Κινηματογράφοι Αθήνα
Κινηματογράφοι Θεσσαλονίκη
(4) Το δέντρο της ζωής / The tree of life
Του Τέρενς Μάλικ. Δραματική, ΗΠΑ, 2011. 2 ώρες και 18 λεπτά. Με τους: Μπραντ Πιτ, Σον Πεν, Τζέσικα Τσαστέιν
Ξεκινώντας από το θάνατο ενός αγοριού, ο Τέρενς Μάλικ πηγαινοέρχεται στο παρελθόν και το παρόν, αφιερώνοντας το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας του στην, όχι πάντα εύκολη, παιδική ηλικία του Σον Πεν, προτού αυτός χάσει τον αδερφό του. Έχοντας ανάγκη να ανακτήσει τις καλά κρυμμένες αναμνήσεις του, ο Πεν αρχίζει να θυμάται, να σπρώχνει τον εαυτό του να έρθει σε επαφή με έναν παλιότερό του εαυτό, τότε που έπαιζε ανέμελος με τα αδέρφια του, λάτρευε τη μητέρα του (μια αγιοποιημένη Τζέσικα Τσαστέιν) και καταπιεζόταν από τον αυταρχικό πατέρα του (ο Μπραντ Πιτ, επιτέλους ενήλικας, με έναν καταπληκτικό, πολυδιάστατο χαρακτήρα στη διάθεσή του). Με αφορμή αυτόν το θάνατο, ο Μάλικ αφήνει λίγο στην άκρη την κεντρική του ιστορία για να μιλήσει για τη ζωή και, κυριολεκτικά, να προσπαθήσει να αναπαραστήσει κινηματογραφικά την πηγή της - χάνοντας τον μπούσουλα σε ένα μίγμα National Geographic και “Οδύσσειας του Διαστήματος” (είμαστε μάλλον καταδικασμένοι να συνδέουμε όλες τις διαστημικές εικόνες με την ταινία του Κιούμπρικ). Ευτυχώς κάποια στιγμή αυτό το όμορφο, αλλά ανυπόφορο ιντερλούδιο τελειώνει, κι ο σκηνοθέτης μπορεί να επιστρέψει στο φιλόδοξο, και τόσο ιδιαίτερο πρότζεκτ του. Όπως ο Ταρκόφσκι με τον “Καθρέφτη” του, έτσι και ο Μάλικ κάνει μια ταινία για τον τρόπο που λειτουργεί η μνήμη, για τον τρόπο με τον οποίο το μυαλό και το σώμα συγκρατούν επιλεκτικά πληροφορίες, αυθαίρετα κάποιες συμβουλές από τον πατέρα και τη μητέρα, φευγαλέες ακτίνες φωτός, αποσπασματικές εικόνες ενός άπιαστου, ξεχασμένου πια συνόλου, τσιμπήματα φόβου και ξεσπάσματα γέλιου.
Το κείμενο, τα λόγια που απευθύνουν οι χαρακτήρες στο Θεό (η ανάγκη για απαντήσεις, άσχετα με το από ποιον τις ζητάς και ποιος τελικά θα σου τις δώσει), όπως και η τελική σεκάνς, στέκονται επικίνδυνα πάνω στη λεπτή γραμμή μεταξύ του πομπώδους και του αληθινού, και, πραγματικά, εξαρτάται από σας πού θα τα τοποθετήσετε και πώς θα αντιδράσετε σ’ αυτά. Πέρα από θρησκευτικές και ιδεολογικές πεποιθήσεις όμως, είναι αδύνατο να κατηγορήσεις το Μάλικ ότι δε λέει την αλήθεια, ότι δεν έχει κατανοήσει τι σημαίνει απώλεια. Όσο εξώφθαλμα στημένες κι αν είναι κάποιες σκηνές του, δεν μπορείς να τις απομονώσεις από το αφοπλιστικό, δυνατό μήνυμά τους. Γιατί, ό,τι κι αν πιστεύεις (ό,τι κι αν δεν πιστεύεις επίσης), δύσκολα μπορείς να αγνοήσεις την παρηγοριά που προσφέρει η ιδέα ότι οι νεκροί, το παρελθόν σου, το παιδί που ήσουν κάποτε, περπατούν όλοι σε μια παραλία, αγκαλιάζονται, και σου χαμογελούν. Ακούγεται γλυκερό, άλλοι το λένε Παράδεισο, άλλοι υποσυνείδητο, άλλοι μπούρδα, κι άλλοι παραμύθι. Αλλά, με έναν παράδοξο τρόπο, όλο αυτό λειτουργεί. Και είναι βάλσαμο. Χρυσός Φοίνικας στο Φεστιβάλ Καννών που μόλις τελείωσε.
