Σύχναζε στα σαλόνια της καλής κοινωνίας εκεί γνώρισε τον Ανατόλ Φρανς, τον οποίο προέτρεψε στη συγγραφή. Το 1896 έγραψε το πρώτο του έργο, «Τέρψεις και Ημέρες», μια συλλογή από σύντομες ιστορίες, ποιήματα και δοκίμια, η οποία όμως δεν θα γνωρίσει ιδιαίτερη επιτυχία. Ακολουθούν και άλλα έργα, επίσης χωρίς καμία επιτυχία. Το 1985 αρχίζει το προσχέδιο του μυθιστορήματος που θα σημαδέψει την παγκόσμια λογοτεχνία, του Αναζητώντας το Χαμένο Χρόνο, αλλά το εγκαταλείπει το 1899.
Το 1905 ο Προυστ χάνει την μητέρα του στην οποία...
έτρεφε μεγάλη αγάπη και ήταν από τα λίγα αγαπημένα του πρόσωπα. Η σωματική και ψυχική υγεία του Προυστ κλονίστηκε. Από εκείνη τη μέρα απομονώνεται στο ηχομωνομένο δωμάτιο του και αφιερώνεται στην συγγραφή και την ενδοσκόπηση. Από το 1910 περνούσε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του μέσα στην κρεβατοκάμαρα, κοιμώμενος κατά τη διάρκεια της ημέρας και γράφοντας ακατάπαυστα τη νύχτα. Για τον εαυτό του είχε πει ότι «το μεγάλο μου χάρισμα ήταν να υποφέρω».
Το 1913 εκδίδει το πρώτο μέρος του «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο». Το βιβλίο αποτελείται από 7 μέρη και θεωρείται σήμερα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας - ένας ποταμός 3.200 λέξεων όπου εμφανίζονται τα θέματα της θλιμμένης νοσταλγίας του Προυστ για την παιδική ηλικία, του έρωτα, της ζήλιας και του υπαινικτικού χαρακτήρα μερικών «στιγμών» που φαίνονται να ανοίγουν μία μυστηριώδη προοπτική προς μία απόλυτη πραγματικότητα.
Το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο είναι δοκίμιο, μυθιστόρημα και αυτοβιογραφία μαζί. Στο σύνολό του, το μνημειώδες αυτό ημιαυτοβιογραφικό μυθιστόρημα είναι περισσότερο ένας εσωτερικός μονόλογος παρά μια ιστορία. Ασυνάρτητο αλλά ζωντανό, με ευφυέστατες μεταφορές και εξαιρετικά σχήματα λόγου, το έργο είναι πλούσιο σε ψυχολογικές, φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές έννοιες.Ταυτόχρονια ιχνογραφεί την τότε αστική κοινωνία με μαγευτικές περιγραφές σαν πίνακες ζωγραφικής -λεπτομερείς και χρωματισμένες με τις λέξεις. Είναι το κείμενο που συνδυάζει το κλασικό του 19ου αιώνα με τον μοντέρνο του 20ού.
Ο Προυστ δημιουργεί ένα δικό του κόσμο, μια δική του πραγματικότητα την οποία πολλοί μεταγενέστεροι έκαναν πολυσέλιδες εργασίες και κριτικές προσπαθώντας να την ερμηνεύσουν και να την αναλύσουν. Μέσα από τη μεταφορά των αισθήσεων και των αναμνήσεων ο Προυστ προσπαθεί να βρεί το εγώ του, μια αναζήτηση προσωπική του δικού του χαμένου χρόνου. «Δεν εγκατέλειπε το πρόβλημα που είχε μέσα του και γύρευε τη λύση» αναφέρει στο έργο του ο Σελέστ Αλμπαρέ « Ο κύριος Προυστ».
Ο Μαρσέλ Προυστ πέθανε στις 18 Νοεμβρίου του 1922 από πνευμονία έχοντας ήδη αναγωριστεί και βραβευτεί για το έργο του. Τα τελευταία τρία μέρη του βιβλίο του «Αναγνωρίζοντας τον χαμένο χρόνο» εκδόθηκαν μετά το θανατό του.
«Κάθε αναγνώστης, ουσιαστικά, βρίσκει τον εαυτό του (σε ένα βιβλίο). Η δουλειά του συγγραφέα δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα είδος οπτικού μέσου, το οποίο κάνει εφικτό στον αναγνώστη να διακρίνει αυτό που, χωρίς το συγκεκριμένο βιβλίο, πιθανόν δεν θα είχε ποτέ δει από μόνος του». Marcel Proust
Πηγή: tvxs.gr