι εμπλεκόμενοι είτε παριστάνουν τους θιγμένους, τα θύματα των αποκαλύψεων, είτε περνούν στην αντεπίθεση, γνωρίζοντας ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση.
Και τις περισσότερες φορές, τα ζόμπι της προπαγάνδας και της παραπληροφόρησης, είτε παραμένουν επί δεκαετίες στις θέσεις τους, είτε αποσύρονται στα κτήματά τους περιμένοντας την… δικαίωση, που τελικά έρχεται!
Προσθέστε σε όλα αυτά τι έγινε με το δικό μας «σκάνδαλο υποκλοπών» και θα θυμηθείτε για τι πράγμα μιλάω.
Η ανακοίνωσή του έγινε εν χορδαίς και οργάνοις στις 20 Φεβρουαρίου 2006 από τρεις υπουργούς, με χάρτες, σχεδιαγράμματα και όλα τα σύνεργα.
Ενημερωθήκαμε τότε πως το σκάνδαλο είχε γίνει αντιληπτό από τον Μάρτιο του 2005.
Την υπόθεση ανέλαβε ο σημερινός επικεφαλής του ΣΔΟΕ, εισαγγελέας Ι. Διώτης.
Παραδίδει το πόρισμά του τέσσερις μήνες αργότερα, ενώ το πρώτο πόρισμά της παραδίδει στη Βουλή και η ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών).
Η ΑΔΑΕ παραδίδει και δεύτερο πόρισμα, τον Ιούλιο του 2006.
Αρχίζει μια ακόμη γελοία διαδικασία εξεταστικής επιτροπής. Επιβάλλεται ένα πρόστιμο, η εξεταστική της Βουλής συνεχίζει να συνεδριάζει, παράλληλα υπάρχει σε εξέλιξη και η ποινική διερεύνηση από την Δικαιοσύνη και στις 27 Ιουλίου του 2007 η ανάκριση ολοκληρώνεται χωρίς να απαγγελθεί κατηγορία σε κανέναν.
Στις 17 Ιανουαρίου του 2008 και αυτό το σκάνδαλο μπαίνει στο αρχείο, χωρίς να εντοπιστούν και να κληθούν να λογοδοτήσουν οι ένοχοι.
Η υπόθεση κλείνει με την περίφημη δήλωση του τότε κυβερνητικού εκπροσώπου: «Στη σημερινή εποχή της αναπτυγμένης τεχνολογίας δεν μπόρεσε η Δικαιοσύνη, δυστυχώς, να δώσει απάντηση στο ποιος ήταν εκείνος που παρακολουθούσε το τηλέφωνο του πρωθυπουργού και υπουργών της κυβέρνησης της ΝΔ».
Αυτή είναι η Ελλάδα, που έλεγε και κάποια ψυχή…
http://www.elzoni.gr/html/ent/367/ent.11367.asp