Μια ανακοίνωση του φεστιβάλ κινηματογράφου της Αθήνας
"Νύχτες Πρεμιέρας" σχετικά με προκρατήσεις δωρεάν εισιτηρίων
από ανέργους, οι οποίοι τελικά δεν
τα χρησιμοποίησαν, αναδεικνύει
για άλλη μια φορά την ανεύθυνη νοοτροπία που χαρακτηρίζει πολλούς Έλληνες πολίτες, απέναντι σε ό,τι
τους προσφέρεται δωρεάν.
Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση ανέφερε:
"Από την αρχή του 18ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας ΝΥΧΤΕΣ ΠΡΕΜΙΕΡΑΣ COSMOTE, έχει παρουσιαστεί ένα δυσάρεστο φαινόμενο με τις sold out προβολές: ενώ έχουν διανεμηθεί όλα τα εισιτήρια για κάποιες προβολές, την τελευταία στιγμή ένας μεγάλος αριθμός θεατών που έχει εκδώσει μηδενικά εισιτήρια, αποφασίζει, για οποιονδήποτε λόγο, να μην έρθει στην προβολή, με αποτέλεσμα να υπάρχουν τελικά πολλές κενές θέσεις σε προβολές για τις οποίες πολύς κόσμος δεν έχει καταφέρει να προμηθευτεί εισιτήρια. Ένα τέτοιο φαινόμενο παρατηρήθηκε π.χ. στην προβολή της ταινίας «Μπομπ Μάρλει», η οποία ενώ ήταν sold out, παρουσίασε περισσότερες από 40 (!!) κενές θέσεις". (δείτε ολόκληρη την ανακοίνωση εδώ).
Ένα παρόμοιο φαινόμενο παρατηρούν και τα ΜΜΕ που δίνουν δώρα και δωρεάν είσοδο σε εκδηλώσεις. Κάποιοι νικητές είτε δεν φροντίζουν να τσεκάρουν εγκαίρως το e-mail τους ή τα site για να δουν αν κέρδισαν στους διαγωνισμούς όπου δήλωσαν συμμετοχή, και επικοινωνούν με τα μέσα αργότερα ζητώντας να εκμεταλλευτούν την προσφορά κάποια άλλη στιγμή, είτε απλά αποφασίζουν να μην την εκμεταλλευτούν, χωρίς να ειδοποιήσουν ούτε το μέσο ούτε π.χ. τον χώρο που φιλοξενεί την εκάστοτε εκδήλωση, ώστε οι θέσεις και τα δώρα να δίνονται τουλάχιστον σε κάποιον "επιλαχόντα" που πολύ θα τα ήθελε.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αλυσίδα έλλειψης σεβασμού εκ μέρους του "ευεργετούμενου", είναι μακρά: έλλειψη σεβασμού προς τους καλλιτέχνες και προς τους οργανισμούς που γενναιόδωρα κάνουν την προσφορά, προς το μέσο που την επικοινωνεί και προς τους ανθρώπους που αφιερώνουν εργασιακό χρόνο στη διαδικασία των διαγωνισμών, προς τους ενδιαφερόμενους που δεν κέρδισαν και θα ήθελαν πολύ να είχαν κερδίσει, και τελικά προς τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς το πιθανότερο είναι να δυσανασχετούσε αν γνώριζε πως κάποιος άλλος "σνόμπαρε" μια προσφορά της οποίας ο ίδιος θα ήθελε πολύ να είναι ο τελικός αποδέκτης.
Αλλά ακόμα κι όταν ο αποδέκτης του "δωρεάν" "εξαργυρώνει" την προσφορά, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου γίνεται κακή χρήση της ή προβάλλονται παράλογες απαιτήσεις σε σχέση με αυτή. Έχουμε δει σε avant premieres που διοργανώνουν διάφορα ΜΜΕ να γίνεται "το σώσε", και οι νικητές να βγάζουν τον χειρότερό τους εαυτό σε δημόσιο χώρο, ακόμα και κατά την καθαρή διάρκεια της εκδήλωσης, επιδεικνύοντας συμπεριφορά "κάφρου" (πολλοί καλλιτέχνες μάλιστα μας λένε ότι μερικές φορές τέτοιες βραδιές εξελίσσονται σε εφιάλτη).