(2) The Experiment
Του Πολ Σόιρινγκ. Θρίλερ, ΗΠΑ, 2010. 1 ώρα και 36 λεπτά. Με τους: Έντριαν Μπρόντι, Φόρεστ Γουίτακερ, Καμ Τζαϊγκαντέ
Ήταν τέτοια η ορμή/αποτελεσματικότητα/δύναμη του πρωτότυπου, γερμανικού Experiment που δύσκολα πιστεύει κανείς ότι έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε. Στο αμερικάνικο ριμέικ της ιστορίας αυτού του κοινωνιολογικού πειράματος, όπου πολίτες καλούνται να περάσουν ένα διάστημα μέσα σε φυλακή με τους μισούς να αναλαμβάνουν ρόλο κρατουμένου και τους άλλους μισούς να φοράνε τη στολή του φύλακα, οι αντίπαλοι ηγέτες των δυο πλευρών είναι ο Έντριεν Μπρόντι (παραδόξως συμπαθητικός, αν και πάντα κουταβο-κλαψιάρης) και ο Φόρεστ Γουίτακερ (υπερβολικός πλέον).
Ο πρώτος, φιλειρηνιστής και άφραγκος, υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των συγκρατούμενών του, ο δεύτερος, καταπιεσμένος μικροαστός που τρώει κανονικό power trip κι εκπλήσσεται ακόμα και ο ίδιος με τον ερεθισμό που του προκαλεί η βία, όταν την ασκεί αυτός. Τα πράγματα πάνε στραβά όπως μπορείτε να φανταστείτε, με τα ένστικτα βίας να πρωτοστατούν και το σκηνοθέτη Πολ Σόιρινγκ να αξιοποιεί αξιοπρεπώς την εμπειρία του από το “Prison Break”. Όσο όμως κι αν μη θυμάμαι λεπτομέρειες από την υπόθεση του πρωτότυπου, δεν μπορώ με τίποτα να ξεχάσω την κλειστοφοβική, έως ζαλιστική αγωνία της ατμόσφαιρας, η ένταση της οποίας απουσιάζει από δω. Η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο αρκετά ώστε να ενοχληθείς, αλλά όχι τόσο ώστε να νιώσεις απειλημένος, με τις ιδεολογικές συγκρούσεις να έχουν κολλήσει σα βελόνα πικάπ στον προβληματισμό του κατά πόσο είμαστε ανώτεροι από τους πιθήκους ή όχι. Χλιαρή κι αμελητέα, με λίγα λόγια, εύκολα λησμονήσιμη.
(0) Και ξαφνικά σκοτάδι / And soon the darkness
Του Μάρκος Έφρον. Θρίλερ, ΗΠΑ/Αργεντινή/Γαλλία, 2010. 1 ώρα και 31 λεπτά. Με τους: Άμπερ Χερντ, Οντέτ Γιούστμαν
Άλλο ένα ριμέικ γι’ αυτή την εβδομάδα, παντελώς ανεξήγητο όμως σ’ αυτήν την περίπτωση. Δυο κοπέλες αφήνουν την παρέα τους και συνεχίζουν μόνες τους το ταξίδι τους με ποδήλατο σε απομονωμένες περιοχές της Αργεντινής. Όταν η μία εξαφανίζεται, η άλλη αρχίζει να την ψάχνει μανιωδώς. Δεν πρέπει να έχω δει πιο ανιαρό, αργοκίνητο, αδιάφορο θρίλερ στη ζωή μου. Ευθύνεται η παντελής έλλειψη ρυθμού ή φόρας ή σφραγίδας ή διάθεσης, έστω, ή κάτι άλλο, δεν μπορώ να καταλήξω. Ξέρω πάντως ότι ακόμα κι εγώ που είμαι αδιόρθωτο ψάρι και ταράζομαι με το παραμικρό, εδώ δεν κούνησα βλέφαρο και προσπαθούσα απλά να βρω ποιες άλλες ηθοποιούς μου θύμιζαν οι πρωταγωνίστριες.
