Βρέθηκα προχθές στη Χαλκιδική, εκεί όπου πραγματοποιήθηκε η συγκέντρωση των...
κατοίκων της περιοχής οι οποίοι αντιδρούν στην επένδυση για το χρυσό.
Από τα συνθήματα που ακούστηκαν είναι τα: «Εδώ είναι ο τόπος μας, εμείς κάνουμε κουμάντο» και «Δικά μας είναι τα βουνά. Δικά μας είναι τα νερά».
Χωρίς καμιά πρόθεση να αναφερθώ στο συγκεκριμένο θέμα, θέλω να πω δυο λόγια για το τι σημαίνει «ο τόπος μου». Για την ακρίβεια, αυτά που γράφω δεν αφορούν καθόλου τη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά παίρνω αφορμή από τα συνθήματα.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη και γνώρισα την παραλιακή Χαλκιδική σαν παράδεισο. Θυμάμαι μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80 ονειρεμένες παραλίες, υπέροχο τοπίο, μαγευτικές αμμουδιές, διακριτικές βίλες, συμμαζεμένη δόμηση. Τα περισσότερα χωριά δεν ήταν ιδιαίτερα γραφικά, αλλά ήταν συμμαζεμένα. Από την άλλη, είχαν ήδη δημιουργηθεί σε ορισμένες περιοχές οι απαίσιες αυθαιρετουπόλεις.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 άρχισε η έντονη δόμηση. Μεζονέτες, οικισμοί, υπόγεια που έκρυβαν διαμερίσματα, αυθαιρεσία παντού και ο ένας επάνω στον άλλον. Δάση όπου πηγαίναμε για να μυρίσουμε πεύκο εξαφανίζονταν και στη θέση τους έπεφτε μπετόν.
Έψαχνα να βρω τις αμμουδιές όπου κοιμόμασταν με sleeping bag και δυσκολευόμουν, διότι άνοιγαν beach bar, γέμιζαν την παραλία ξαπλώστρες και εξαφανιζόταν η εκκωφαντική ησυχία είχα γνωρίσει.
ΟΚ. Το λες και πρόοδο. Ο κόσμος άρχισε να αποκτά χρήματα, να θέλει ένα εξοχικό και οι εργολάβοι αλλά και οι ντόπιοι απλώς ικανοποιούσαν την ανάγκη του. Ας μη μιλήσουμε τώρα για σκανδαλώδεις άδειες, αποχαρακτηρισμούς και κτήση μέσω μαϊμού χρησικτησίας, γιατί πολύς κόσμος θα στενοχωρηθεί.
Οι ντόπιοι των παραλιακών χωριών το καλοκαίρι νοίκιαζαν rooms-to-let και το χειμώνα πήγαιναν ταξίδια. Ένα από τα inside jokes της Χαλκιδικής αναφέρει ότι παλαιότερα οι γονείς έδιναν στα καλά παιδιά τους τις εκτάσεις στο βουνό προκειμένου να έχουν βοσκότοπους και κάπου να καλλιεργήσουν, ενώ στα κακά παιδιά έδιναν τις άχρηστες, την εποχή εκείνη, παραλιακές.
Κάποια στιγμή άρχισα να σκέφτομαι ότι η Χαλκιδική με αφορά. Μου φαινόταν αδιανόητο ότι α) ο καθένας που βρέθηκε με ένα κομμάτι γης το κάνει ότι θέλει (με τη συνδρομή και τη στήριξη, φυσικά, του άμυαλου κράτους και ενδοτικών και συμφεροντολόγων πολιτικών) και β) ότι τόσο πολλοί άνθρωποι ξοδεύουν και πληρώνουν τόσο πολύ μπετόν προκειμένου να πάνε διακοπές για 15 μέρες. Διότι, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλοί Θεσσαλονικείς πήγαιναν ελάχιστα στα εξοχικά τους: έπρεπε να παν «στα νησιά» διακοπές. Για μένα αυτό είναι ασέβεια: χτίζοντας προκαλείται μια ανεπανόρθωτη φθορά στο περιβάλλον. Τουλάχιστον, υποστήριξε την επιλογή σου να χτίσεις, μην την αφήνεις έτσι.
