Βλέποντας το Skyfall
στη δημοσιογραφική
προβολή και ψάχνοντας
στη συνέχεια για τη
γνώμη των επαγγελματιών κριτικών όχι μόνον εδώ
στη Ελλάδα αλλά και
στον υπόλοιπο κόσμο κατάλαβα ότι δεν θα...
μπορέσω να μπω κάποτε στο τόσο ελκυστικό αυτό επάγγελμα. Το λιγότερο που βαθμολογούν αυτή την ταινία είναι τα τρία αστέρια και σε ιστότοπους όπως το Rotten Tomatoes που υποτίθεται κρίνει κάπως αυστηρά τις ταινίες οι άνθρωποι εκεί στις Ηνωμένες Πολιτείες παραληρούν.
στη δημοσιογραφική
προβολή και ψάχνοντας
στη συνέχεια για τη
γνώμη των επαγγελματιών κριτικών όχι μόνον εδώ
στη Ελλάδα αλλά και
στον υπόλοιπο κόσμο κατάλαβα ότι δεν θα...
μπορέσω να μπω κάποτε στο τόσο ελκυστικό αυτό επάγγελμα. Το λιγότερο που βαθμολογούν αυτή την ταινία είναι τα τρία αστέρια και σε ιστότοπους όπως το Rotten Tomatoes που υποτίθεται κρίνει κάπως αυστηρά τις ταινίες οι άνθρωποι εκεί στις Ηνωμένες Πολιτείες παραληρούν.
Η δική μου εντύπωση πάντως είναι πως προσπαθώντας στην επέτειο των 50 χρόνων που ανακαλύφθηκε αυτό το μεταλλείο χρυσού με το όνομα «Μποντ, Τζέιμς Μποντ», να δημιουργήσουν κάτι διαφορετικό, εμένα τουλάχιστον, τον όχι κριτικό, που δεν κουβαλάει κάποιες φοβερές εντυπώσεις από τις προηγούμενες ταινίες του Σαμ Μέντες και δεν παίρνει στα σοβαρά τα προβλήματα, υπαρξιακά και επαγγελματικά των πρακτόρων, στη σημερινή εποχή, η ταινία με άφησε αδιάφορο. Δηλαδή βγαίνοντας από την αίθουσα δεν έχω να συζητήσω κάτι ενδιαφέρον σε σχέση με αυτά που είδα. Είναι αλήθεια ότι για δυόμισι περίπου ώρες ξέχασα τη Μέρκελ, την ανακεφαλαίωση, την εφορία, τα κόμματα. Ήταν ένα καλό παυσίπονο και από αυτή την άποψη το συνιστώ. Αλλά τίποτα παραπάνω.
Έχουμε ένα Τζέιμς Μποντ που θυμίζει πλέον τον Πρόεδρο Πούτιν, σε εμφάνιση, χιούμορ(μάλλον ανύπαρκτο), ψυχρότητα και τρέξιμο-περπάτημα(μάλλον κωμικά). Έχουμε την επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας την ντέιμ Τζούντι Ντέντς (μου θυμίζει τη Δέσπω Διαμαντίδου) και την πανέμορφη τώρα Μάνειπένι, δυο γυναίκες που πρωταγωνιστούν αλλά πιο πολύ στις γκάφες και εδώ αναρωτιέμαι πώς θα το δεχτούν αυτό οι γυναίκες-κριτικοί και το γυναικείο κοινό γενικότερα. Έχουμε και ένα υπεύθυνο για τα γκάτζετ του Μποντ που παρουσιάζεται οι όποιες ομοφυλοφιλικές τάσεις του με τον κλασικό γελοίο τρόπο και ένα Τζέιμς Μποντ που επίσης υποβάλει την ιδέα ότι είχε κάποτε ομοφυλοφιλική εμπειρία (μήπως στο περίφημο κολλέγιο του Eaton, όπου αυτό ήταν