`

Σκηνές που θα θέλαμε να ξαναδούμε 46.0

«ΤΟ ΓΛΥΚΟ ΠΟΥΛΙ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ» («SWEET BIRD OF YOUTH» - 1962, 
σκην. Richard Brooks)

ΣΚΗΝΗ: Ο Τσαρλς Γουέιν (Paul Newman) επιστρέφει στην πόλη του, ύστερα από πολλές αποτυχημένες απόπειρες να κάνει καριέρα στο σινεμά. Μαζί του είναι η Αλεξάντρα Ντελ Λάγκο (Geraldine Page), μια σταρ του Χόλιγουντ που το άστρο της έχει αρχίσει να δύει, στην οποία ο Τσαρλς προσφέρει -μεταξύ άλλων- τις ερωτικές του υπηρεσίες. Στη σουίτα του ξενοδοχείου που έχουν καταλύσει, η Αλεξάντρα βιώνει μία υπαρξιακή κρίση (σε συνδυασμό με το στερητικό σύνδρομο της αλκοολικής) και μονολογεί:
- Θέλω να ξεχάσω ποια είμαι… (Σωριάζεται στο κρεβάτι) Αχ, να ξεχάσω, να ξεχάσω…
- Τι προσπαθείς να ξεχάσεις, πριγκηπέσα; Τι θες να κρύψεις;
(Κοιτάζοντας προς το μέρος του) – Σε βλέπω λίγο θολό. (Ψάχνει νευρικά την τσάντα της) Δεν έχω γυαλιά; Πού είναι τα γυαλιά μου;
Ο Τσαρλς έρχεται προς το μέρος της κουβαλώντας ένα μπουκάλι βότκα και ένα ποτήρι. Το γεμίζει και της το προσφέρει, λέγοντας με χαμόγελο:
- Είχες ένα μικρό ατύχημα.
(Ανήσυχα) - Τι ατύχημα;
- Επεσες, ενώ τα φορούσες.
Η Αλεξάντρα τον κοιτάζει για λίγο ανέκφραστη, μετά ξεσπά σε ένα δυνατό γέλιο. Ο Τσαρλς τη ρωτά ήρεμος:
- Πού τα έβαλες;
- Στην κατάσταση που ήμουν, πού να ξέρω πού έχω βάλει ό,τι άλλο κουβαλούσα μαζί μου; (Κάνει μια μικρή παύση)…Ή, ό,τι έκανα. Παρεμπιπτόντως, κάναμε τίποτα;
- Ως επί το πλείστον έπεφτες αναίσθητη… Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
(Επιμένοντας) - Περάσαμε τη νύχτα μαζί;
Ο Τσαρλς την κοιτάζει μέσα από τον οβάλ καθρέφτη του δωματίου και λέει χαμογελώντας:
- Ω, μάλιστα, κυρία μου! (Στρέφεται προς το μέρος της) Μα, δεν σε κακοποίησα…
(Ειρωνικά) – Να σε ευχαριστήσω γι’ αυτό ή να σε κατηγορήσω για απιστία;
(Γελώντας) – Μ’ αρέσεις. Είσαι ωραίο τέρας!
- Γεννήθηκα τέρας! Εσύ;
Αντί απαντήσεως, ο Τσαρλς της δίνει τα σπασμένα γυαλιά λέγοντας:
- Ράγισε ο ένας φακός.
(Πικρόχολα) – Δεν με πειράζει να ξυπνάω έχοντας κάποιον δίπλα μου, μα θέλω να βλέπω ποιος είναι… (Φοράει τα γυαλιά της) …για να μπορώ να κάνω τυχόν “τροποποιήσεις”! (Τον κοιτάζει από πάνω μέχρι κάτω, αφήνοντας ένα επιφώνημα επιδοκιμασίας) Ίσως έχω βρει και καλύτερους… μα ο Θεός ξέρει ότι έχω βρει και πολύ χειρότερους…
Του κάνει νόημα να έλθει κοντά της, απλώνει το χέρι της και τον τραβάει στο κρεβάτι. Ο Τσαρλς τη ρωτά ανέκφραστος:
- Θυμάσαι πού γνωριστήκαμε;
(Ξεκουμπώνοντας το πουκάμισό του) – Ένα πράγμα θυμάμαι: ότι μου αρέσουν τα κορμιά… (Γυμνώνει και χαϊδεύει το στέρνο του) Απαλά σαν μετάξι, δυνατά σαν τον χρυσό…
(Την ξαναρωτά) – Θυμάσαι πού γνωριστήκαμε;
Όχι
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...