Το χώμα είναι αναντικατάστατο. Και τίνος είναι, στην τελική; Αυτού που το κληρονόμησε, του το χάρισε το κράτος επειδή ήταν φτωχός, το απέκτησε καταπατώντας το ή το αγόρασε νόμιμα ή με μαύρο χρήμα ή με χρήματα που προέρχονταν από τοκογλυφίες κι εκβιασμούς; Κι επειδή δεν έτυχε να κληρονομήσουμε, να μας χαρίσει το κράτος, να καταπατήσουμε κι επειδή δεν ενδιαφερόμαστε ή δεν μπορούμε να αγοράσουμε, σημαίνει ότι δεν μας αφορά το χώμα της χώρας στην οποία ζούμε;
Το 1998 πήγα στην Ελαφόνησο Λακωνίας. Ήταν το όνειρό μου, είχα ακούσει τόσους ύμνους για τα τροπικά νερά της, που ένιωθα υπερήφανη που αυτό το μέρος βρίσκεται στην Ελλάδα. Όταν έφτασα, έπαθα σοκ. Τα νερά, όντως, ονειρεμένα, τι Σεϋχέλλες και τι Μπαχάμες, ο Σίμος (η διάσημη παραλία) ήταν ότι καλύτερο είχα δει. Όμως, για να φτάσεις στο Σίμο έπρεπε να περάσεις από ένα κακοχτισμένο χωριό τίγκα στο τσιμέντο και –ακόμα χειρότερα- από τον σκουπιδότοπο του νησιού! Ναι, όπως το ακούτε: στο δρόμο από το άσχημο χωριό μέχρι την ονειρεμένη παραλία, οι ντόπιοι πετούσαν τα σκουπίδια τους. Δικός «τους» είναι ο τόπος, ότι ήθελαν τον έκαναν…
Για χρόνια πήγαινα στην Αργολίδα. Έβλεπα το Τολό κι ήθελα να βάλω τα κλάματα. Μαγικό μέρος, συγκλονιστικό τοπίο! Και κουφάρια πολυκατοικιών μέσα στη θάλασσα! Κτίρια που χτίστηκαν επάνω στην αμμουδιά, δεν τελείωσαν ποτέ κι έμειναν εκεί, να καπηλεύονται την παραλία και να μου καταστρέφουν εμένα την πατρίδα μου. Διότι θεωρώ ότι πατρίδα μου είναι και το Τολό. Και η Μεσσηνία, και τα Γιάννενα, και η Αλεξανδρούπολη και η Μυτιλήνη και η Κρήτη. Πατρίδα μου είναι όλη η Ελλάδα και μ’ ενδιαφέρει η καταστροφή της από αυτούς που θεωρούν ότι είναι δικό τους το χωράφι, το οικόπεδο, η θάλασσα, το βουνό, η ρεματιά και το λαγκάδι.
Όχι, δεν είναι μόνο δικό σας. Είναι και δικό μου. Έχω δικαίωμα στα χώματά σας, στα βουνά σας, στην άμμο σας, στη ρίγανή σας, στη θάλασσά σας, στο πεύκο σας. Όλοι έχουμε. Επειδή, ταυτόχρονα, μου (μας) πετάτε στη μούρη και τα αυθαίρετα και τις χωματερές σας.
www.protagon.gr
κατοίκων της περιοχής οι οποίοι αντιδρούν στην επένδυση για το χρυσό.
Από τα συνθήματα που ακούστηκαν είναι τα: «Εδώ είναι ο τόπος μας, εμείς κάνουμε κουμάντο» και «Δικά μας είναι τα βουνά. Δικά μας είναι τα νερά».
Χωρίς καμιά πρόθεση να αναφερθώ στο συγκεκριμένο θέμα, θέλω να πω δυο λόγια για το τι σημαίνει «ο τόπος μου». Για την ακρίβεια, αυτά που γράφω δεν αφορούν καθόλου τη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά παίρνω αφορμή από τα συνθήματα.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη και γνώρισα την παραλιακή Χαλκιδική σαν παράδεισο. Θυμάμαι μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80 ονειρεμένες παραλίες, υπέροχο τοπίο, μαγευτικές αμμουδιές, διακριτικές βίλες, συμμαζεμένη δόμηση. Τα περισσότερα χωριά δεν ήταν ιδιαίτερα γραφικά, αλλά ήταν συμμαζεμένα. Από την άλλη, είχαν ήδη δημιουργηθεί σε ορισμένες περιοχές οι απαίσιες αυθαιρετουπόλεις.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 άρχισε η έντονη δόμηση. Μεζονέτες, οικισμοί, υπόγεια που έκρυβαν διαμερίσματα, αυθαιρεσία παντού και ο ένας επάνω στον άλλον. Δάση όπου πηγαίναμε για να μυρίσουμε πεύκο εξαφανίζονταν και στη θέση τους έπεφτε μπετόν.
Έψαχνα να βρω τις αμμουδιές όπου κοιμόμασταν με sleeping bag και δυσκολευόμουν, διότι άνοιγαν beach bar, γέμιζαν την παραλία ξαπλώστρες και εξαφανιζόταν η εκκωφαντική ησυχία είχα γνωρίσει.
ΟΚ. Το λες και πρόοδο. Ο κόσμος άρχισε να αποκτά χρήματα, να θέλει ένα εξοχικό και οι εργολάβοι αλλά και οι ντόπιοι απλώς ικανοποιούσαν την ανάγκη του. Ας μη μιλήσουμε τώρα για σκανδαλώδεις άδειες, αποχαρακτηρισμούς και κτήση μέσω μαϊμού χρησικτησίας, γιατί πολύς κόσμος θα στενοχωρηθεί.
