Το παζάρι τελείωσε και το αποκαλόκαιρο έχει ήδη αρχίσει. Μικρός, δεν είχα συναντήσει τη λέξη εκείνη που θα αποφόρτιζε την μελαγχολία που συνοδεύει πάντα αυτή την εποχή. Το αποκαλόκαιρο θα με βοηθούσε και τότε -ίσως- να αντιμετωπίσω την άρνησή μου στο συμβιβασμό ότι τα σχολειά ανοίγουν, καθώς θα είχα -πιθανώς- την φευδαίσθηση ότι κουβαλώ ακόμα κάτι από το καλοκαίρι.
Κι ας έφευγε το μαύρισμα από τις ατέλειωτες ώρες στην παραλία, μαζί με τις στιγμές ξεγνοιασιάς που χρειάζονται πάντα έναν χρόνο για να ξανάρθουν.
Εσκεμμένα "έτυχε" φέτος, αυτή την περίοδο του Αλμυρού να την ζήσω ξανά στην πόλη που γεννήθηκα, ενηλικιώθηκα κι αγαπώ. Από εδώ, λοιπόν, έζησα και πάλι το "καταραμένο" 9ημερο, όπως συνηθίζω να το αποκαλώ, καθώς o τόπος...
πνίγεται στο κόσμο κατά την διάρκειά του κι έπειτα μοιάζει ερημωμένος. Τα συναισθήματα ήταν ξανά ανάλογα εκείνων των παιδικών μου χρόνων. Απόλυτη χαρά στη θέα του λούνα παρκ, καθολική μελαγχολία μόλις οι παράγκες ξηλώνονταν. Ίδιες μυρωδιές, από το ψήσιμο του χαλβά κι απ᾽ τα σουβλάκια. Συνακόλουθες κοινές θύμησες. Παρόμοια αβεβαιότητα. Τότε, για το πόσο δύσκολα θα είναι τα μαθήματα της καινούριας τάξης, αν θα μου αρέσει η δασκάλα κι αν θα προλάβω το καλό θρανίο. Τώρα, για το πόσο δύσκολη είναι η οικονομική κατάσταση της χώρας, αν θα καταφέρω να κατανικήσω το σαράκι της αβεβαιότητας του μέλλοντός μου, αν θα κρύψω τις σκέψεις για μετανάστευση.
Θυμάμαι, τότε, τη χαρά των συνομήλικών μου αν κατάφερναν να εξασφαλίσουν ένα επιπρόσθετο δωρεάν εισιτήριο απ᾽ αυτά που ο Ράππος (ο πασίγνωστος ανά τη χώρα πια πρώην δήμαρχος του Αλμυρού, μετά τις σχετικές ροζ αναφορές από τον Ζούγκλα) μοίραζε για το λούνα παρκ. Είχα, έτσι, μια επιπρόσθετη ευκαιρία να ανέβω στα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια, αλλά ποτέ δεν μου δόθηκε απλόχερα. Μια φορά μόνο στα τόσα χρόνια παιδικότητας έκανα χρήση δωρεάν εισιτηρίου -από σπόντα- και δεν θυμάμαι αν τελικά ευθύνεται ο εγωισμός των γονιών μου που δεν στάθηκαν στην πόρτα του δημαρχείου για να τα προμηθεύονται ("δεν το χρειάζεσαι" μου έλεγαν εσύ, "θα σου πάρουμε εμείς όσα πρέπει") ή η δική μου τελική άρνηση να αποδεχτώ την προσφορά, καθώς δεν με βόλευαν οι ώρες που επιτρέπονταν η χρήση τους (αυστηρά από τις 6:00 με 8:00 μμ, ώρες που προτιμούσα τις αλάνες).
Φέτος, μαθαίνω, μοιράστηκαν 3500 εισιτήρια. Όλα, μεταξύ των δημαρχιακών συμβούλων. Εκφράστηκαν παράπονα ότι άλλος πήρε περισσότερα, άλλος λιγότερα. Ο καθένας είμαι απολύτως σίγουρος ότι κράτησε τα περισσότερα για τους δικούς του (φίλους, συγγενείς κι αν περίσσεψε κανένα για κάποιον σίγουρο ψηφοφόρο) κι αμφιβάλλω αν μοιράστηκε έστω κι ένα σε κάποιο άπορο παιδί που πραγματικά το χρειαζόταν και θα του έδινε ξεχωριστή χαρά. Εξάλλου, αυτό το έθιμο μ᾽ αυτό το σκεπτικό ξεκίνησε: να δοθούν κάποια εισιτήρια σε παιδιά που δεν μπορούν να τα έχουν. Κάπου στην πορεία, το μόνο αυτό κριτήριο χάθηκε κι ήρθαν τα γνωστά άλλα, που στιγμάτισαν μια ολόκληρη 20ετία τη χώρα: το βόλεμα της παρέας μας, αφού πρώτα βολέψουμε τον εαυτό μας. Όσο προχωρώ αυτές τις σειρές, καταλαβαίνω γιατί οι γονείς μου δεν μου επέτρεπαν να προμηθευτώ αυτά τα μαγικά χαρτάκια για το πέρασμα στην απόλυτη παιδική χαρά.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδας σας, φέτος το λούνα πάρκ έκοψε τα μισά εισιτήρια απ᾽ότι πέρυσι. Αυτό σημαίνει, ότι παρά το ότι αυτή τη χρονιά η προσέλευση του κόσμου ήταν μεγαλύτερη, λιγότερα παιδιά απήλαυσαν την όλη ψυχαγωγία που ένα λούνα παρκ προσφέρει. Και σίγουρα, τα υπόλοιπα, δεν την χάρηκαν όσες φορές το έκαναν στο παρελθόν. Οι γονείς, δικαιολογημένα στις μέρες μας, σκέφτηκαν τη θυσία του 5ευρου.