Έχουμε επίσης υπόψη και μια ακραία περίπτωση νικητή διαγωνισμού για κρουαζιέρα, που απαιτούσε να πάει στον προορισμό με... αεροπλάνο, με αεροπορικό εισιτήριο που -φυσικά- θα έπρεπε να του πληρώσει η εταιρεία που έκανε την προσφορά! Αναφορικά με τον παραλογισμό που παρατηρείται σε τέτοιες συνθήκες τεχνητού ανταγωνισμού, θυμάμαι και έναν τεράστιο δημόσιο καβγά που εκτυλίχθηκε σε σελίδα μεγάλης εταιρείας στο Facebook, η οποία έκανε διαγωνισμό με έπαθλο εισιτήρια σινεμά. Κάποιοι στάθηκαν "δικηγορίστικα" σε ένα "τραβηγμένο" ντεφώ αναφορικά με μια ερώτηση και τη δοθείσα σωστή απάντησή της. Απαιτούσαν να ακυρωθεί ο συγκεκριμένος διαγωνισμός λόγω αμφιβολιών για τη σωστή απάντηση, δίνοντας μεγάλη έκταση, καθώς και νομικές και ηθικές διαστάσεις στο θέμα, χωρίς να μπορούν να συνειδητοποιήσουν -εκείνη τη στιγμή τουλάχιστον- πόσο ήσσονος σημασίας ήταν το διακύβευμα (ένα εισιτήριο σινεμά, αξίας 8-12 ευρώ), να αποδεχθούν το δικαίωμα της πλευράς της εταιρείας στο ακούσιο λάθος -αν μπορεί να θεωρηθεί ότι επρόκειτο για λάθος- και να καταλάβουν ότι μια διαφωνία για ένα τέτοιο θέμα δεν μπορεί να πλήξει τη γενικότερη αξιοπιστία τής εταιρείας.
Αυτά συμβαίνουν την ίδια ώρα που τα τελευταία χρόνια προβάλλεται ακόμα πιο εμφατικά -και δικαίως- η απαίτηση να έχουν πρόσβαση οι άνεργοι και οι μη προνομιούχες ομάδες, αλλά και γενικά ο "απλός λαός" σε πλήθος ευκαιριών διασκέδασης και πολιτισμού. Μια τέτοια απαίτηση εξυπηρετείται σε σχετικά ικανοποιητικό βαθμό σε μια μητρόπολη όπως η Αθήνα, καθώς μπορεί όλες οι δωρεάν εκδηλώσεις στην πόλη να μην είναι της ίδιας ποιότητας, ωστόσο όποιος ξέρει πώς να ψάχνει ή έχει μια γενική ιδέα για τα πολιτιστικά πράγματα και τα αστικά δρώμενα, μπορεί να κάνει πραγματικά ποιοτικές επιλογές. Επιπλέον, αφθονούν πια τα ΜΜΕ που προσφέρουν δωρεάν προσκλήσεις σε θεάματα, κάνουν κληρώσεις δώρων ή εκπτωτικές προσφορές, και οι περισσότεροι όλο και κάποια στιγμή έχουν επωφεληθεί από τέτοιες ευκαιρίες.
Αν όμως συγκρίνουμε τη θεωρητική ζήτηση με το τελικό ποσοτικό και ποιοτικό αποτέλεσμά της, αρκετές φορές διαπιστώνεται πως το ενδιαφέρον πηγάζει περισσότερο μάλλον από αυτό καθαυτό το "δωρεάν", παρά από το ίδιο το προϊόν της προσφοράς, εξ ου και τα φαινόμενα παραλογισμού. Πολλές φορές δηλαδή αρκεί κάτι να φέρει την ταμπέλα της "προσφοράς" ή του "δωρεάν", για να προσελκύσει ικανό ενδιαφέρον για ένα προϊόν ή μια υπηρεσία που υπό άλλες συνθήκες ίσως να μην ενδιέφεραν καθόλου, όχι μόνο για λόγους οικονομικούς, αλλά κυρίως για λόγους που έχουν να κάνουν με την ίδια την αξία του προϊόντος αναφορικά με το είδος, την ποιότητα και τη χρήση του σε σχέση με τις επιθυμίες και τις ανάγκες συγκεκριμένων καταναλωτών.
