`

Γάμος; Γαμώ!

Ζητάω ταπεινά συγνώμη, παίδες μου αγαπημένοι, 
που σταμάτησα απότομα 
να γράφω τη σάγκα 
της Σαντορίνης.


Φταίει η πηγαία έμπνευση που μου προκάλεσε η γυναίκα-οροσειρά με τη χρυσή καρδιά καθώς σερβίριζε τεράστιες δόσεις φάβας στο γιο της, όσο κάναμε τη συνέντευξη που θα έκρινε το επαγγελματικό μου μέλλον. Δηλαδή, δεν τη λες και συνέντευξη. Ο ιατροφιλόσοφος Εμμανουήλ την είχε κοπανήσει θυμωμένος (αφού πρώτα σαβούρωσε τρεις κρέπες και 6 κρουασάν βουτύρου - για το δρόμο, βεβαίως). Η θεούρα ο Σάκης κι εγώ την είχαμε κάτσει στο τραπέζι της κουζίνας και κάναμε ότι μιλούσαμε ενώ, βασικά, μασούσαμε: Ντοματάκια λιαστά με ρόκα, χταποδάκι στα κάρβουνα λαδόξυδο, αρνάκι στη γάστρα, μοτσαρέλα με βασιλικό απ’ τη γλάστρα. Όλα τα φάγαμε εκτός από ένα γεράνι που ήταν μακριά στο περβάζι και δεν το φτάναμε. Η κουβέντα, φυσικά, ήταν λιτή και περιεκτική:
-Για δώσε λίγο ιστορικό, ρε φάτσα, να σ΄ ακούσω. Τι ξέρεις για το θέμα γάμος; (με είχε βαφτίσει "φάτσα", από την πρώτη στιγμή. Και συνέχιζε να καταβροχθίζει αυγά)
-Τα πάντα όλα. Εχω γράψει και βιβλίο. Με λες και γαμολόγο, δηλαδή (μασώντας μια βάφλα σοκολάτα-καρύδι)
-Γαμώ.
-Εσύ;
-Εγώ πιστεύω στο γάμο. Των άλλων. Γι' αυτό και βοηθάω την κατάσταση με πολύ φιλικές τιμές (λιανίζοντας μια παντσέτα χοιρινή με μέλι, στα κάρβουνα)
-Κάτι σαν παστίλια για τον γάμο του άλλου δηλαδή. (λιγουρευόμενη την παντσέτα. Διερωτώμενη αν θα αφήσει καμιά ο φαταούλας;)
-Γαμώ.
(Μη θορυβείστε εσείς οι σικαρίες, παίδες. Το γαμώ σημαίνει εγκρίνω, ΟΚ, μέσα είσαι. Μόνο οριζοντίως πρέπει να το παίρνεις, κυριολεκτικά)
Σ’ αυτό το σημείο αποφάσισα να πάρω πρωτοβουλία και να δηλώσω τα extra credits που διαθέτω όση ώρα μασούσε ένα κομμάτι καπνιστή λούτζα ο Σάκης.
-Η ειδικότητά μου είναι οι φλώροι και κυρίως οι φλωρέτες. Φιλοθέη, Ψυχικό, Εκάλη, Κηφισιά, Καβούρι, Κολωνάκι - άντε και τμήμα της Γλυφάδας. Ξέρω τι θέλουν να φορέσουν, τι γουστάρουν να φάνε, τι θέλουν να πιουν, τι soundtrack φαντασιώνονται στο μπακράου.
-Ξέρεις και πώς θα τις κάνεις να πληρώσουν;
-Οφκόρς, είπα σεμνά τινάζοντας την αλογοουρά πίσω.
-Γαμώ. Για πάρε μπρος.
