Μου έπεσε η μούρη.
Σαν να έγραψε για
μένα και μόνο για
μένα ο Γ.Προκοπάκης
εδώ στο protagon ένα κομμάτι μ’ αυτόν τον
τίτλο, πάει κανάς μήνας τώρα.
Κι ας είμαι πάνω από πενήντα κι ας κλείνει ο γιός μου τα 20. Έλα, όμως, που εμπίπτω σ’ αυτήν την κατάπτυστη κατηγορία συμπολιτών μας, γυναικών εννοείται, που παρά την εξίσωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των δύο φύλων, διατηρούν ακόμα το δικαίωμα να παίρνουν σύνταξη στα 50 πάνω κάτω χρόνια τους, φτάνει να είχαν ή να έχουν ανήλικο παιδί.
Σαν να έγραψε για
μένα και μόνο για
μένα ο Γ.Προκοπάκης
εδώ στο protagon ένα κομμάτι μ’ αυτόν τον
τίτλο, πάει κανάς μήνας τώρα.
Κι ας είμαι πάνω από πενήντα κι ας κλείνει ο γιός μου τα 20. Έλα, όμως, που εμπίπτω σ’ αυτήν την κατάπτυστη κατηγορία συμπολιτών μας, γυναικών εννοείται, που παρά την εξίσωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των δύο φύλων, διατηρούν ακόμα το δικαίωμα να παίρνουν σύνταξη στα 50 πάνω κάτω χρόνια τους, φτάνει να είχαν ή να έχουν ανήλικο παιδί.
Ο Γιώργος Προκοπάκης ήταν κατηγορηματικός. Η συνταξιούχος πενηντάρα με το ανήλικο είναι ένας από τους παράγοντες, που μας οδήγησαν στην κρίση. Μια απειλή για την κοινωνία. Ένα πλάσμα που απομυζά τα ταμεία για πολλά πολλά χρόνια. Μια μάστιγα που πρέπει να εκλείψει. Συμφωνώ και επαυξάνω. Γιατί, τρομάρα μου, εκτός όλων των άλλων, είμαι πρώτον φεμινίστρια και δεύτερον εργασιομανής.
Τα συνταξιοδοτικά προνόμια των γυναικών πάντα με έκαναν έξαλλη κι ας έβλεπα γύρω μου όλους ανεξαιρέτως τους άνδρες να εγκαταλείπουν τα παιδάκια τους σε συζύγους, μανάδες, πεθερές και νταντάδες και να συνεχίζουν απρόσκοπτοι την μεγαλειώδη ή μη καριέρα τους. Περισσότερο με βόλευε να σπάσω κανά κεφάλι, παρά να βρω αναδρομικώς το δίκιο μου βγαίνοντας στη σύνταξη σε δημιουργική ηλικία και με παιδί κοτζάμ γαϊδούρι. Γιατί, μην μού πείτε ότι οι πενηντάρες έχουν μωρό στη κούνια. Κάτι εφήβους-ες τρία μέτρα έχουν, που τους μιλάνε με μουγκρητά μια φορά την εβδομάδα.
Έπειτα, θεωρούσα και θεωρώ τη δουλειά βασικό παράγοντα ευτυχίας. Με γέμιζαν όνειδος οι ομόφυλές μου που μετρούσαν, σαν τους φαντάρους, τις μέρες, τους μήνες, τα χρόνια που τις χώριζαν από την επιστροφή στο σπίτι. Η προνομιούχος αυτή κατηγορία ήταν, άλλωστε, εμφανής. Φρόντιζε, ανυπόμονη, για να μην χάνει την επαφή, να μεταφέρει σε γραφεία και εργασιακούς χώρους την κουζινίλα, που ονειρευόταν να την καταπιεί κάποτε ολόκληρη. Χωρίς διαλείμματα. Από το πρωί ως το βράδυ. Στα πενήντα της, με μια σύνταξη, έστω και μικρή.
Εγώ, λοιπόν, η παραπάνω φανατικιά, δογματική και απόλυτη, έσουρα εσχάτως τα ποδαράκια μου στο ασφαλιστικό ταμείο μου. Κι εκεί, επιβεβαίωσα, όπως άσχετη ξεάσχετη υποπτευόμουνα, ότι, ναι, είμαι «πενηντάρα με ανήλικο». Κι όσο η επιχείρηση στην οποία δουλεύω παραμένει κλειστή και εγώ απλήρωτη, όσο βλέπω να απομακρύνεται η πιθανότητα μιας άλλης, τίμιας και αξιοπρεπούς δουλειάς με την ανεργία να χτυπάει 20ρια, τόσο η προοπτική να γίνω συνταξιούχος μού τριβελίζει το μυαλό.
Τα υπαρξιακά μου άγχη δεν αφορούν κανένα (έβλεπα, πάντως, κάποτε τον Ολιβέϊρα και τον Μπρούκ να είναι δημιουργικοί στα 80, 90 τους και τους έφτυνα, πρότυπο τους είχα). Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η κρίση, θέλουμε δεν θέλουμε, θα μας προσγειώσει. Σε ανεργία, μικρούς μισθούς και ναι, στην περίπτωσή μου, σε χρήση προνομίων λόγω φύλου, που ποτέ δεν ζήτησα.