Η Ελλάδα και η Ιταλία είναι δύο ευρωπαϊκές χώρες που συνδέονται με ιστορικούς πολιτισμικούς δεσμούς, πάνω στους οποίους ακούμπησε ολόκληρη η Ευρώπη. Η ιστορία είναι ένας τρόπος για να δεις την προοπτική του παρόντος, παρατηρεί ο Ιταλός καθηγητής Luciano Canfora.
Ο ελληνορωμαϊκός κόσμος από τον οποίο κατάγεται ο δυτικός πολιτισμός παρέχει ένα κριτικό οπλοστάσιο, το οποίο όχι μόνον παραμένει ενεργό αλλά μπορεί να βγάλει τη σκέψη από πολλά αδιέξοδα. Το κριτικό, όμως, αυτό οπλοστάσιο έχει τόσο παρερμηνευθεί και παραμεληθεί, ώστε σήμερα ολόκληρη η Ευρώπη να βρίσκεται σε πραγματικό αδιέξοδο. Η εποχή μας, δυστυχώς, πάσχει από αδυναμία πνευματικής ανάτασης για πολιτισμική θεώρηση των πραγμάτων και αξιοποίηση των πολιτισμικών αγαθών. Αξίζει να θυμηθούμε μια φράση του Αντρέ Μαλρό «ο 21ος αιώνας ή θα είναι πνευματικός ή δεν θα υπάρξει». Ήρθε, πράγματι, η ώρα να κάνουμε τη μεγάλη πνευματική επανάσταση, και ας μη λησμονούμε ότι ο πολιτισμός είναι η ζωή του πνεύματος.
Οι σημερινές χαλεπές συνθήκες αποδεικνύουν ότι η Ευρώπη δεν θα έπρεπε να πέσει στα δίχτυα πιστωτών-οφειλετών και ότι οφείλει πλέον να επιστρέψει στις πολιτισμικές της αξίες, αποκτώντας επιτέλους πολιτισμική συνείδηση. Το μέλλον της Ευρώπης πρέπει να ακουμπήσει στο παρελθόν, στην ελληνορωμαϊκή της κληρονομιά, γιατί, όπως επισημαίνει ο Jacques Le Goff, μια Ευρώπη χωρίς ιστορία θα ήταν μια Ευρώπη ορφανή και δυστυχισμένη.
Φέτος στην Ιταλία γιορτάζονται τα 150 χρόνια της Παλιγγενεσίας. Η παράσταση τουΝαμπούκο του Βέρντι στην όπερα της Ρώμης με τον Αρχιμουσικό Ρικάρντο Μούτι ήταν η κεντρική εορταστική εκδήλωση για την επέτειο της Ένωσης της Ιταλίας. Στην παράσταση αυτή ο Μούτι έδειξε το δρόμο για την ανάκαμψη από την παγκόσμια κρίση της εποχής μας μέσα από τον Πολιτισμό. Θύμισε στους θεατές του ότι ο Ναμπούκο έκανε πρεμιέρα ως μια όπερα πατριωτική, σχετική με την εθνική ταυτότητα της Ιταλίας. Με βάση τη γνωστή φράση«oh mia patria si bella e perduta» ο Μούτι είπε ότι η εντύπωση που επικρατεί στο εξωτερικό για την πατρίδα του είναι ότι πρόκειται για μια χώρα όμορφη, ωστόσο αν ο Πολιτισμός της πεθάνει θα είναι πραγματικά μια χώρα όμορφη αλλά χαμένη, και κάλεσε τους πολίτες να ενώσουν τη φωνή τους για τη διάσωση του πολιτισμού.
Στον τομέα αυτό ο Μούτι πιστεύει ότι η Ιταλία με την Ελλάδα μπορούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά, γιατί στις χώρες αυτές γεννήθηκαν οι μεγάλες ιδέες και άνθισε ο πολιτισμός, ο οποίος από τον ευρωπαϊκό Νότο μεταδόθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο. Ευρώπη, λοιπόν, χωρίς Ελλάδα, είπε ο Μούτι, ίσον βαρβαρότητα. Θα μπορούσε να υπάρξει ένας άξονας μεταξύ Ρώμης και Ιταλικού Νότου, ο οποίος να επεκταθεί στην Ελλάδα και από εκεί στη Μέση Ανατολή και στον ευρύτερο Αραβικό κόσμο. Αν δεν προλάβουμε να«στείλουμε» εμείς την κουλτούρα μας στη Μέση Ανατολή, τότε φοβάμαι -τονίζει ο Αρχιμουσικός- ότι θα φέρει εκείνη τη βία της στην Ευρώπη. Εξάλλου, τα πρώτα σημάδια έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται.
Εμείς οι Έλληνες τι κάνουμε για τον Πολιτισμό; Όλοι γνωρίζουμε ότι το αρχαίο ελληνικό δράμα (τραγωδία-κωμωδία) απετέλεσε τη βάση του ρωμαϊκού θεάτρου και στη συνέχεια το θεμέλιο του σύγχρονου δυτικού θεάτρου. Σήμερα το ενδιαφέρον γι’ αυτό είναι ίσως πιο έντονο από ποτέ. Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία και το θέατρο ιδιαίτερα εξακολουθούν να αποτελούν πηγή έμπνευσης για δημιουργία. Οι Έλληνες δεν υπήρξαν ούτε πολύ πλούσιοι ούτε πολύ ισχυροί, ήταν, όμως, πολιτισμένοι επειδή στοχάζονταν.
Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε –έστω κα με καθυστέρηση- αυτά τα αγαθά; Όχι βέβαια με τη γνωστή μας εσωστρέφεια αλλά με ένα ρόλο πρωταγωνιστικό στο διεθνές περιβάλλον. Τέτοιες κινήσεις, κινητοποιούν και τον Τουρισμό προς όφελος σημαντικό της οικονομίας μας. Ας θυμηθούμε ενδεικτικά και μόνο τη φετινή καλοκαιρινή τουριστική άνθιση της καταρρέουσας Ελλάδας, αναμφισβήτητο αποτέλεσμα μιας σωστής πρωτοβουλίας για τα πολιτιστικά δρώμενα, αλλά και τις εξαιρετικές επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Αν έχει να ελπίζει η χώρα μας σε κάτι, αυτό είναι ο Πολιτισμός. Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας ωφελήθηκαν από αυτόν και αξιοποίησαν το όφελος. Εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε… οφειλέτες, τουλάχιστον στον πολιτισμό. Ας επενδύσουμε επιτέλους σοβαρά, τη δύσκολη τούτη ώρα, στο μοναδικό κεφάλαιο που μας απομένει!
*Η Καθηγήτρια Στέλλα Πριόβολου είναι πρόεδρος στο Τμήμα Ιταλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.