Οι διαγωνισμοί στο Facebook είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα τέτοιας παράκαμψης της ουσίας, επιπόλαιης αντιμετώπισης και υπερεκτίμησης της πιθανότητας ανταμοιβής: "Έλαβα μέρος στον διαγωνισμό του περιοδικού Γκάζια και Γκόμενες για ένα scooter" (παρόλο που δεν έχω δίπλωμα για μηχανή). "Απάντησα σωστά στην ερώτηση του Αύρα FM για το ποιον είχανε πατέρα τα παιδιά του Ζεβεδαίου και μπήκα στην κλήρωση για να κερδίσω το τελευταίο μυθιστόρημα της Νινέττας Δορκοφίκη" (παρόλο που ξέρω ότι δεν έχω υπομονή να διαβάσω ολόκληρο μυθιστόρημα). "Μου αρέσει" η σελίδα "♥♥♥Τη θετική ενέργια που έδοσες C άτομα που δεν το αξίζανε, κάπου εκεί έξω θα τη βρει κάποιος Κ θα στην επηστρέψει εις 2πλούν......!!!!1", γιατί ίσως πάρω "μπόνους" κανένα πιπινάκι ανάμεσα στους fans (παρόλο που "παίζω" ήδη με πέντε).
Αυτά συμβαίνουν την ίδια ώρα που τα τελευταία χρόνια προβάλλεται ακόμα πιο εμφατικά -και δικαίως- η απαίτηση να έχουν πρόσβαση οι άνεργοι και οι μη προνομιούχες ομάδες, αλλά και γενικά ο "απλός λαός" σε πλήθος ευκαιριών διασκέδασης και πολιτισμού. Μια τέτοια απαίτηση εξυπηρετείται σε σχετικά ικανοποιητικό βαθμό σε μια μητρόπολη όπως η Αθήνα, καθώς μπορεί όλες οι δωρεάν εκδηλώσεις στην πόλη να μην είναι της ίδιας ποιότητας, ωστόσο όποιος ξέρει πώς να ψάχνει ή έχει μια γενική ιδέα για τα πολιτιστικά πράγματα και τα αστικά δρώμενα, μπορεί να κάνει πραγματικά ποιοτικές επιλογές. Επιπλέον, αφθονούν πια τα ΜΜΕ που προσφέρουν δωρεάν προσκλήσεις σε θεάματα, κάνουν κληρώσεις δώρων ή εκπτωτικές προσφορές, και οι περισσότεροι όλο και κάποια στιγμή έχουν επωφεληθεί από τέτοιες ευκαιρίες.
Αν όμως συγκρίνουμε τη θεωρητική ζήτηση με το τελικό ποσοτικό και ποιοτικό αποτέλεσμά της, αρκετές φορές διαπιστώνεται πως το ενδιαφέρον πηγάζει περισσότερο μάλλον από αυτό καθαυτό το "δωρεάν", παρά από το ίδιο το προϊόν της προσφοράς, εξ ου και τα φαινόμενα παραλογισμού. Πολλές φορές δηλαδή αρκεί κάτι να φέρει την ταμπέλα της "προσφοράς" ή του "δωρεάν", για να προσελκύσει ικανό ενδιαφέρον για ένα προϊόν ή μια υπηρεσία που υπό άλλες συνθήκες ίσως να μην ενδιέφεραν καθόλου, όχι μόνο για λόγους οικονομικούς, αλλά κυρίως για λόγους που έχουν να κάνουν με την ίδια την αξία του προϊόντος αναφορικά με το είδος, την ποιότητα και τη χρήση του σε σχέση με τις επιθυμίες και τις ανάγκες συγκεκριμένων καταναλωτών.
