Πρόσφατα, σε μια συζήτηση που είχα με το Λευτέρη Παπαδόπουλο, ο σπουδαίος στιχουργός αναφέρθηκε στην περίπτωση του Σταύρου Ξαρχάκου, λέγοντας ότι είναι αυτός που έχει γράψει τα καλύτερα τραγούδια από όλους τους Έλληνες συνθέτες. Νομίζω, λίγες μέρες αργότερα, το έγραψε κιόλας προλογίζοντας μια έκδοση των τραγουδιών του Ξαρχάκου από κάποια εφημερίδα (την Καθημερινή, αν δεν κάνω λάθος).
Πράγματι ο Σταύρος Ξαρχάκος είναι ένας σπουδαίος συνθέτης, ο οποίος στέκεται ισάξια στο πλευρό των Χατζιδάκι – Θεοδωράκη (ή και Θεοδωράκη – Χατζιδάκι, αν προτιμάτε). Τα τραγούδια του είναι αψεγάδιαστα, στιβαρά, μετρημένα και εγγεγραμμένα στην συλλογική και την ποιητική μνήμη του κοινού. Στο άκουσμά τους δημιουργείται στον ακροατή το αίσθημα του γνώριμου, του οικείου, της ανάμνησης και της συγκίνησης. Και όλα αυτά χωρίς ο ίδιος ο δημιουργός των τραγουδιών να βρίσκεται στο προσκήνιο της δημοσιότητας. Κάθε άλλο. Έβλεπα τις προάλλες ένα βίντεο στο youtube (http://www.youtube.com/watch?v=g3FDC7QRLpE) από μια παλιά εκπομπή του Κώστα Χαρδαβέλλα, στα μέσα μάλλον της δεκαετίας του 1970, στην οποία ήταν καλεσμένος και τιμώμενο πρόσωπο ο Σταύρος Ξαρχάκος. Παρακολουθώντας αυτό το βίντεο, συνειδητοποίησα ότι, σε αντίθεση με τους άλλους Έλληνες συνθέτες, δεν αναγνώριζα τον ήχο της φωνής του. Και αυτό γιατί ο Σταύρος Ξαρχάκος έχει σταματήσει να δίνει συνεντεύξεις και να εμφανίζεται στην τηλεόραση εδώ και πολλά χρόνια. Στο συγκεκριμένο βίντεο εμφανίζεται και τραγουδάει ζωντανά και ο αείμνηστος αρχάγγελος της Κρήτης και της Ελλάδας, ο Νίκος Ξυλούρης. Μην παραλείψετε να το δείτε. Αυτά σκεφτόμουν στο δρόμο για το Παλλάς.
Εκεί παραβρέθηκα απόψε (Παρασκευή 11 Νοεμβρίου), στην συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου, με έργα δικά του, αλλά και άλλων Ελλήνων συνθετών και ποιητών. Μαζί του, όπως πάντοτε, η Κ.Ο.Ε.Μ. (Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής) καθώς και οι Νατάσσα Μποφίλιου και Γιάννης Χαρούλης στις ερμηνείες των τραγουδιών. Ο ίδιος, ακούραστος και ασυγκράτητος στο πόντιουμ, να μεταφέρει και να καθοδηγεί με ολόκληρο το σώμα του την καλοδουλεμένη και λαμπερή ορχήστρα. Ο Ξαρχάκος δεν είναι μαέστρος. Αν κριθεί με αυστηρά μουσικολογικά κριτήρια, δεν είναι μαέστρος. Οι κινήσεις του είναι ρυθμικές, συντονίζουσες τη μουσική, συντονισμένες με τη μουσική, αλλά δεν είναι κινήσεις μαέστρου. Προσωπικά περισσότερο θα τον χαρακτήριζα χορευτή. Χορευτή σαμάνο σε μυστικιστική τελετή. Στην τελετή μυήσεως, ίσως, του κοινού στο συναίσθημα που μεταφέρουν τα τραγούδια. Σε μια ιεροτελεστία. Η ορχήστρα πιθανώς να μην τον χρειάζεται μπροστά της. Η παρουσία του, όμως, και η αδιάκοπη ρυθμική και χορευτική κίνησή του, αποκωδικοποιεί την συναισθηματική ισχύ της μουσικής για το ακροατήριο. Βοηθάει το κοινό να κατανοήσει ευκολότερα τους χρωματισμούς της ορχήστρας και την ανάδειξη των στίχων μέσω συγκεκριμένων ενορχηστρωτικών επιλογών. Δεν ξέρω αν αυτό τον χρήζει μαέστρο, τον καθιστά όμως σίγουρα απαραίτητο μπροστάρη, ειδικά στα δικά του τραγούδια.
