Χρόνια τώρα ζω μόνη μου. Συνηθισμένη είμαι, πίστεψέ με. Μια χαρά αντέχω.
Έχω στήσει το παραμύθι μου, είμαι καλή παραμυθού ξέρεις, βάζω τα χρώματα που μου αρέσουν, τα δέντρα είναι μελένια και καραμελωτά και τα κτίρια βγαλμένα από όνειρα...
Σκότωσα όλους τους δράκους
και τους πρίγκιπες, τους ιππότες και τους ιπποκόμους και είναι οι πριγκίπισσες αυτές που κρατάνε σπαθιά και προστατεύουν κάστρα.Έχω στήσει το παραμύθι μου, είμαι καλή παραμυθού ξέρεις, βάζω τα χρώματα που μου αρέσουν, τα δέντρα είναι μελένια και καραμελωτά και τα κτίρια βγαλμένα από όνειρα...
Χρόνια τώρα . Κι εγώ μαθαίνω γρήγορα και...
στήνω κόσμους στο πι και φι, πίστεψέ με.
Άσε με ήσυχη λοιπόν.
Μη με τραβάς έξω από το παραμύθι μου ίσα για να σκοτώσεις το χρόνο σου που περνάει απελπιστικά αργά.
Δεν χρειάζεται να σκοτώσεις τις δικές μου ηρωίδες για να διαπιστώσεις ότι ακόμα πιάνει το χέρι σου, αντέχουν τα μούσκουλα σου το βάρος του τόξου, τον βρίσκεις τον στόχο, βρε αδερφέ.
Και ξέρεις, δεν χρειάζεται να κυλιέσαι στ’ αποπατήματα για να λερώσεις την πανοπλία σου. Τα ρεμάλια πιάνουν καλύτερη τιμή στην πιάτσα σε άλλο παραμύθι. Άλλωστε, στο δικό μου δεν υπάρχουν ιππότες πια. Τυλίχτηκαν με τα άντερα του τελευταίου πρίγκιπα κι όλοι μαζί κάηκαν στη φωτιά του τελευταίου δράκου.
Άσε με ήσυχη λοιπόν.
Αφού θέλεις να φύγεις, μη με αγκαλιάζεις. Μη με χαϊδεύεις. Μη μου φτιάχνεις καφέ τα πρωινά, ούτε να μου φέρνεις κρουασάν με ζάχαρη άχνη από τον φούρνο της γειτονιάς σου. Μη με σερβίρεις, μην πλένεις τα πιάτα μου, μην αδειάζεις το τασάκι μου και μη μου ανάβεις το τσιγάρο. Ποτέ δεν αφήνω άντρα να μου ανάψει το τσιγάρο για πλάκα.
Αφού θέλεις να φύγεις, μη βάζεις παγάκια στο ποτό μου. Ξεροσφύρι το πίνω το αλκοόλ, χωρίς παγάκια και μεζεδάκια. Όπως κατεβάζω τις στιγμές μου. Ανέρωτο το θέλω, να μου καίει τον οισοφάγο και να με αφήνει άφωνη.
Καλύτερα χωρίς φωνή. Να μη μπορώ να λέω το όνομά σου, να μη μπορώ να φωνάζω τα μάτια σου, να μη μπορώ να αρθρώνω χάδια.
Αφού θέλεις να φύγεις, να μην πηγαίνουμε βόλτες, να μη με παίρνεις αγκαλιά, ούτε να μου κρατάς το χέρι. Δε θέλω να μου δείχνεις το φεγγάρι, ούτε την Ακρόπολη που είναι τόσο όμορφη τις νύχτες. Δε θέλω να μου δείχνεις την πίσω όψη των φύλλων των δέντρων, ούτε τη ζεστή ανάσα ενός σκυλιού. Δε θέλω να μου δείχνεις πώς είναι να είσαι ξαπλωμένος ανάσκελα στο γρασίδι τις ζεστές καλοκαιρινές βραδιές.
Αφού θέλεις να φύγεις, μη μου δίνεις το κράνος σου για να με προστατεύσεις, μη με βοηθάς στις υποχρεώσεις μου, ούτε να μου δίνεις διέξοδο προσφέροντάς μου λύσεις. Δε θέλω να συμμετέχεις στην ζωή μου όταν έχεις αποφασίσει ότι θα φύγεις. Δε θέλω. Δεν το αντέχω.
Ξέρεις... όταν θα φύγεις, όταν θα κινήσεις για να βρεις νέο στόχο για να ελέγξεις αν το χέρι σου αντέχει τις προκλήσεις, εγώ θα πρέπει να επιστρέψω στο παραμύθι που είχα φτιάξει πριν μου κρατήσεις το χέρι, πριν με αγκαλιάσεις, πριν μου σκουπίσεις τα δάκρυα, πριν κοιμηθώ μέσα στη λακκούβα του λαιμού σου.
Καλό το παραμύθι μου δε λέω, αλλά δεν έχει δράκο.
Και είναι κάτι στιγμές που νοσταλγώ τόσο, ένα δράκο.
[Αφιερωμένο στα "ευκολάκια" της ζωής μας... Ξέρετε σεις]
Δημοσιεύτηκε στο γυναικείο περιοδικό www.eyedoll.gr