Box 1:
Cannes 2011
Σε μια περίοδο που ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ, και δη τόσο φλασάτο και ναρκισσιστικό όσο οι Κάννες, φαινόταν παντελώς εκτός τόπου και χρόνου από την ελληνική, και όχι μόνο, επικαιρότητα, η φετινή διοργάνωση προσέφερε τελικά μπόλικη τροφή, σε επίπεδο τόσο προγράμματος και κινηματογραφικού σούσουρου όσο και πολιτικού debate. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στις ταινίες, στο πόσο άρεσε ή απογοήτευσε ο Τέρενς Μάλικ (ο οποίος κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα για το “Tree of Life”), στον Γκας βαν Σαντ που δεν ενθουσίασε όσο περιμέναμε με το “Restless”, στους αδερφούς Νταρντέν και Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν που κέρδισαν σχεδόν ομόφωνα τις καλύτερες εντυπώσεις (και κέρδισαν εξ ιμησείας το Μεγάλο Βραβείο για το “Παιδί και το ποδήλατο” και το “Once Upon a Time in Anatolia” αντίστοιχα), στις αντιφατικές αντιδράσεις στα πολυαναμενόμενα “La piel que habito” του Αλμοδόβαρ και το “We need to talk about Kevin” της Λιν Ράμσεϊ. Η αλήθεια είναι όμως πως όλες οι ταινίες, οι συνεντεύξεις Τύπου, οι βραβεύσεις (στον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι), οι δηλώσεις και οι διασημότητες επισκιάστηκαν από δυο πράγματα: μια παρεξήγηση και μια απουσία. Ο Λαρς φον Τρίερ, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου για το “Melancholia”, ανακατεύει τον Χίτλερ, τους Εβραίους, τους Ισραηλινούς και τη Σουσάνε Μπίερ σε μια θολωμένη απάντηση, δηλώνοντας, χωρίς να αναφέρει τους ενδιάμεσους συνειρμούς στο μυαλό του, πως είναι Ναζί. Σε μια υπερβολική, μελοδραματική και αντι-δημοκρατική κίνηση από τη διοίκηση του Φεστιβάλ, ανακηρύσσεται σε persona non grata. Αργότερα δηλώνει (στο ελληνικό site flix.gr) πως συμφωνεί ότι ακούστηκε εντελώς λάθος, αλλά θεωρεί γελοίο το πώς απομονώθηκαν κάποιες λέξεις του, προσθέτοντας πως “Αν υπεραπλουστεύουμε τα πράγματα με τέτοιο τρόπο, νομίζω ότι αγνοούμε το γεγονός ότι υπάρχει ένας μικρός ναζί κρυμμένος στον καθένα μας”. Στην τελικά πιο κοντινή, αντίπερα όχθη της καταπίεσης της ελεύθερης έκφρασης, ο υπό κράτηση, καταδικασμένος σε 6 χρόνια φυλάκιση και σε 20 χρόνια αποχής από το σινεμά Τζαφάρ Παναχί, αντιτίθεται στην ποινή του και στέλνει από το Ιράν στις Κάννες λαθραία το “This is not a film”. Σ’ αυτή τη μη-ταινία, ο Ιρανός σκηνοθέτης, μη μπορώντας να στρέψει την κάμερα στη χώρα του, την τοποθετεί απέναντι από τον ίδιο. Μη μπορώντας να κάνει αλλιώς, συνεχίζει να κάνει το απαραίτητο μη-σινεμά του, το οποίο ανυπομονούμε και ελπίζουμε κάποια στιγμή να δούμε (οι πληροφορίες λένε ότι υπάρχει μόνο σε ένα στικάκι κάπου).