Οι τραγουδιστές της βραδιάς, ο ένας καλύτερος από τον άλλο. Πιο συγκεκριμένα ο Γιάννης Χαρούλης καλύτερος από τη Νατάσσα Μποφίλιου. Κι αν το «καλύτερος» είναι κάπως άκομψο, να το αλλάξω σε «ουσιαστικότερος», ή «απλούστερος». Τα τραγούδια που ακούστηκαν στο πρόγραμμα, είναι τραγούδια μεγάλης αναγνωρισιμότητας και αξίας. Είναι τραγούδια που έχουν μείνει χαραγμένα στις συνειδήσεις των ακροατών από τις παλαιότερες ερμηνείες τους από αξεπέραστους τραγουδιστές (Νίκος Ξυλούρης, Βίκυ Μοσχολιού κ.α.). Η ερμηνευτική αναμέτρηση με το «Παλληκάρι στα σφακιά»(μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Νίκος Γκάτσος, πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης) είναι βέβαιο ότι θα βγάλει νικητή το Νίκο Ξυλούρη έναντι του Γιάννη Χαρούλη. Ωστόσο, ο Χαρούλης δεν προσπαθεί να «νικήσει». Έχει αποδεχθεί την «ήττα» του στον «πόλεμο», έχει χαλαρώσει και κάθε φορά σημειώνει και μια «νίκη» στην κάθε μεμονωμένη «μάχη». Με σεμνότητα πραγματική και λιτές αλλά στιβαρές ερμηνείες δείχνει να απολαμβάνει κάθε στιγμή. Από την άλλη η Μποφίλιου – έχω την εντύπωση ότι – πασχίζει να εντυπωσιάσει. Άλλοτε με χαμηλόφωνες ερμηνείες στα όρια του ψιθυριστού, που δεν αναδεικνύουν το στίχο και άλλοτε με έντονη θεατρικότητα που αποσπά την προσοχή του ακροατή, εντυπωσιάζοντάς τον μεν, κάνοντάς τον δε να εστιάζει σε αυτή (την θεατρικότητα), ξεχνόντας το ίδιο το τραγούδι. Η Μποφίλιου έχει τα φόντα να γίνει εξαιρετική τραγουδίστρια. Σε ένα βαθμό είναι ήδη. Η ερμηνεία της στο «Νυν και αεί»(μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Νίκος Γκάτσος, πρώτη εκτέλεση: Βίκυ Μοσχολιού) το αποδεικνύει. Οι δυνατότητές της είναι τεράστιες. Είναι έως τώρα, όμως, παγιδευμένη – κατά την ταπεινή μου άποψη – σε μια σεμνή έπαρση, όσο αντιφατικό και αν ακούγεται αυτό. Είναι άλλωστε αυτό το χαρακτηριστικό των ερμηνευτών της γενιάς της. Ελπίζω να την ξεπεράσει γρήγορα για να αρχίσει να απολαμβάνει το τραγούδι περισσότερο και να μας δώσει ακόμα καλύτερες ερμηνείες από εκείνες που μας έχει χαρίσει ως τώρα.
Ήταν ωραία στο Παλλάς απόψε. Μοναδική μου ένσταση μια γενικότερη ησυχία που επικρατούσε στο κοινό. Η εξαιρετική παρουσίαση των τραγουδιών είχε δημιουργήσει μια κατανυκτική ατμόσφαιρα που προκαλούσε συστολή στο ακροατήριο. Κανείς δεν τραγουδούσε τα πασίγνωστα τραγούδια που ακούστηκαν. Όλοι ψιθύριζαν τους στίχους ή μουρμούριζαν τις μελωδίες, θαρρείς και δεν ήθελαν να ενοχλήσουν τους επί σκηνής. Ακόμα και στο «Δίχτυ» (: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Νίκος Γκάτσος, πρώτη εκτέλεση: Τάκης Μπίνης) τα παλαμάκια ήταν διακριτικά σαν εκείνα με τα τρία δάχτυλα στους αγώνες μπιλιάρδου. Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδιζε το χορευτή Ξαρχάκο να συνεχίζει τον ακούραστο χορό του στο πόντιουμ, απολαμβάνοντας – περισσότερο ίσως από τον καθένα μας – τη μουσική.