Θα μπορούσαν, λοιπόν, οι εκπρόσωποι της πόλης, οι αξιότιμοι κι αγαπητοί κύριοι σύμβουλοι μετά του γλυκού μας Δημάρχου, να προτείνουν στους υπεύθυνους του λούνα παρκ την μείωση του εισιτηρίου από 5 σε 2 ή 3 ευρώ, προτάσσοντας το ακλόνητο επιχείρημα της οικονομικής κρίσης, ως καρποτές εξάλλου των μισών κερδών (κατά την συμφωνία Δήμου και υπευθύνων του λούνα-πάρκ). Έτσι, όλοι θα ήταν ευχαριστημένοι. Και οι υπεύθυνοι θα είχαν περισσότερα έσοδα και η τοπική εξουσία την έξωθεν καλή μαρτυρία και κυρίως, περισσότερα παιδιά θα βίωναν την ξεχωριστή αυτή χαρά.
Αλλά, δυστυχώς, οι ιθύνοντες προτίμησαν να σπαταλήσουν το χρόνο στη μοιρασιά και μετά στα παράπονα γι᾽ αυτή. Στη κλάψα του γιατί να πάρει περισσότερα ο άλλος από μένα, είναι πιο μάγκας;?! Κι έτσι, τα εισιτήρια από εν δυνάμει φορείς χαράς έγιναν αποκόμματα ντροπής για τους τζάμπα μάγκες (καθώς, αν ήταν πραγματικοί μάγκες θα μπορούσαν να πληρώσουν από την τσέπη τους το αντίτιμο για μερικά εισιτήρια και να τα μοιράσουν και να μην προτιμήσουν τα ξένα κόλλυβα). Για όσους βέβαια απ᾽ αυτούς διαθέτουν ακόμα αξιοπρέπεια...
Γράφει ο Αντώνης-Μάριος Παπαγιώτης
Κι ας έφευγε το μαύρισμα από τις ατέλειωτες ώρες στην παραλία, μαζί με τις στιγμές ξεγνοιασιάς που χρειάζονται πάντα έναν χρόνο για να ξανάρθουν.
Εσκεμμένα "έτυχε" φέτος, αυτή την περίοδο του Αλμυρού να την ζήσω ξανά στην πόλη που γεννήθηκα, ενηλικιώθηκα κι αγαπώ. Από εδώ, λοιπόν, έζησα και πάλι το "καταραμένο" 9ημερο, όπως συνηθίζω να το αποκαλώ, καθώς o τόπος...
πνίγεται στο κόσμο κατά την διάρκειά του κι έπειτα μοιάζει ερημωμένος. Τα συναισθήματα ήταν ξανά ανάλογα εκείνων των παιδικών μου χρόνων. Απόλυτη χαρά στη θέα του λούνα παρκ, καθολική μελαγχολία μόλις οι παράγκες ξηλώνονταν. Ίδιες μυρωδιές, από το ψήσιμο του χαλβά κι απ᾽ τα σουβλάκια. Συνακόλουθες κοινές θύμησες. Παρόμοια αβεβαιότητα. Τότε, για το πόσο δύσκολα θα είναι τα μαθήματα της καινούριας τάξης, αν θα μου αρέσει η δασκάλα κι αν θα προλάβω το καλό θρανίο. Τώρα, για το πόσο δύσκολη είναι η οικονομική κατάσταση της χώρας, αν θα καταφέρω να κατανικήσω το σαράκι της αβεβαιότητας του μέλλοντός μου, αν θα κρύψω τις σκέψεις για μετανάστευση.