-Κοίτα, βασικά, θα άρχιζα να προτείνω οικονομικές λύσεις. Θα κάνω ένα ίντρο κάπως έτσι: «Δυο παιδιά που παντρέψαμε προχτές, λογιστές και τα δυο, ανερχόμενα, επέλεξαν να κλείσουν ένα ταβερνάκι δίπλα στο κύμα: γραφικό, καλοκαιρινό, πατριωτικό και, κυρίως, φτηνό». Η αρχική εικόνα φαίνεται στο φλοράλ ζεύγος κουλ - λίγο ΕΟΤ βέβαια, αλλά την παλεύουν. Οπότε αρχίζουν να το σκέφτονται. Εκεί πάνω θα έσπρωχνα το μαχαίρι στην πληγή: "φανταστείτε", θα τους έλεγα με ονειροπόλο ύφος, "τα χταποδάκια να σερβίρονται, τα τζατζικάκια να μοσχοβολάνε σκόρδο, τα ουζάκια να ρέουν, τα παιδάκια να τρέχουν στην ακρογιαλιά, τα παπούτσια να βγαίνουν, να χορεύουν όλοι στην άμμο…"»
Ο Σάκης χαμογέλασε. Στον αέρα την έπιασε τη φάση η νυφίτσα.
-Γαμώ, μου λέει. Για continue
-Τι να continue, ρε αφεντικό, αφού το κατέχεις το θέμα. Η γκόμενα θα φρικάρει και μόνο με τη σκέψη να βγάλει τη δεκαπεντάποντη τη γόβα του Τζίμη του Τσου. Άσε την άμμο που θα χωθεί μέχρι το βρακί της. Άσε την ξαδέρφη και τη θειά που θα βγει ο Μπίθουλας από μέσα τους, θα εκδηλωθούν και την πέσουν στα τζατζίκια. Όξω, γύφτοι, σκέφτεται. Θα τα χώσω και θα κάνω ένα γάμο να τον θυμάμαι και να μην ξερνάω.
-Είσαι εργαλείο, έτσι; Χαμογέλασε σαρδόνια ο Σάκης.
-Ε… όχι επειδή είμαι μπροστά αλλά… συμφωνώ, αφεντικό. Μπορώ να σε λέω "αφεντικό", έτσι;
-Γαμώ! είπε αυτός και κατάπιε και το τελευταίο κομμάτι σαλάμι αέρος.
-Και πόσα θα παίρνω; είπα μπαίνοντας στο κυρίως θέμα με ένα πλονζόν στην τελευταία μερίδα της τάρτας βερίκοκο.
-Ποσοστό, είπε αυτός. Καλά, ρε φάτσα, τη γουρούνιασες όλη την τάρτα;
-Mαθαίνω γρήγορα, αφεντικό, είπα μπουκωμένη. A la guerre comme a la guerre…
-Πότε πιάνεις δουλειά;
-Χτες, είπα υπερήφανη για την εργασιακή ετοιμότητα που με διακρίνει.
-Γαμώ. Το βράδυ ντύσου, στολίσου, έχουμε business to make. Ζεύγος τούμπανο, έτοιμο για γάμο. Τους γνώρισα χτες στο μπαρ.
-Και πότε θέλουν να παντρευτούν;
-Δεν ξέρουν ακόμα ότι θέλουν να παντρευτούν. Θα τους το πούμε εμείς.
-Γαμώ! είπα και κάναμε ένα hi five! Ο Σάκης είναι ο άνθρωπός μου, παίδες μου αγαπημένοι. Η αδερφή ψυχή μου. Ο Σάκης διδάσκει στην ανθρωπότητα το μότο μου: αν εύχεσαι να γίνει κάτι, κάν΄ το μόνος σου. Μην περιμένεις από το σύμπαν, μωρή φλωρέτα. Ακόμα να πάρεις χαμπάρι ότι το σύμπαν ξύνεται;
Το μόνο πρόβλημά μου ήταν αυτό το "ντύσου, στολίσου". Τι σκατά να βάλω που δεν είχα τίποτα; Το τισέρτ με την Όλγα Κεφαλογιάννη; Κι αν το ζεύγος ανήκει στους αντιφρονούντες; Πακέτο, παίδες! Βγήκα έξω να βολτάρω στα καλντερίμια, μπας και χωνέψω. Όταν όλο το αίμα είναι απασχολημένο με τη διαδικασία της χώνεψης, κρασάρει και ο εγκέφαλος (google facts).