Γιώργος Μυζάλης
http://musicspins.blogspot.com/2011/11/blog-post_13.html
Πράγματι ο Σταύρος Ξαρχάκος είναι ένας σπουδαίος συνθέτης, ο οποίος στέκεται ισάξια στο πλευρό των Χατζιδάκι – Θεοδωράκη (ή και Θεοδωράκη – Χατζιδάκι, αν προτιμάτε). Τα τραγούδια του είναι αψεγάδιαστα, στιβαρά, μετρημένα και εγγεγραμμένα στην συλλογική και την ποιητική μνήμη του κοινού. Στο άκουσμά τους δημιουργείται στον ακροατή το αίσθημα του γνώριμου, του οικείου, της ανάμνησης και της συγκίνησης. Και όλα αυτά χωρίς ο ίδιος ο δημιουργός των τραγουδιών να βρίσκεται στο προσκήνιο της δημοσιότητας. Κάθε άλλο. Έβλεπα τις προάλλες ένα βίντεο στο youtube (http://www.youtube.com/watch?v=g3FDC7QRLpE) από μια παλιά εκπομπή του Κώστα Χαρδαβέλλα, στα μέσα μάλλον της δεκαετίας του 1970, στην οποία ήταν καλεσμένος και τιμώμενο πρόσωπο ο Σταύρος Ξαρχάκος. Παρακολουθώντας αυτό το βίντεο, συνειδητοποίησα ότι, σε αντίθεση με τους άλλους Έλληνες συνθέτες, δεν αναγνώριζα τον ήχο της φωνής του. Και αυτό γιατί ο Σταύρος Ξαρχάκος έχει σταματήσει να δίνει συνεντεύξεις και να εμφανίζεται στην τηλεόραση εδώ και πολλά χρόνια. Στο συγκεκριμένο βίντεο εμφανίζεται και τραγουδάει ζωντανά και ο αείμνηστος αρχάγγελος της Κρήτης και της Ελλάδας, ο Νίκος Ξυλούρης. Μην παραλείψετε να το δείτε. Αυτά σκεφτόμουν στο δρόμο για το Παλλάς.
Εκεί παραβρέθηκα απόψε (Παρασκευή 11 Νοεμβρίου), στην συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου, με έργα δικά του, αλλά και άλλων Ελλήνων συνθετών και ποιητών. Μαζί του, όπως πάντοτε, η Κ.Ο.Ε.Μ. (Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής) καθώς και οι Νατάσσα Μποφίλιου και Γιάννης Χαρούλης στις ερμηνείες των τραγουδιών. Ο ίδιος, ακούραστος και ασυγκράτητος στο πόντιουμ, να μεταφέρει και να καθοδηγεί με ολόκληρο το σώμα του την καλοδουλεμένη και λαμπερή ορχήστρα. Ο Ξαρχάκος δεν είναι μαέστρος. Αν κριθεί με αυστηρά μουσικολογικά κριτήρια, δεν είναι μαέστρος. Οι κινήσεις του είναι ρυθμικές, συντονίζουσες τη μουσική, συντονισμένες με τη μουσική, αλλά δεν είναι κινήσεις μαέστρου. Προσωπικά περισσότερο θα τον χαρακτήριζα χορευτή. Χορευτή σαμάνο σε μυστικιστική τελετή. Στην τελετή μυήσεως, ίσως, του κοινού στο συναίσθημα που μεταφέρουν τα τραγούδια. Σε μια ιεροτελεστία. Η ορχήστρα πιθανώς να μην τον χρειάζεται μπροστά της. Η παρουσία του, όμως, και η αδιάκοπη ρυθμική και χορευτική κίνησή του, αποκωδικοποιεί την συναισθηματική ισχύ της μουσικής για το ακροατήριο. Βοηθάει το κοινό να κατανοήσει ευκολότερα τους χρωματισμούς της ορχήστρας και την ανάδειξη των στίχων μέσω συγκεκριμένων ενορχηστρωτικών επιλογών. Δεν ξέρω αν αυτό τον χρήζει μαέστρο, τον καθιστά όμως σίγουρα απαραίτητο μπροστάρη, ειδικά στα δικά του τραγούδια.
