Κατά τη διάρκεια της εξέλιξης των νέων δεδομένων, ή αλλιώς της κρίσης, συχνά ερχόμουν αντιμέτωπη με εκκλήσεις και...
άρθρα για το ρόλο των πνευματικών ανθρώπων και την αναμενόμενη συμβολή τους. Μα πού είναι οι πνευματικοί άνθρωποι, αναρωτιόνταν οι αρθρογράφοι; Και περίμεναν…Οι αρθρογράφοι ανέμεναν κι εγώ αμφισβητούσα: Ποιοί είναι οι πνευματικοί άνθρωποι;Πώς κατατάσσονται στην κατηγορία «πνευματικοί άνθρωποι» οι διάφοροι επαγγελματίες; Αυτόματα εκ της ενασχόλησής τους με τα Γράμματα και τις Τέχνες; Επειδή σκέφτονται πιο εντατικά; Επειδή δύνανται εκ της υποτιθέμενης συστηματικής και εντατικής τους σκέψης να ανάγουν τις καθημερινές τους εμπειρίες σε ευρύτερες θεωρητικές κατασκευές;
Άραγε, σ’ ένα κλίμα απαξίωσης και κατάρρευσης, διατηρούν οι πνευματικοί άνθρωποι την υπεροχή των συλλογισμών τους έναντι των θεωρούμενων ως αδαών, καθημερινών, λοιπών πολιτών;
Και δεν είναι οι ακραίες σημερινές συνθήκες που κατευθύνουν τη σκέψη μου. Απλά τώρα είναι περισσότερο εμφανές ότι οι πνευματικοί άνθρωποι είναι μια επινοημένη κατηγορία με μέλη που αυτοχρίζονται.
Ο πνευματικός άνθρωπος δεν είναι παρά ένας ακόμη επαγγελματίας με άλλο επαγγελματικό αντικείμενο. Τα κείμενα διαμαρτυρίας των αυτοπροσδιοριζόμενων, (οποία αυταρέσκεια!), ως πνευματικών ανθρώπων καταγράφουν αυτήν ακριβώς την έλλειψη μεγαλείου, του αναμενόμενου από κάποιους πνευματικού μεγαλείου. Αλήθεια, πόσο διαφέρουν τα λεγόμενα και οι διαμαρτυρίες τους από τις αναλύσεις καφενείου, που όλοι κάνουμε καθημερινά;Έχουν, ίσως, άλλο κύρος. Ε, και; Ως τι καλούνται να δράσουν; Ως ναυαγοσώστες; Ως υποκατάστατο ηγεσίας; Ως παρηγορητές;
Ακραίο παράδειγμα το κείμενο SOS προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Συμβολικό ίσως, αφού όχι μόνο έχουμε από καιρό διαπιστώσει το περιορισμένο του ρόλου του Προέδρου, αλλά κυρίως επειδή και στην πράξη απολαμβάνουμε μόνο τις παραινέσεις και τις συμβουλές του, που μπορεί να επιβεβαιώνουν το ρόλο του ως εγγυητή μιας κάποιας Δημοκρατίας, αλλά στην πραγματικότητα θα μπορούσαν να είναι οι συμβουλές κάθε νοήμονος ανθρώπου της ηλικίας του.
Όχι, αρνούμαι να δεχθώ ακόμη και την καλή προαίρεση αυτών των πνευματικών ανθρώπων. Ήρθε, άλλωστε, τόσο καθυστερημένα. Πιεσμένα. Αμήχανα. Και μου υπενθυμίζει το γνωστό «καλύτερα να κάνεις κάτι λάθος στο σωστό χρόνο παρά κάτι σωστό σε λάθος χρόνο», ή διαφορετικά πόσο σημαντικό είναι το σωστό timing.
Αγαπητοί διανοούμενοι δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου, μα καθόλου, η γνώμη σας. Και αφουγκράζομαι ότι δεν ενδιαφέρει και πολλούς άλλους, αλλά σίγουρα δεν τους ανακουφίζει η ξέπνοη διαμαρτυρία σας. Να μην σας πω ότι θα προτιμούσα να μην διαμαρτύρεστε καθόλου, τουλάχιστον όχι μ’ αυτόν τον τρόπο. Να ησυχάσετε στα γραφεία, στα εργαστήρια και στα θέατρά σας.
Και αν, πράγματι, είναι αγνή η πρόθεσή σας να συνεισφέρετε, επιστρέψετε στο έργο σας με ζήλο και αφοσίωση και φροντίσετε να αποτελείτε καθημερινά υποδείγματα συμπεριφοράς στο μικρό ή μεγάλο κύκλο ανθρώπων που επηρεάζετε. Το πνευματικό σας έργο αναζητούμε, την ουσία και τη σημασία του, όχι εκκωφαντικές διαμαρτυρίες και τυχαίες συναθροίσεις σε λίστες ανησυχούντων πολιτών.