καθιερωμένη πρακτική;). Τέλος πάντων η Μ επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας και προϊστάμενος του Τζέιμς Μποντ (το όνομα το πήρε ο Ίαν Φλέμινγκ βλέποντας στη βιβλιοθήκη του ένα βιβλίο για τα πουλιά των Δυτικών Ινδιών που είχε γράψει ο ορνιθολόγος Τζέιμς Μποντ) κάνει κάποια υπηρεσιακά σφάλματα και αυτά κοστίζουν σε ζωές πρακτόρων, χάνει κι εκείνη αλά-Παπακωνσταντίνου ένα δίσκο με ονόματα πρακτόρων που «αλήτες κυβερνοπειρατές» (για να τα χώσουμε και στο ενοχλητικό φαινόμενο WeakyLeaks), δημοσιοποιούν κάθε εβδομάδα σταγόνα-σταγόνα. Ο Τζέιμς Μποντ προσφέρεται να τη βοηθήσει και από εκεί και πέρα ο θεατής δεν έχει να περιμένει άλλο από αίμα και δάκρυα να του προσφέρονται άφθονα σε ένα γκρίζο τοπίο στη Σκωτία. Αφού βέβαια η ταινία τον έχει γυρίσει λίγο σε κορυφαία για την εποχή και τον ξένο τουρίστα στέκια: Κωνσταντινούπολη, μικρασιατικές ακτές, Σανγκάη, Μακάο.
Ο Μπαρντέμ κάνει ό,τι μπορεί να «παίξει» σαν πραγματικός ηθοποιός (που είναι) ενώ οι υπόλοιποι γύρω του κατά τη γνώμη μου δεν είναι και τόσο, αλλά τελικά παρασύρεται από το σκηνοθέτη (δούλεψαν πολύ μαζί το ρόλο αλλά δυστυχώς) στο τέλος το παρακάνει κι αυτός και ομολογώ ότι ακριβώς στο τέλος βρίσκω πως η ταινία παρατραβάει, κουράζει και δεν έχει τίποτα το ενδιαφέρον να δώσει. Πέρα ίσως από την… είδηση ότι θα έχουμε κι άλλη ταινία.
Οι διάλογοι είναι έξυπνοι και δουλεμένοι πολύ περισσότερο από άλλες φορές, οι (υποτιθέμενα πανέμορφες)γυναίκες-αθύρματα, οι με την εμπορική ονομασία James-Bond-Girls διακινούμενες, χειρότερες από άλλες φορές και το κυνηγητό πριν από τους τίτλους κλασικά Τζέιμς Μποντ και πολύ αξιοθέατο. Μετά, από το τραγούδι της Adele επάνω στους τίτλους και ύστερα εγώ τουλάχιστον αισθάνθηκα ότι θα μας σερβιριστεί μια όπως λέμε στη μαγειρική «πειραγμένη συνταγή». Εμένα μου έπεσε μάλλον άσχημα στο στομάχι. Τέλος δεν καταλαβαίνω γιατί έμεινε ο τίτλος Skyfall στην ελληνική διανομή του έργου. Τι ακριβώς λέει στον Έλληνα θεατή; Πάντως από μια μικρή έρευνα που έκανα, σχετικά με τον τίτλο, βρήκα ότι σε πρώτη απόδοση σημαίνει μια καταστροφή τόσο σοβαρή όσο το να πέσει ο ουρανός. Η πιο λογική πάντως εξήγηση, σε σχέση με το σενάριο όπου μια επιχείρηση απέτυχε, σκεπάστηκε αλλά υπήρξαν θύματα λόγω αυτού του χειρισμού, είναι ότι προέρχεται από μια λατινική φράση σχετική με το τι πρέπει να κάνει ο δικάζων: Να αποδώσει δικαιοσύνη ακόμη και αν πρέπει να έλθει ο ουρανός κάτω.