Η συναυλία του Αλκίνοου είχε ξεκινήσει. Πρέπει να είχε περάσει και μισή ώρα από την έναρξή της. Στεκόμουν δίπλα στον ηχολήπτη, ασφυκτικά στριμωγμένος από τον πολύ κόσμο. Οι κουβέντες των ανθρώπων που με περιτριγύριζαν είχαν αρχίσει να γίνονται πολύ ενοχλητικές. Και ο Αλκίνοος συνέχιζε.
Ένας «πνευματώδης» πετιόταν κάθε τόσο, στα πολύ γνωστά τραγούδια και φώναζε: «αυτό το ξέρω». Ενοχλήθηκα. Σιγά σιγά άρχισα με ευγένεια να παραμερίζω τον κόσμο και να κατευθύνομαι προς το πίσω μέρος της Τεχνόπολης, εκεί που υπάρχει ένα κομμάτι με γκαζόν. Έκατσα στο γρασίδι. Με τα χέρια μου «έδεσα» τα γόνατά μου. Μισό φεγγάρι είχε χθες. Και ο Αλκίνοος συνέχιζε.
Το καλοκαίρι έφυγε και μας άφησε μερικές καλές ζέστες για να το θυμόμαστε, σκέφτηκα. Το γκαζόν ήταν δροσερό. Έβγαλα τις σαγιονάρες μου και ακούμπησα ξυπόλητος στο χορτάρι. Ας μην είναι απόψε η τελευταία φορά που φοράω σαγιονάρες για φέτος, ευχήθηκα. Είδα ένα όμορφο κορίτσι. Έγυρα προς τα πίσω να το δω καλύτερα και έχασα την ισορροπία μου. Βρέθηκα ανάσκελα, ξυπόλητος στο χορτάρι. Και ο Αλκίνοος συνέχιζε.
Παρατηρούσα τον ουρανό. Ήμουν ξαπλωμένος στο κέντρο της πόλης, στο γρασίδι, ξυπόλητος. Και άκουσα τις πρώτες νότες από το «Βυθό». Δεν έχω κάποια να της το αφιερώσω, σκέφτηκα. Πρόβλημα και λύση ταυτόχρονα. Και το κορίτσι που με είχε ρίξει ανάσκελα δεν το έβλεπα πια. Και ο Αλκίνοος συνέχιζε.
Πριν τελειώσει η συναυλία, σηκώθηκα. Έβαλα τις σαγιονάρες μου και πάλι, αλλά δεν τινάχτηκα να φύγουν τα γρασίδια από πάνω μου. Κατευθύνθηκα προς την έξοδο της Τεχνόπολης. Κοντοστάθηκα εκεί. Γύρισα και κοίταξα προς τη σκηνή. Και ο Αλκίνοοςσυνέχιζε. Να είναι καλά.
Γιώργος Μυζάλης
http://musicspins.blogspot.com/2011/09/blog-post_06.html
Ένας «πνευματώδης» πετιόταν κάθε τόσο, στα πολύ γνωστά τραγούδια και φώναζε: «αυτό το ξέρω». Ενοχλήθηκα. Σιγά σιγά άρχισα με ευγένεια να παραμερίζω τον κόσμο και να κατευθύνομαι προς το πίσω μέρος της Τεχνόπολης, εκεί που υπάρχει ένα κομμάτι με γκαζόν. Έκατσα στο γρασίδι. Με τα χέρια μου «έδεσα» τα γόνατά μου. Μισό φεγγάρι είχε χθες. Και ο Αλκίνοος συνέχιζε.
Το καλοκαίρι έφυγε και μας άφησε μερικές καλές ζέστες για να το θυμόμαστε, σκέφτηκα. Το γκαζόν ήταν δροσερό. Έβγαλα τις σαγιονάρες μου και ακούμπησα ξυπόλητος στο χορτάρι. Ας μην είναι απόψε η τελευταία φορά που φοράω σαγιονάρες για φέτος, ευχήθηκα. Είδα ένα όμορφο κορίτσι. Έγυρα προς τα πίσω να το δω καλύτερα και έχασα την ισορροπία μου. Βρέθηκα ανάσκελα, ξυπόλητος στο χορτάρι. Και ο Αλκίνοος συνέχιζε.
Παρατηρούσα τον ουρανό. Ήμουν ξαπλωμένος στο κέντρο της πόλης, στο γρασίδι, ξυπόλητος. Και άκουσα τις πρώτες νότες από το «Βυθό». Δεν έχω κάποια να της το αφιερώσω, σκέφτηκα. Πρόβλημα και λύση ταυτόχρονα. Και το κορίτσι που με είχε ρίξει ανάσκελα δεν το έβλεπα πια. Και ο Αλκίνοος συνέχιζε.
Πριν τελειώσει η συναυλία, σηκώθηκα. Έβαλα τις σαγιονάρες μου και πάλι, αλλά δεν τινάχτηκα να φύγουν τα γρασίδια από πάνω μου. Κατευθύνθηκα προς την έξοδο της Τεχνόπολης. Κοντοστάθηκα εκεί. Γύρισα και κοίταξα προς τη σκηνή. Και ο Αλκίνοοςσυνέχιζε. Να είναι καλά.
Γιώργος Μυζάλης
http://musicspins.blogspot.com/2011/09/blog-post_06.html