Πραγματικά, στο τρίτο ανεβοκατέβασμα του κεντρικού δρόμου της Οίας, η τάρτα άρχισε να χωνεύεται και η πρώτη ιδέα έλαμψε στην κεφάλα μου. Ήμουν μπροστά από μια βιτρίνα με υπεργαμάτα κοσμήματα και ρούχα. Λίγα κομμάτια και καλά, ξέρεις. Τσεκάρισα τι παίζει μέσα. Το μαγαζί ήταν σχετικά άδειο. Μια κυρία μ’ ένα παιδάκι δοκίμαζε ένα γαλάζιο σορτς. Ο μοναδικός πωλητής ήταν μικρούλης, τέρμα gay, και ελαφρώς αγαθοβιόλης. Ελεγχόμενος, είπα και μπήκα. Καλημέρισα και άρχισα να κοιτάζω εξεταστικά τις κρεμάστρες και να φωτογραφίζω με το κινητό τα καλύτερα κομμάτια. Ο αγαθοβιόλης με παρατηρούσε αλλά εξυπηρετούσε την άλλη πελάτισσα και δεν είπε τίποτα. Μόλις έφυγε η άλλη με πλησίασε όλος περιέργεια και με ρώτησε τι φωτογραφίζω.
-Τα ρούχα, απάντησα. Έχετε εξαιρετικά κομμάτια, μπράβο σας.
-Ναι, αλλά γιατί τα φωτογραφίζετε;
-Τα στέλνω στον συνεργάτη μου να δει αν του κάνουν. Είμαι βοηθός stylist για το αγγλικό ELLE και θα κάνουμε αφιέρωμα τον άλλο μήνα στο περιοδικό: Υπέροχα ρούχα, σε υπέροχα νησιά.
-Και θα βάλετε και τα δικά μας; φώναξε ενθουσιασμένος αυτός.
-Για να δούμε… θα αρέσουν στον Πλάτωνα; μουρμούρισα εγώ. Εμένα, πάντως, μ΄ αρέσουν και του το ‘γραψα.
-Σας ευχαριστώ πολύ, λέει το παλικάρι σχεδόν συγκινημένο. Να σας κεράσουμε κάτι;
-Μια σόδα, ευχαριστώ. Έχω φάει τον άμπακα. Όλα τα μαγαζιά μας κερνάνε. Elle UK… Καταλαβαίνεις…
Καταλάβαινε, γι' αυτό και σκίστηκε να τηλεφωνήσει στο καφέ να φέρει τη σόδα εγώ μιλούσα στο τηλέφωνο με τον φανταστικό stylist Πλάτωνα (τον βάφτισα έτσι για να μην ξεχνάμε και τις πνευματικές μας αποσκευές, παίδες μου αγαπημένοι). Ο νεαρός με κοιτούσε στο στόμα. Όταν αποφάσισα να σταματήσω το σιγοβράσιμό του, έκλεισα το τηλέφωνο και του είπα με χρυσό χαμόγελο ότι κερδίσαμε, το έψησα το αφεντικό μου και θέλει να του πάω τώρα αμέσως ένα σύνολο για τη φωτογράφηση.
-Πού γίνεται η φωτογράφηση; λέει αυτός με έξαψη. Ποιο κομμάτι λέτε να πάρετε;
-Αυτό, λέω εγώ και δείχνω ένα λινό σετ φούστα μακριά και γιλέκο στο χρώμα της άμμου. Κουκλάκι θα ήμουν το βράδυ μέσα σ΄ αυτό. Το σετάρισα και με τις σχετικές εσπαντρίγιες - εκ Βραζιλίας, φυσικά. Άμα είναι να το φάμε το ξύλο τελικά, να αξίζει τον κόπο. Τις μεσοβέζικες τις φάσεις δεν τις πάμε εμείς. «Λοιπόν, κρατείστε τα στοιχεία μου και αύριο το πρωί τα πράγματα θα είναι όλα εδώ. Τι ώρα ανοίγετε;».
-Τι να τα κάνω τα στοιχεία σας, δεσποινίς; Αλίμονο, τώρα. Κάντε τη δουλειά σας. Δέκα η ώρα ανοίγω.
-Δέκα και δέκα θα με δείτε μπροστά σας. Κρατείστε και το κινητό μου μήπως χρειαστεί. Σας κάνω μια αναπάντητη. Έχετε καμιά ευρύχωρη σακούλα να μην τα τσαλακώσω;
Δεν ήμασταν για σιδερώματα τώρα. Έπρεπε να καταστρώσουμε τα πλάνα μας για να αποπλανήσουμε σωστά τα πελατάκια.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...