Θαμμένη για καιρό στα υπόγεια του από χρόνια κλειστού Παλιού Μουσείου, χωρίς πρόσωπο και με τα φτερά στο πάτωμα, τούτη η ξεχασμένη Νίκη μου χάρισε την πιο ανυπόμονη παιδική μου προσμονή.
Θα διάλεγαν, σκεφτόμουν, για χάρη της την καλύτερη αίθουσα του κλειστού μουσείου, θα την αέριζαν και από τα ανοικτά νεοκλασικά παράθυρά της, ο Αλφειός θα έφερνε μέσα απ’ τα πεύκα του Κρόνιου και του παλιού περιστυλίου τον πιο δροσερό αέρα. Για να μπορέσει η Νίκη να κατέβει και πάλι στη γη και να τιθασεύσει το πεπρωμένο των ανθρώπων. Πάνω σε αυτό το άγαλμα του Παιωνίου και τα υπόγεια του Μουσείου πέρασαν πολλά παιδικά μου καλοκαίρια και στο χώμα των ανασκαφών φτιάχτηκε το δικό μου παιχνίδι:" Όλα τα αγάλματα γυρίζουν σπίτι τους".
Οι ανασκαφές άνοιγαν στις 8:30, οι αρχαιολόγοι έπιναν τον πρωινό καφέ τους στο χαγιάτι του μικρού σπιτιού, αν κοιτάξεις καλύτερα στο Πρυτανείο τα σημάδια της φωτιάς είναι ακόμη εκεί και πιο κάτω, στο εργαστήρι του Φειδία μισοτελειωμένα αγάλματα κρύβονται ανάμεσα στις πλάτες των μαθητών του. Έξω από το Ηραίο οι ελιές μοσχοβολούν τα μεσημέρια και από το υδραγωγείο ακούγεται ακόμη ο ήχος των νερών. Στις πέτρες του ναού του Δία πάντα ο ίδιος ανεξήγητος φόβος, μπορεί να φταίνε τα ποδοβολητά των αλόγων και οι Τιτάνες. Πού πάει κάθε άγαλμα όταν βγαίνει από το μουσείο; Ποια είναι η κανονική του θέση; Γιατί βρισκόταν κάποτε εκεί; Ναοί πάνω σε ναούς και παραδίπλα χαμομήλια, τζιτζίκια και μωβ κουτσουπιές, ακανόνιστοι περίβολοι και κομμένοι τύμβοι, βάσεις ιερών, υγραγωγείων, βωμών και αγαλμάτων. Και λίγο πριν το στάδιο, η Στοά της Ηχούς σε προσκαλεί «φώναξε δυνατά», οι ήχοι επαναλαμβάνονται επτά φορές, κάτι θα ακουστεί στο βάθος.
Στον απέναντι λόφο το χωριό έγινε δήμος. Κτίρια, σπίτια και ξενοδοχεία ξεπροβάλλουν άναρχα και άσχημα, πέργκολες, πλαστικές προεκτάσεις και τριώροφα με αλουμινένια κάγκελα μετατράπηκαν σε πανσιόν ή μαγαζιά, χοντροκομμένα αγάλματα για σουβενίρ και μισοκαμένες ταμπέλες. Κάποτε περίμενες στην ουρά σχεδόν πάνω στο δρόμο, για να φας στις ταβέρνες. Ύστερα οι ταβέρνες άρχισαν να κλείνουν, τα ενοικιαζόμενα να μένουν ξενοίκιαστα και οι καντίνες χωρίς πια κοροΐδια. Μετά η εθνική μας υπερηφάνεια επανεμφανίστηκε, και μαζί με τις κακόγουστες προτομές, τα τσολιαδάκια και τα μελανόμορφα αγγεία οι ταβέρνες ξαναγέμισαν κόσμο για λίγο. Γρήγορες ξεπέτες μιας αισχρής εκμετάλλευσης, τόσο όσο κράτησε και η υποκριτική λάμψη των ολυμπιακών. Και ύστερα ήρθαν οι φωτιές, τα καμένα πεύκα, οι κλειστοί δρόμοι και μαζί έφεραν στέγες με τρύπες, πλημμυρισμένες προθήκες και κρουαζιερόπλοια, που αδειάζουν τους τουρίστες σε λεωφορεία, τους μεταφέρουν στον αρχαιολογικό χώρο και ύστερα τους παίρνουν τρέχοντας το ίδιο μεσημέρι.
«Οι ληστές είχαν στόχο να πλήξουν την εικόνα της Αρχαίας Ολυμπίας, ενός brand name με διεθνή αίγλη» δήλωσε το Υπουργείο Πολιτισμού. Δυστυχώς όμως η εικόνα της αίγλης έχει πληγεί εδώ και καιρό, τελείωσε μόλις τελείωσε και η χωρίς όρια εκμετάλλευσή της. Δεν υπάρχει πια εικόνα, όλα είναι καμένα και ό,τι δεν κάηκε βράχηκε από τα νερά της βροχής και ό,τι δεν βράχηκε το κατάπιαν οι σεισμοί και ό,τι έμεινε όρθιο το καταλήστεψαν χρόνια τώρα όλοι εκείνοι που στο όνομα ενός παλιού ιερού, καπηλεύονται ιδέες που δεν έχουν ιδέα τι σημαίνουν.
Πάρτε το χαμπάρι η εικόνα του πολιτισμού της συμφιλίωσης και της ειρήνης έχει πεθάνει οριστικά, σαν τον κλειστό δρόμο με τα πεύκα του Κρόνιου λόφου, σαν την πάντα κλειστή Ακαδημία, σαν το κλειδαμπαρωμένο μουσείο του Ντε Κουμπερτέν, σαν τις κλειστές ταβέρνες. Τα «65 μικρά, χάλκινα και πήλινα αγγεία και ειδώλια, από αυτά που υπάρχουν κατά χιλιάδες στα μουσεία μας, χωρίς ιδιαίτερα μεγάλη αρχαιολογική αξία» όπως δήλωσε το Υπουργείο Πολιτισμού, είναι απλά το κερασάκι.
Δεν είναι η ανικανότητα του κράτους να προστατεύσει την πολιτιστική κληρονομιά του, ούτε η έλλειψη πόρων, ούτε οι κομματικοί διορισμοί ή οι μειώσεις προσωπικού. Δεν φταίει ούτε ότι ο πολιτισμός είναι ο τελευταίος τροχός μιας άμαξας και δεν είναι ζήτημα αν έχει τις άλλες τρεις ρόδες το κάρο.
Για όλα φταίει το παιχνίδι. Ο Κρόνος νίκησε τον πατέρα του τον Ουρανό και ύστερα κατάπινε τα παιδιά του για να μην τον νικήσουν και ύστερα ανετράπη από τον ίδιο του το γιο του τον Δία. Τέτοιο είναι το παιχνίδι εδώ. Για χρόνια τώρα.
Με τη σκέψη μου περπατώ στις αίθουσες του νέου Μουσείου,. Από μακριά η Νίκη μου χαμογελά και με χαιρετά. Τι και αν δεν έχει πρόσωπο και το χέρι της είναι κομμένο; Στρίβω στη γωνία, περνώ τον Αντίνοο, είναι όμορφος πολύ, αλλά δεν τον αγαπώ τόσο. Το απογευματινό φως πέφτει πλάγια στα μάρμαρα. Έφτασα.
Στέκει μόνος στη μέση μιας κόκκινης αίθουσας. Είναι γλυκός και αστραφτερός. Λιγάκι λυπημένος από τ' αριστερά, μα πάντα ήρεμος. Για τους ανθρώπους που δούλεψαν σκληρά για χρόνια και πολλές φορές δωρεάν, για τους αρχαιολόγους και εκείνους όλους που αγάπησαν ένα-ένα άγαλμα, ακόμη και τα πιο μικρά που δεν έχουν ιδιαίτερα μεγάλη αρχαιολογική αξία, η Ολυμπία με ή χωρίς αγάλματα, με ή χωρίς δέντρα, είναι πάντα εκεί, γιατί είναι ιδέα.