Tα βραβεία του φετινού Φεστιβάλ Καννών
Χρυσός Φοίνικας: “The Tree of Life” του Τέρενς Μάλικ
Μεγάλο Βραβείο: «Once Upon A Time In Anatolia» του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν και «Le Gamin Au Velo» των Ζαν Πιερ και Λικ Νταρντέν
Καλύτερη σκηνοθεσία: Νίκολας Βίντινγκ Ρεφν για το «Drive
Καλύτερο σενάριο: Tζόσεφ Σεντάρ για το Footnote
Καλύτερη γυναικεία ερμηνεία: Kίρστεν Ντανστ για το «Melancholia του Τρίερ
Καλύτερη ανδρική ερμηνεία: Ζαν Ντιζαρντέν για το «The Artist» του Μισέλ Χαζαναβίσιους
Βραβείο της Επιτροπής: «Polisse» της Μαϊγουέν
Camera D' Or Πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη): Πάμπλο Τζορτζέλι για το «Las Acacias»
Χρυσός Φοίνικας ταινίας μικρού μήκους: «Cross» της Μαρίνα Βρόντα
Box 2:
Εβδομάδα Θου-Βου
Στη μνήμη του Θανάση Βέγγου πραγματοποιείται αφιέρωμα αυτήν την εβδομάδα (από 26/5 έως 1/6) στον κινηματογράφο Τριανόν με την προβολή των 7 ταινιών που σκηνοθέτησε κι έκανε παραγωγή ο ίδιος. Οι κωμωδίες που θα προβληθούν είναι: “Τρελός, παλαβός και Βέγγος”, “Βοήθεια! Ο Βέγγος φανερός πράκτωρ 000”, “Δόκτωρ Ζι-Βέγγος”, “Ποιος Θανάσης!”, “Ένα ασύλληπτο κορόιδο”, “Θου-Βου Φαλακρός Πράκτωρ – Επιχείρησις: Γης Μαδιάμ” και “Ο Άνθρωπος που έτρεχε πολύ”. Τις ταινίες θα συνοδεύει και το ντοκιμαντέρ “Ένας άνθρωπος παντός καιρού” του Γιάννη Σολδάτου.
Κινηματογράφοι Αθήνα
Κινηματογράφοι Θεσσαλονίκη
(4) Το δέντρο της ζωής / The tree of life
Του Τέρενς Μάλικ. Δραματική, ΗΠΑ, 2011. 2 ώρες και 18 λεπτά. Με τους: Μπραντ Πιτ, Σον Πεν, Τζέσικα Τσαστέιν
Ξεκινώντας από το θάνατο ενός αγοριού, ο Τέρενς Μάλικ πηγαινοέρχεται στο παρελθόν και το παρόν, αφιερώνοντας το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας του στην, όχι πάντα εύκολη, παιδική ηλικία του Σον Πεν, προτού αυτός χάσει τον αδερφό του. Έχοντας ανάγκη να ανακτήσει τις καλά κρυμμένες αναμνήσεις του, ο Πεν αρχίζει να θυμάται, να σπρώχνει τον εαυτό του να έρθει σε επαφή με έναν παλιότερό του εαυτό, τότε που έπαιζε ανέμελος με τα αδέρφια του, λάτρευε τη μητέρα του (μια αγιοποιημένη Τζέσικα Τσαστέιν) και καταπιεζόταν από τον αυταρχικό πατέρα του (ο Μπραντ Πιτ, επιτέλους ενήλικας, με έναν καταπληκτικό, πολυδιάστατο χαρακτήρα στη διάθεσή του). Με αφορμή αυτόν το θάνατο, ο Μάλικ αφήνει λίγο στην άκρη την κεντρική του ιστορία για να μιλήσει για τη ζωή και, κυριολεκτικά, να προσπαθήσει να αναπαραστήσει κινηματογραφικά την πηγή της - χάνοντας τον μπούσουλα σε ένα μίγμα National Geographic και “Οδύσσειας του Διαστήματος” (είμαστε μάλλον καταδικασμένοι να συνδέουμε όλες τις διαστημικές εικόνες με την ταινία του Κιούμπρικ). Ευτυχώς κάποια στιγμή αυτό το όμορφο, αλλά ανυπόφορο ιντερλούδιο τελειώνει, κι ο σκηνοθέτης μπορεί να επιστρέψει στο φιλόδοξο, και τόσο ιδιαίτερο πρότζεκτ του. Όπως ο Ταρκόφσκι με τον “Καθρέφτη” του, έτσι και ο Μάλικ κάνει μια ταινία για τον τρόπο που λειτουργεί η μνήμη, για τον τρόπο με τον οποίο το μυαλό και το σώμα συγκρατούν επιλεκτικά πληροφορίες, αυθαίρετα κάποιες συμβουλές από τον πατέρα και τη μητέρα, φευγαλέες ακτίνες φωτός, αποσπασματικές εικόνες ενός άπιαστου, ξεχασμένου πια συνόλου, τσιμπήματα φόβου και ξεσπάσματα γέλιου.
