Στην προφητική εκπληκτική κωμωδία, από το 1970, του Αλέκου Σακελλάριου « Η Ρένα είναι οφσάιντ», η Ρένα Βλαχοπούλου υποδύεται μία φτωχή μοδίστρα, η οποία αναλαμβάνει να ράψει τα σορτσάκια των ποδοσφαιριστών της ελληνικής ομάδας «Πρασιναϊκός».
Όταν μπαίνει στα αποδυτήρια να τα παραδώσει βγαίνει έξαλλη μετά από λίγο γιατί δεν μπόρεσε να συνεννοηθεί, επειδή όλοι οι παίκτες ήταν ξένοι. Τελικά, τη βοήθησε ένας παίκτης της ξένης ομάδας που γνώριζε. ελληνικά!
Παρακολουθώντας πριν από λίγες ημέρες το παιχνίδι Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ, λίγο πριν κοιμηθώ, πιστέψτε με ότι ανατρίχιασα όταν συνειδητοποίησα ότι οι ερυθρόλευκοι είχαν στην ενδεκάδα μόνο έναν έλληνα και στους επτά αναπληρωματικούς άλλον έναν.
Είχα την τιμή να αγωνιστώ ως ερασιτέχνης ποδοσφαιριστής από το 1982 έως το 2002 στην ιστορική αθηναϊκή ομάδα του Γκυζιακού. Θυμάμαι τότε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, θεωρούσαμε «ξένο» κάποιον παίκτη που ερχόταν, σπάνια είναι η αλήθεια, με μετεγγραφή από ομάδα άλλης συνοικίας. Την Κυψέλη, το Βύρωνα, τους Αμπελόκηπους ή το Γαλάτσι. Ακόμη και παίκτες από τα άλλα δύο σωματεία του Γκύζη ήταν «ξένοι». Τι ντροπή, πραγματικά, και έχω αξεπέραστες τύψεις ακόμη και σήμερα. Να θεωρώ «ξένο» ένα παιδί επειδή δεν γεννήθηκε και έμενε στην περιοχή του Γκύζη.
Σήμερα δεν υπάρχει ομάδα στην Ελλάδα, από την τελευταία τοπική κατηγορία μέχρι τη Σούπερ Λίγκα, που να μην έχει αλλοδαπούς ποδοσφαιριστές. Όμως, η ενδεκάδα της Βαβέλτου Ολυμπιακού – και άλλων ομάδων του ελληνικού πρωταθλήματος που έχει μόνο ξένους – μου προκαλεί τρόμο. Γιατί, πλέον, κατάντησε να θεωρούμε θαύμα ένα παιδί που ξέρει μπάλα και ξεκινά από τις ακαδημίες να βρεθεί κάποτε στην επαγγελματική ομάδα, ιδιαίτερα στην ενδεκάδα. Επειδή πάντα θα υπάρχουν οι ανεγκέφαλοι οπαδοί, παράγοντες, προπονητές και πρόεδροι που δεν εμπιστεύονται τα νέα παιδιά. Τους έλληνες της ομάδας. Και προτιμούν αμφιβόλου αξίας παίκτες. Σαν τον Αργεντίνο Χούλιο Μπάλμας της κωμωδίας του Σακελλάριου.
Φυσικά και είναι ευπρόσδεκτοι να αγωνίζονται στα ελληνικά γήπεδα αθλητές που δεν γεννήθηκαν στην Ελλάδα. Όμως να πληρούν τις προϋποθέσεις της αμιγώς επαγγελματικής αξίας, φυσικά του ήθους, αλλά και της προσαρμοστικότητας στην ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα. Δεν είναι λίγοι οι παικταράδες που ήρθαν και χάθηκαν στα γήπεδα – «χωράφια» της χώρας μας φεύγοντας νύχτα κακήν κακώς. Πάνω απ όλα, όμως, οι ΠΑΕ αλλά και όλες οι ομάδες να αγκαλιάσουν τις ακαδημίες. Τα πιτσιρίκια που «διψάνε» για μπάλα και κρύβουν μέσα τους μικρούς Μέσι.