Οι διαγωνισμοί στο Facebook είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα τέτοιας παράκαμψης της ουσίας, επιπόλαιης αντιμετώπισης και υπερεκτίμησης της πιθανότητας ανταμοιβής: "Έλαβα μέρος στον διαγωνισμό του περιοδικού Γκάζια και Γκόμενες για ένα scooter" (παρόλο που δεν έχω δίπλωμα για μηχανή). "Απάντησα σωστά στην ερώτηση του Αύρα FM για το ποιον είχανε πατέρα τα παιδιά του Ζεβεδαίου και μπήκα στην κλήρωση για να κερδίσω το τελευταίο μυθιστόρημα της Νινέττας Δορκοφίκη" (παρόλο που ξέρω ότι δεν έχω υπομονή να διαβάσω ολόκληρο μυθιστόρημα). "Μου αρέσει" η σελίδα "♥♥♥Τη θετική ενέργια που έδοσες C άτομα που δεν το αξίζανε, κάπου εκεί έξω θα τη βρει κάποιος Κ θα στην επηστρέψει εις 2πλούν......!!!!1", γιατί ίσως πάρω "μπόνους" κανένα πιπινάκι ανάμεσα στους fans (παρόλο που "παίζω" ήδη με πέντε).
Έτσι αυτομάτως "πάνε περίπατο" οι όποιοι ενδοιασμοί θα εκφράζαμε υπό άλλες συνθήκες για την προστασία των προσωπικών μας δεδομένων, οι επιφυλάξεις για την παραχώρηση του ονόματός μας σε εταιρείες που το χρησιμοποιούν ως διαφημιστικό όχημα χωρίς καν να μας έχουν δώσει κάτι μικρό ως αντάλλαγμα, και η κατά τα άλλα καθημερινή μας μέριμνα για τη διαμόρφωση και διατήρηση ενός "συνεπούς" εικονικού μας προφίλ. Φυσικά αυτό το "τίμημα" είναι εξαρχής αντιληπτό από την πλειοψηφία των χρηστών, και δεν υπάρχει καμιά "ύπουλη" πρακτική μάρκετινγκ εκ μέρους των εταιρειών με σκοπό τη χειραγώγηση των καταναλωτών. Απλά, παραδείγματα όπως τα παραπάνω καταδεικνύουν τη χαλάρωση των αντιστάσεων και της λογικής μπροστά σε κάτι που παρουσιάζεται ως δέλεαρ, χωρίς ουσιαστικά να είναι τέτοιο για εμάς, και επιπλέον της συνειδητής προθυμίας μας να συμμετάσχουμε σε αυτό το "παιχνίδι".
Συνήθως διαμαρτυρόμαστε όταν υπηρεσίες είναι αρνητικά δυσανάλογες των χρημάτων που καταβάλλουμε γι' αυτές ή όταν διαψεύδονται προσδοκίες που μας έχουν δημιουργηθεί μετά από εσκεμμένη παραπλάνηση. Ίσως όμως πολλοί θα έπρεπε να αναλογιστούν και ποια είναι η δική τους συμπεριφορά όταν ξαφνικά βρίσκονται μπροστά σε δωρεάν ευκαιρίες ή όταν τις απαιτούν. Κλασικό παράδειγμα κατάχρησης του "δωρεάν" στη χώρα μας, είναι η "κοπάνα" στο πανεπιστήμιο. Η φοίτηση είναι "δωρεάν", και για τα περισσότερα μαθήματα η παρακολούθηση μη υποχρεωτική, γι' αυτό πολλοί Έλληνες φοιτητές προτιμούν να πιούν καφέ ή να κοιμηθούν από το να παρακολουθούν τις παραδόσεις. Το τι είδους "δωρεάν" βέβαια είναι η φοίτηση στο πανεπιστήμιο, το καταλαβαίνεις από παιδί, μόλις μαθαίνεις τι σημαίνει "φόρος". Παρόμοιες εσωτερικές αντιφάσεις και "τρικυμία εν κρανίω" πιστεύω ότι έχουν και οι φιλοσοφίες και πρακτικές όπως αυτές του κινήματος "Δεν πληρώνω", για τις οποίες δεν αρκούν οι ομολογουμένως πάμπολλες κοινωνικές αδικίες ώστε να δικαιολογούν επαρκώς μια τέτοια αρνητική στάση.