Το κείμενο, τα λόγια που απευθύνουν οι χαρακτήρες στο Θεό (η ανάγκη για απαντήσεις, άσχετα με το από ποιον τις ζητάς και ποιος τελικά θα σου τις δώσει), όπως και η τελική σεκάνς, στέκονται επικίνδυνα πάνω στη λεπτή γραμμή μεταξύ του πομπώδους και του αληθινού, και, πραγματικά, εξαρτάται από σας πού θα τα τοποθετήσετε και πώς θα αντιδράσετε σ’ αυτά. Πέρα από θρησκευτικές και ιδεολογικές πεποιθήσεις όμως, είναι αδύνατο να κατηγορήσεις το Μάλικ ότι δε λέει την αλήθεια, ότι δεν έχει κατανοήσει τι σημαίνει απώλεια. Όσο εξώφθαλμα στημένες κι αν είναι κάποιες σκηνές του, δεν μπορείς να τις απομονώσεις από το αφοπλιστικό, δυνατό μήνυμά τους. Γιατί, ό,τι κι αν πιστεύεις (ό,τι κι αν δεν πιστεύεις επίσης), δύσκολα μπορείς να αγνοήσεις την παρηγοριά που προσφέρει η ιδέα ότι οι νεκροί, το παρελθόν σου, το παιδί που ήσουν κάποτε, περπατούν όλοι σε μια παραλία, αγκαλιάζονται, και σου χαμογελούν. Ακούγεται γλυκερό, άλλοι το λένε Παράδεισο, άλλοι υποσυνείδητο, άλλοι μπούρδα, κι άλλοι παραμύθι. Αλλά, με έναν παράδοξο τρόπο, όλο αυτό λειτουργεί. Και είναι βάλσαμο. Χρυσός Φοίνικας στο Φεστιβάλ Καννών που μόλις τελείωσε.
(2) The Experiment
Του Πολ Σόιρινγκ. Θρίλερ, ΗΠΑ, 2010. 1 ώρα και 36 λεπτά. Με τους: Έντριαν Μπρόντι, Φόρεστ Γουίτακερ, Καμ Τζαϊγκαντέ
Ήταν τέτοια η ορμή/αποτελεσματικότητα/δύναμη του πρωτότυπου, γερμανικού Experiment που δύσκολα πιστεύει κανείς ότι έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε. Στο αμερικάνικο ριμέικ της ιστορίας αυτού του κοινωνιολογικού πειράματος, όπου πολίτες καλούνται να περάσουν ένα διάστημα μέσα σε φυλακή με τους μισούς να αναλαμβάνουν ρόλο κρατουμένου και τους άλλους μισούς να φοράνε τη στολή του φύλακα, οι αντίπαλοι ηγέτες των δυο πλευρών είναι ο Έντριεν Μπρόντι (παραδόξως συμπαθητικός, αν και πάντα κουταβο-κλαψιάρης) και ο Φόρεστ Γουίτακερ (υπερβολικός πλέον).