Θυμάμαι, τότε, τη χαρά των συνομήλικών μου αν κατάφερναν να εξασφαλίσουν ένα επιπρόσθετο δωρεάν εισιτήριο απ᾽ αυτά που ο Ράππος (ο πασίγνωστος ανά τη χώρα πια πρώην δήμαρχος του Αλμυρού, μετά τις σχετικές ροζ αναφορές από τον Ζούγκλα) μοίραζε για το λούνα παρκ. Είχα, έτσι, μια επιπρόσθετη ευκαιρία να ανέβω στα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια, αλλά ποτέ δεν μου δόθηκε απλόχερα. Μια φορά μόνο στα τόσα χρόνια παιδικότητας έκανα χρήση δωρεάν εισιτηρίου -από σπόντα- και δεν θυμάμαι αν τελικά ευθύνεται ο εγωισμός των γονιών μου που δεν στάθηκαν στην πόρτα του δημαρχείου για να τα προμηθεύονται ("δεν το χρειάζεσαι" μου έλεγαν εσύ, "θα σου πάρουμε εμείς όσα πρέπει") ή η δική μου τελική άρνηση να αποδεχτώ την προσφορά, καθώς δεν με βόλευαν οι ώρες που επιτρέπονταν η χρήση τους (αυστηρά από τις 6:00 με 8:00 μμ, ώρες που προτιμούσα τις αλάνες).
Φέτος, μαθαίνω, μοιράστηκαν 3500 εισιτήρια. Όλα, μεταξύ των δημαρχιακών συμβούλων. Εκφράστηκαν παράπονα ότι άλλος πήρε περισσότερα, άλλος λιγότερα. Ο καθένας είμαι απολύτως σίγουρος ότι κράτησε τα περισσότερα για τους δικούς του (φίλους, συγγενείς κι αν περίσσεψε κανένα για κάποιον σίγουρο ψηφοφόρο) κι αμφιβάλλω αν μοιράστηκε έστω κι ένα σε κάποιο άπορο παιδί που πραγματικά το χρειαζόταν και θα του έδινε ξεχωριστή χαρά. Εξάλλου, αυτό το έθιμο μ᾽ αυτό το σκεπτικό ξεκίνησε: να δοθούν κάποια εισιτήρια σε παιδιά που δεν μπορούν να τα έχουν. Κάπου στην πορεία, το μόνο αυτό κριτήριο χάθηκε κι ήρθαν τα γνωστά άλλα, που στιγμάτισαν μια ολόκληρη 20ετία τη χώρα: το βόλεμα της παρέας μας, αφού πρώτα βολέψουμε τον εαυτό μας. Όσο προχωρώ αυτές τις σειρές, καταλαβαίνω γιατί οι γονείς μου δεν μου επέτρεπαν να προμηθευτώ αυτά τα μαγικά χαρτάκια για το πέρασμα στην απόλυτη παιδική χαρά.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδας σας, φέτος το λούνα πάρκ έκοψε τα μισά εισιτήρια απ᾽ότι πέρυσι. Αυτό σημαίνει, ότι παρά το ότι αυτή τη χρονιά η προσέλευση του κόσμου ήταν μεγαλύτερη, λιγότερα παιδιά απήλαυσαν την όλη ψυχαγωγία που ένα λούνα παρκ προσφέρει. Και σίγουρα, τα υπόλοιπα, δεν την χάρηκαν όσες φορές το έκαναν στο παρελθόν. Οι γονείς, δικαιολογημένα στις μέρες μας, σκέφτηκαν τη θυσία του 5ευρου.
Θα μπορούσαν, λοιπόν, οι εκπρόσωποι της πόλης, οι αξιότιμοι κι αγαπητοί κύριοι σύμβουλοι μετά του γλυκού μας Δημάρχου, να προτείνουν στους υπεύθυνους του λούνα παρκ την μείωση του εισιτηρίου από 5 σε 2 ή 3 ευρώ, προτάσσοντας το ακλόνητο επιχείρημα της οικονομικής κρίσης, ως καρποτές εξάλλου των μισών κερδών (κατά την συμφωνία Δήμου και υπευθύνων του λούνα-πάρκ). Έτσι, όλοι θα ήταν ευχαριστημένοι. Και οι υπεύθυνοι θα είχαν περισσότερα έσοδα και η τοπική εξουσία την έξωθεν καλή μαρτυρία και κυρίως, περισσότερα παιδιά θα βίωναν την ξεχωριστή αυτή χαρά.
Αλλά, δυστυχώς, οι ιθύνοντες προτίμησαν να σπαταλήσουν το χρόνο στη μοιρασιά και μετά στα παράπονα γι᾽ αυτή. Στη κλάψα του γιατί να πάρει περισσότερα ο άλλος από μένα, είναι πιο μάγκας;?! Κι έτσι, τα εισιτήρια από εν δυνάμει φορείς χαράς έγιναν αποκόμματα ντροπής για τους τζάμπα μάγκες (καθώς, αν ήταν πραγματικοί μάγκες θα μπορούσαν να πληρώσουν από την τσέπη τους το αντίτιμο για μερικά εισιτήρια και να τα μοιράσουν και να μην προτιμήσουν τα ξένα κόλλυβα). Για όσους βέβαια απ᾽ αυτούς διαθέτουν ακόμα αξιοπρέπεια...
Γράφει ο Αντώνης-Μάριος Παπαγιώτης
(πρωτοδημοσιεύτηκε στις 11/9/11, στην εφημερίδα "o Λαός του Αλμυρού")