Οι ντόπιοι των παραλιακών χωριών το καλοκαίρι νοίκιαζαν rooms-to-let και το χειμώνα πήγαιναν ταξίδια. Ένα από τα inside jokes της Χαλκιδικής αναφέρει ότι παλαιότερα οι γονείς έδιναν στα καλά παιδιά τους τις εκτάσεις στο βουνό προκειμένου να έχουν βοσκότοπους και κάπου να καλλιεργήσουν, ενώ στα κακά παιδιά έδιναν τις άχρηστες, την εποχή εκείνη, παραλιακές.
Κάποια στιγμή άρχισα να σκέφτομαι ότι η Χαλκιδική με αφορά. Μου φαινόταν αδιανόητο ότι α) ο καθένας που βρέθηκε με ένα κομμάτι γης το κάνει ότι θέλει (με τη συνδρομή και τη στήριξη, φυσικά, του άμυαλου κράτους και ενδοτικών και συμφεροντολόγων πολιτικών) και β) ότι τόσο πολλοί άνθρωποι ξοδεύουν και πληρώνουν τόσο πολύ μπετόν προκειμένου να πάνε διακοπές για 15 μέρες. Διότι, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλοί Θεσσαλονικείς πήγαιναν ελάχιστα στα εξοχικά τους: έπρεπε να παν «στα νησιά» διακοπές. Για μένα αυτό είναι ασέβεια: χτίζοντας προκαλείται μια ανεπανόρθωτη φθορά στο περιβάλλον. Τουλάχιστον, υποστήριξε την επιλογή σου να χτίσεις, μην την αφήνεις έτσι.
Το χώμα είναι αναντικατάστατο. Και τίνος είναι, στην τελική; Αυτού που το κληρονόμησε, του το χάρισε το κράτος επειδή ήταν φτωχός, το απέκτησε καταπατώντας το ή το αγόρασε νόμιμα ή με μαύρο χρήμα ή με χρήματα που προέρχονταν από τοκογλυφίες κι εκβιασμούς; Κι επειδή δεν έτυχε να κληρονομήσουμε, να μας χαρίσει το κράτος, να καταπατήσουμε κι επειδή δεν ενδιαφερόμαστε ή δεν μπορούμε να αγοράσουμε, σημαίνει ότι δεν μας αφορά το χώμα της χώρας στην οποία ζούμε;
Το 1998 πήγα στην Ελαφόνησο Λακωνίας. Ήταν το όνειρό μου, είχα ακούσει τόσους ύμνους για τα τροπικά νερά της, που ένιωθα υπερήφανη που αυτό το μέρος βρίσκεται στην Ελλάδα. Όταν έφτασα, έπαθα σοκ. Τα νερά, όντως, ονειρεμένα, τι Σεϋχέλλες και τι Μπαχάμες, ο Σίμος (η διάσημη παραλία) ήταν ότι καλύτερο είχα δει. Όμως, για να φτάσεις στο Σίμο έπρεπε να περάσεις από ένα κακοχτισμένο χωριό τίγκα στο τσιμέντο και –ακόμα χειρότερα- από τον σκουπιδότοπο του νησιού! Ναι, όπως το ακούτε: στο δρόμο από το άσχημο χωριό μέχρι την ονειρεμένη παραλία, οι ντόπιοι πετούσαν τα σκουπίδια τους. Δικός «τους» είναι ο τόπος, ότι ήθελαν τον έκαναν…
Για χρόνια πήγαινα στην Αργολίδα. Έβλεπα το Τολό κι ήθελα να βάλω τα κλάματα. Μαγικό μέρος, συγκλονιστικό τοπίο! Και κουφάρια πολυκατοικιών μέσα στη θάλασσα! Κτίρια που χτίστηκαν επάνω στην αμμουδιά, δεν τελείωσαν ποτέ κι έμειναν εκεί, να καπηλεύονται την παραλία και να μου καταστρέφουν εμένα την πατρίδα μου. Διότι θεωρώ ότι πατρίδα μου είναι και το Τολό. Και η Μεσσηνία, και τα Γιάννενα, και η Αλεξανδρούπολη και η Μυτιλήνη και η Κρήτη. Πατρίδα μου είναι όλη η Ελλάδα και μ’ ενδιαφέρει η καταστροφή της από αυτούς που θεωρούν ότι είναι δικό τους το χωράφι, το οικόπεδο, η θάλασσα, το βουνό, η ρεματιά και το λαγκάδι.
Όχι, δεν είναι μόνο δικό σας. Είναι και δικό μου. Έχω δικαίωμα στα χώματά σας, στα βουνά σας, στην άμμο σας, στη ρίγανή σας, στη θάλασσά σας, στο πεύκο σας. Όλοι έχουμε. Επειδή, ταυτόχρονα, μου (μας) πετάτε στη μούρη και τα αυθαίρετα και τις χωματερές σας.
www.protagon.gr