Ο πρώτος, φιλειρηνιστής και άφραγκος, υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των συγκρατούμενών του, ο δεύτερος, καταπιεσμένος μικροαστός που τρώει κανονικό power trip κι εκπλήσσεται ακόμα και ο ίδιος με τον ερεθισμό που του προκαλεί η βία, όταν την ασκεί αυτός. Τα πράγματα πάνε στραβά όπως μπορείτε να φανταστείτε, με τα ένστικτα βίας να πρωτοστατούν και το σκηνοθέτη Πολ Σόιρινγκ να αξιοποιεί αξιοπρεπώς την εμπειρία του από το “Prison Break”. Όσο όμως κι αν μη θυμάμαι λεπτομέρειες από την υπόθεση του πρωτότυπου, δεν μπορώ με τίποτα να ξεχάσω την κλειστοφοβική, έως ζαλιστική αγωνία της ατμόσφαιρας, η ένταση της οποίας απουσιάζει από δω. Η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο αρκετά ώστε να ενοχληθείς, αλλά όχι τόσο ώστε να νιώσεις απειλημένος, με τις ιδεολογικές συγκρούσεις να έχουν κολλήσει σα βελόνα πικάπ στον προβληματισμό του κατά πόσο είμαστε ανώτεροι από τους πιθήκους ή όχι. Χλιαρή κι αμελητέα, με λίγα λόγια, εύκολα λησμονήσιμη.
(0) Και ξαφνικά σκοτάδι / And soon the darkness
Του Μάρκος Έφρον. Θρίλερ, ΗΠΑ/Αργεντινή/Γαλλία, 2010. 1 ώρα και 31 λεπτά. Με τους: Άμπερ Χερντ, Οντέτ Γιούστμαν
Άλλο ένα ριμέικ γι’ αυτή την εβδομάδα, παντελώς ανεξήγητο όμως σ’ αυτήν την περίπτωση. Δυο κοπέλες αφήνουν την παρέα τους και συνεχίζουν μόνες τους το ταξίδι τους με ποδήλατο σε απομονωμένες περιοχές της Αργεντινής. Όταν η μία εξαφανίζεται, η άλλη αρχίζει να την ψάχνει μανιωδώς. Δεν πρέπει να έχω δει πιο ανιαρό, αργοκίνητο, αδιάφορο θρίλερ στη ζωή μου. Ευθύνεται η παντελής έλλειψη ρυθμού ή φόρας ή σφραγίδας ή διάθεσης, έστω, ή κάτι άλλο, δεν μπορώ να καταλήξω. Ξέρω πάντως ότι ακόμα κι εγώ που είμαι αδιόρθωτο ψάρι και ταράζομαι με το παραμικρό, εδώ δεν κούνησα βλέφαρο και προσπαθούσα απλά να βρω ποιες άλλες ηθοποιούς μου θύμιζαν οι πρωταγωνίστριες.
Box 1:
Cannes 2011
Σε μια περίοδο που ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ, και δη τόσο φλασάτο και ναρκισσιστικό όσο οι Κάννες, φαινόταν παντελώς εκτός τόπου και χρόνου από την ελληνική, και όχι μόνο, επικαιρότητα, η φετινή διοργάνωση προσέφερε τελικά μπόλικη τροφή, σε επίπεδο τόσο προγράμματος και κινηματογραφικού σούσουρου όσο και πολιτικού debate. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στις ταινίες, στο πόσο άρεσε ή απογοήτευσε ο Τέρενς Μάλικ (ο οποίος κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα για το “Tree of Life”), στον Γκας βαν Σαντ που δεν ενθουσίασε όσο περιμέναμε με το “Restless”, στους αδερφούς Νταρντέν και Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν που κέρδισαν σχεδόν ομόφωνα τις καλύτερες εντυπώσεις (και κέρδισαν εξ ιμησείας το Μεγάλο Βραβείο για το “Παιδί και το ποδήλατο” και το “Once Upon a Time in Anatolia” αντίστοιχα), στις αντιφατικές αντιδράσεις στα πολυαναμενόμενα “La piel que habito” του Αλμοδόβαρ και το “We need to talk about Kevin” της Λιν Ράμσεϊ. Η αλήθεια