Το "δωρεάν", είτε αυτό είναι μια πρόσκληση, είτε ένα προϊόν είτε μια υπηρεσία, δεν είναι κάτι αβαρές, ασήμαντο, αυτοφυές. Φέρει κάποια σημασία και βαρύτητα, ειδικά στους καιρούς που ζούμε, και πρέπει να αντιμετωπίζεται με αίσθημα ευθύνης ανάλογο της εκάστοτε προσφοράς. Ο "τζάμπας" ας ζει και ας βασιλεύει, είναι καιρός όμως να αποκτήσει σεβασμό απέναντι σε ό,τι του προσφέρεται, αλλά και κριτήριο επιλογής και αξιολόγησης, γιατί μπορεί να είμαστε φτωχότεροι, αυτό όμως δεν μας κάνει απαραίτητα λιγότερο αξιοπρεπείς.
Συνήθως διαμαρτυρόμαστε όταν υπηρεσίες είναι αρνητικά δυσανάλογες των χρημάτων που καταβάλλουμε γι' αυτές ή όταν διαψεύδονται προσδοκίες που μας έχουν δημιουργηθεί μετά από εσκεμμένη παραπλάνηση. Ίσως όμως πολλοί θα έπρεπε να αναλογιστούν και ποια είναι η δική τους συμπεριφορά όταν ξαφνικά βρίσκονται μπροστά σε δωρεάν ευκαιρίες ή όταν τις απαιτούν. Κλασικό παράδειγμα κατάχρησης του "δωρεάν" στη χώρα μας, είναι η "κοπάνα" στο πανεπιστήμιο. Η φοίτηση είναι "δωρεάν", και για τα περισσότερα μαθήματα η παρακολούθηση μη υποχρεωτική, γι' αυτό πολλοί Έλληνες φοιτητές προτιμούν να πιούν καφέ ή να κοιμηθούν από το να παρακολουθούν τις παραδόσεις. Το τι είδους "δωρεάν" βέβαια είναι η φοίτηση στο πανεπιστήμιο, το καταλαβαίνεις από παιδί, μόλις μαθαίνεις τι σημαίνει "φόρος". Παρόμοιες εσωτερικές αντιφάσεις και "τρικυμία εν κρανίω" πιστεύω ότι έχουν και οι φιλοσοφίες και πρακτικές όπως αυτές του κινήματος "Δεν πληρώνω", για τις οποίες δεν αρκούν οι ομολογουμένως πάμπολλες κοινωνικές αδικίες ώστε να δικαιολογούν επαρκώς μια τέτοια αρνητική στάση.
Το "δωρεάν", είτε αυτό είναι μια πρόσκληση, είτε ένα προϊόν είτε μια υπηρεσία, δεν είναι κάτι αβαρές, ασήμαντο, αυτοφυές. Φέρει κάποια σημασία και βαρύτητα, ειδικά στους καιρούς που ζούμε, και πρέπει να αντιμετωπίζεται με αίσθημα ευθύνης ανάλογο της εκάστοτε προσφοράς. Ο "τζάμπας" ας ζει και ας βασιλεύει, είναι καιρός όμως να αποκτήσει σεβασμό απέναντι σε ό,τι του προσφέρεται, αλλά και κριτήριο επιλογής και αξιολόγησης, γιατί μπορεί να είμαστε φτωχότεροι, αυτό όμως δεν μας κάνει απαραίτητα λιγότερο αξιοπρεπείς.