Οι τραγουδιστές της βραδιάς, ο ένας καλύτερος από τον άλλο. Πιο συγκεκριμένα ο Γιάννης Χαρούλης καλύτερος από τη Νατάσσα Μποφίλιου. Κι αν το «καλύτερος» είναι κάπως άκομψο, να το αλλάξω σε «ουσιαστικότερος», ή «απλούστερος». Τα τραγούδια που ακούστηκαν στο πρόγραμμα, είναι τραγούδια μεγάλης αναγνωρισιμότητας και αξίας. Είναι τραγούδια που έχουν μείνει χαραγμένα στις συνειδήσεις των ακροατών από τις παλαιότερες ερμηνείες τους από αξεπέραστους τραγουδιστές (Νίκος Ξυλούρης, Βίκυ Μοσχολιού κ.α.). Η ερμηνευτική αναμέτρηση με το «Παλληκάρι στα σφακιά»(μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Νίκος Γκάτσος, πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης) είναι βέβαιο ότι θα βγάλει νικητή το Νίκο Ξυλούρη έναντι του Γιάννη Χαρούλη. Ωστόσο, ο Χαρούλης δεν προσπαθεί να «νικήσει». Έχει αποδεχθεί την «ήττα» του στον «πόλεμο», έχει χαλαρώσει και κάθε φορά σημειώνει και μια «νίκη» στην κάθε μεμονωμένη «μάχη». Με σεμνότητα πραγματική και λιτές αλλά στιβαρές ερμηνείες δείχνει να απολαμβάνει κάθε στιγμή. Από την άλλη η Μποφίλιου – έχω την εντύπωση ότι – πασχίζει να εντυπωσιάσει. Άλλοτε με χαμηλόφωνες ερμηνείες στα όρια του ψιθυριστού, που δεν αναδεικνύουν το στίχο και άλλοτε με έντονη θεατρικότητα που αποσπά την προσοχή του ακροατή, εντυπωσιάζοντάς τον μεν, κάνοντάς τον δε να εστιάζει σε αυτή (την θεατρικότητα), ξεχνόντας το ίδιο το τραγούδι. Η Μποφίλιου έχει τα φόντα να γίνει εξαιρετική τραγουδίστρια. Σε ένα βαθμό είναι ήδη. Η ερμηνεία της στο «Νυν και αεί»(μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Νίκος Γκάτσος, πρώτη εκτέλεση: Βίκυ Μοσχολιού) το αποδεικνύει. Οι δυνατότητές της είναι τεράστιες. Είναι έως τώρα, όμως, παγιδευμένη – κατά την ταπεινή μου άποψη – σε μια σεμνή έπαρση, όσο αντιφατικό και αν ακούγεται αυτό. Είναι άλλωστε αυτό το χαρακτηριστικό των ερμηνευτών της γενιάς της. Ελπίζω να την ξεπεράσει γρήγορα για να αρχίσει να απολαμβάνει το τραγούδι περισσότερο και να μας δώσει ακόμα καλύτερες ερμηνείες από εκείνες που μας έχει χαρίσει ως τώρα.
Ήταν ωραία στο Παλλάς απόψε. Μοναδική μου ένσταση μια γενικότερη ησυχία που επικρατούσε στο κοινό. Η εξαιρετική παρουσίαση των τραγουδιών είχε δημιουργήσει μια κατανυκτική ατμόσφαιρα που προκαλούσε συστολή στο ακροατήριο. Κανείς δεν τραγουδούσε τα πασίγνωστα τραγούδια που ακούστηκαν. Όλοι ψιθύριζαν τους στίχους ή μουρμούριζαν τις μελωδίες, θαρρείς και δεν ήθελαν να ενοχλήσουν τους επί σκηνής. Ακόμα και στο «Δίχτυ» (: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Νίκος Γκάτσος, πρώτη εκτέλεση: Τάκης Μπίνης) τα παλαμάκια ήταν διακριτικά σαν εκείνα με τα τρία δάχτυλα στους αγώνες μπιλιάρδου. Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδιζε το χορευτή Ξαρχάκο να συνεχίζει τον ακούραστο χορό του στο πόντιουμ, απολαμβάνοντας – περισσότερο ίσως από τον καθένα μας – τη μουσική.
Γιώργος Μυζάλης
http://musicspins.blogspot.com/2011/11/blog-post_13.html