είναι όμως πως όλες οι ταινίες, οι συνεντεύξεις Τύπου, οι βραβεύσεις (στον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι), οι δηλώσεις και οι διασημότητες επισκιάστηκαν από δυο πράγματα: μια παρεξήγηση και μια απουσία. Ο Λαρς φον Τρίερ, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου για το “Melancholia”, ανακατεύει τον Χίτλερ, τους Εβραίους, τους Ισραηλινούς και τη Σουσάνε Μπίερ σε μια θολωμένη απάντηση, δηλώνοντας, χωρίς να αναφέρει τους ενδιάμεσους συνειρμούς στο μυαλό του, πως είναι Ναζί. Σε μια υπερβολική, μελοδραματική και αντι-δημοκρατική κίνηση από τη διοίκηση του Φεστιβάλ, ανακηρύσσεται σε persona non grata. Αργότερα δηλώνει (στο ελληνικό site flix.gr) πως συμφωνεί ότι ακούστηκε εντελώς λάθος, αλλά θεωρεί γελοίο το πώς απομονώθηκαν κάποιες λέξεις του, προσθέτοντας πως “Αν υπεραπλουστεύουμε τα πράγματα με τέτοιο τρόπο, νομίζω ότι αγνοούμε το γεγονός ότι υπάρχει ένας μικρός ναζί κρυμμένος στον καθένα μας”. Στην τελικά πιο κοντινή, αντίπερα όχθη της καταπίεσης της ελεύθερης έκφρασης, ο υπό κράτηση, καταδικασμένος σε 6 χρόνια φυλάκιση και σε 20 χρόνια αποχής από το σινεμά Τζαφάρ Παναχί, αντιτίθεται στην ποινή του και στέλνει από το Ιράν στις Κάννες λαθραία το “This is not a film”. Σ’ αυτή τη μη-ταινία, ο Ιρανός σκηνοθέτης, μη μπορώντας να στρέψει την κάμερα στη χώρα του, την τοποθετεί απέναντι από τον ίδιο. Μη μπορώντας να κάνει αλλιώς, συνεχίζει να κάνει το απαραίτητο μη-σινεμά του, το οποίο ανυπομονούμε και ελπίζουμε κάποια στιγμή να δούμε (οι πληροφορίες λένε ότι υπάρχει μόνο σε ένα στικάκι κάπου).
Tα βραβεία του φετινού Φεστιβάλ Καννών
Χρυσός Φοίνικας: “The Tree of Life” του Τέρενς Μάλικ
Μεγάλο Βραβείο: «Once Upon A Time In Anatolia» του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν και «Le Gamin Au Velo» των Ζαν Πιερ και Λικ Νταρντέν
Καλύτερη σκηνοθεσία: Νίκολας Βίντινγκ Ρεφν για το «Drive
Καλύτερο σενάριο: Tζόσεφ Σεντάρ για το Footnote
Καλύτερη γυναικεία ερμηνεία: Kίρστεν Ντανστ για το «Melancholia του Τρίερ
Καλύτερη ανδρική ερμηνεία: Ζαν Ντιζαρντέν για το «The Artist» του Μισέλ Χαζαναβίσιους
Βραβείο της Επιτροπής: «Polisse» της Μαϊγουέν
Camera D' Or Πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη): Πάμπλο Τζορτζέλι για το «Las Acacias»
Χρυσός Φοίνικας ταινίας μικρού μήκους: «Cross» της Μαρίνα Βρόντα
Box 2:
Εβδομάδα Θου-Βου
Στη μνήμη του Θανάση Βέγγου πραγματοποιείται αφιέρωμα αυτήν την εβδομάδα (από 26/5 έως 1/6) στον κινηματογράφο Τριανόν με την προβολή των 7 ταινιών που σκηνοθέτησε κι έκανε παραγωγή ο ίδιος. Οι κωμωδίες που θα προβληθούν είναι: “Τρελός, παλαβός και Βέγγος”, “Βοήθεια! Ο Βέγγος φανερός πράκτωρ 000”, “Δόκτωρ Ζι-Βέγγος”, “Ποιος Θανάσης!”, “Ένα ασύλληπτο κορόιδο”, “Θου-Βου Φαλακρός Πράκτωρ – Επιχείρησις: Γης Μαδιάμ” και “Ο Άνθρωπος που έτρεχε πολύ”. Τις ταινίες θα συνοδεύει και το ντοκιμαντέρ “Ένας άνθρωπος παντός καιρού” του Γιάννη Σολδάτου.