Το 1943 δεν υπήρχαν κάμερες τηλεοράσεων για να απαθανατίσουν την Παναγιώτα να στέκεται μπροστά στο γερμανικό τανκ για να το σταματήσει και να μη περάσει πάνω από έναν τραυματισμένο φοιτητή μπροστά στο Οφθαλμιατρείο.
Ο πολυβολητής του τανκ την πυροβόλησε και το όχημα πέρασε από πάνω της.
Ταυτόχρονα η Κούλα μια άλλη δεκαεννιάχρονη φοιτήτρια πηδούσε πάνω στο τανκ για να χτυπήσει τον δολοφόνο με το τσόκαρο της! (Τότε δεν είχαν παπούτσια και φορούσαν ξυλοπάπουτσα.) Δεν πρόλαβε γιατί κι αυτή χτυπήθηκε και πέθανε λίγα λεπτά μετά την Παναγιώτα.
Αυτά ανάφερε σε μια συνέντευξη του ο Λάκης Σάντας σε συνέντευξη που είχε δώσει στο «Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα» του Στέλιου Κούλογλου και φυσικά δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφισβητήσουμε τη μαρτυρία ενός τέτοιου ανθρώπου.
Με βάση τα παραπάνω δεν ήταν ο δεκαεννιάχρονος Κινέζος φοιτητής ο πρώτος που στάθηκε μπροστά σε τανκ στην πλατεία Τιεν-Αν-Μεν στις 5 Ιουνίου του 1989 και η φωτογραφία του γεγονότος κάνοντας το γύρο του κόσμου καθήλωσε τους πάντες. Επιπλέον, ο κινέζος φοιτητής δεν χτυπήθηκε, χωρίς μ’ αυτό να θέλω να μειώσω την τολμηρή του στάση.
Από την απελευθέρωση και μετά, και ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή όχι με τον τρόπο τιμής, κάθε 28 Οκτωβρίου τιμάμε την Παναγιώτα, την Κούλα και χιλιάδες ανθρώπους, που με τις πράξεις τους και την αυτοθυσία τους αντιτάχτηκαν στο ναζισμό και στην κατοχή. Η αντίσταση στη Ιταλογερμανική κατοχή είναι μια περίοδος για την οποία οι Έλληνες μπορούμε να είμαστε περήφανοι. Μια περίοδος που έχει καταξιωθεί από την παγκόσμια κοινότητα για την τεράστια σημασία της ως προς την έκβαση του πολέμου.
Κι εμείς τι κάναμε σήμερα ως Έλληνες; Με οδηγό το χειρότερο εαυτό μας τους εκμεταλλευτήκαμε για να αποσπάσουμε λίγη ώρα δημοσιότητας προκειμένου να εκφράσουμε τη δυσαρέσκεια και την αντίστασή μας στην οικονομική πολιτική μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης.
Και δεν το είχαμε ανάγκη, αφού τις προηγούμενες μέρες τι κάναμε; Τα ίδια κάναμε. Και τις επόμενες τι θα κάνουμε; Πάλι τα ίδια θα κάνουμε. Και γιατί να μη τα κάνουμε; Μήπως θα αντιμετωπίσουμε κανένα τανκ ή κανένα πολυβολητή που θα μας πυροβολήσει και θα περάσει κι από πάνω μας; Ευτυχώς Όχι. Όλα γίνονται εκ του ασφαλούς, γιατί ευτυχώς έχουμε δημοκρατία. Μόνο που όλα έχουν τα όρια τους, και η καημένη η δημοκρατία μας, τόσο κακομεταχειρισμένη από όλους μας, πάσχει και πάσχει χειρότερα ίσως από την οικονομία μας ως φαίνεται.
Μπορεί να μη είναι πολλοί αυτοί που προκαλούν με τη συμπεριφορά τους και επιδίδονται σε καταστροφές ευτελίζοντας τις διαμαρτυρίες του κόσμου. Μπορεί να μη είναι πολλοί αυτοί, που μπροστά ή στην περιοχή του Οφθαλμιατρείου έχουν κάνει τα αίσχη και εντελώς άνανδρα τα έχουν βάλει με τα αγάλματα και τα μάρμαρα, όταν το 1943 η Παναγιώτα και η Κούλα τα είχαν βάλει με τα γερμανικά τανκ, αλλά αποτελούν ένα επικίνδυνο πρότυπο για ανθρώπους που υποφέρουν οικονομικά και εργασιακά και συνεπώς είναι πιο επιρρεπείς σε αδιέξοδες δημαγωγικές συμπεριφορές, που άλλους σκοπούς εξυπηρετούν και όχι το πραγματικό τους πρόβλημα.
Όλοι παραδέχονται ότι οι πολιτικές δεκαετιών και οι κομματικές ασθένειες, για να το πούμε κομψά, μας έφεραν σ’ αυτήν την τραγική κατάσταση. Και πως αντιδράσαμε σήμερα; Πάλι παρασυρμένοι, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα, που θα έλεγε και ο ποιητής, ακολουθήσαμε οι περισσότεροι αυτούς που χαϊδεύουν τα αυτιά μας.
Και τι να κάνουμε θα μπορούσε να πει κάποιος καλόπιστος, άνθρωπος, που κουβαλάει αυτήν την εποχή ένα τόσο μεγάλο φορτίο αγωνίας και ανησυχίας για το παρόν και το μέλλον; Ως μέλος αυτής της κατηγορίας των συμπολιτών μας θα μπορούσα να προτείνω να σκεφτούμε ψύχραιμα, λογικά, συλλογικά, όχι συντεχνιακά και μίζερα, έτσι ώστε να καταλάβουμε επιτέλους γιατί πήραμε τη ζωή μας λάθος και να αλλάξουμε ζωή, όπως θα έλεγε ο άλλος ποιητής μας. Στο χέρι μας είναι.
Όπως αργήσαμε να καταλάβουμε, αν καταλάβαμε, τις σαρκοβόρες παγκόσμιες οικονομικές αγορές, νομίζω ότι το ίδιο αργά καταλάβαμε την αγορά των κομματικών συνθημάτων, συμφερόντων και εντυπώσεων. Είναι μια πολύ επικίνδυνη αγορά που διαμορφώθηκε στρεβλά από συμφέροντα ξένα προς αυτά των απλών πολιτών, έστω και αν στο άνοιγμα τους είχαν οράματα και αρχές.
Για τις οικονομικές αγορές τα πράγματα είναι πολυπαραγοντικά και μας διαφεύγουν, ενώ για την αγορά των πολιτικών μας κομμάτων οι καιροί απαιτούν άμεσες δημοκρατικές παρεμβάσεις όλων μας, έτσι που να εξυπηρετούν τις προσδοκίες της ελληνικής κοινωνίας με σαφήνεια και ειλικρίνεια. Κι αυτό δεν είναι εύκολο, το αναγνωρίζω, αλλά είναι απόλυτα αναγκαίο.
Η Παναγιώτα, η Κούλα και οι χιλιάδες άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους στην κατοχή είναι παραπονεμένοι σήμερα από τη συμπεριφορά μας και έχουν δίκιο.
*Η Ουρανία Χρυσαφίνου είναι Ομότιμη Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών.