Οι αρχαίοι Έλληνες θεοί και ήρωες των «Αθανάτων» αναμετρώνται με την «Τζέιν Έιρ», την ηρωίδα του κλασικού μυθιστορήματος της Σάρλοτ Μπροντέ, ενώ ο «Κατακτητής» Νικολά Σαρκοζί τους παρακολουθεί.
(4) Τζέιν Έιρ / Jane Eyre
Του Κάρι Φουκουνάγκα. Δραματική, 2011, ΗΠΑ/Ηνωμένο Βασίλειο. 2 ώρες. Με τους: Μία Βασικόφσκα, Μάικλ Φασμπέντερ, Τζέιμι Μπελ, Τζούντι Ντεντς, Σάλι Χόκινς.
Αφού ασχολήθηκε με τα μεταναστευτικά προβλήματα της Κεντρικής Αμερικής στο άκρως ενδιαφέρον ντεμπούτο του «Χωρίς Όνομα», ο ιαπωνo-σουηδικής καταγωγής αμερικανός σκηνοθέτης Κάρι Φουκουνάγκα περνάει με αξιώσεις στα μεγάλα σαλόνια και υπογράφει μια ακόμη μεταφορά της «Τζέιν Έιρ» της Σάρλοτ Μπροντέ. Το κλασικό αυτό μυθιστόρημα του 1847 μπορεί να έχει μεταφερθεί καμιά εικοσαριά φορές στη μικρή και στη μεγάλη οθόνη, λίγες περιπτώσεις όμως είναι αυτές που ξεχώρισαν. Ευτυχώς, η ταινία του Φουκουνάγκα είνα μέσα σ’ αυτές. Η ιστορία, λίγο πολύ γνωστή: αφού κατάφερε να ξεφύγει από μια σκληρή παιδική ηλικία, η νεαρή μικροκαμωμένη Τζέιν Έιρ προσλαμβάνεται ως γκουβερνάντα στο επιβλητικό αρχοντικό Θόρνχιλ, όπου αναλαμβάνει την ανατροφή της κόρης του Έντουαρντ Φέρφαξ Ρότσεστερ, ενός στρυφνού και απόμακρου ανθρώπου με συχνά βίαια ξεσπάσματα. Με τον καιρό, οι δυο αυτοί αντίθετοι χαρακτήρες θα έρθουν κοντά και θα ερωτευτούν, αλλά το σκοτεινό μυστικό που κρύβει ο Ρότσεστερ θα βάλει σε κίνδυνο την επικείμενη ευτυχία τους. Ο Φουκουνάγκα δείχνει ότι γνωρίζει πώς να ισορροπεί ανάμεσα σε μια ατμοσφαιρική ταινία εποχής και σε ένα διαχρονικό δράμα χαρακτήρων, βοηθούμενος και από την αιθέρια φωτογραφία του Αντριάνο Γκόλντμαν. Παράλληλα, οι εξαιρετικές εσωτερικές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών, της διαρκώς ανερχόμενης Μία Βασικόφσκα (της Αλίκης του Τιμ Μπάρτον) και του πολυβραβευμένου χαμαιλέοντα Μάικλ Φασμπέντερ (ο Μπόμπι Σαντς του «Hunger» αλλά και ο Μαγκνίτο της «Πρώτης Γενιάς» των X-Men), απογειώνουν αυτή την ιστορία καταπιεσμένων συναισθημάτων και λυτρωτικού έρωτα, με τη λατρεμένη Τζούντι Ντεντς να σιγοντάρει με την πείρα της.
(2) Αθάνατοι / Immortals
Του Ταρσέμ Σινγκ. Δράσης, 2011, ΗΠΑ. 1 ώρα και 50 λεπτά. Με τους: Χένρι Καβίλ, Μίκι Ρουρκ, Φρίντα Πίντο, Στίβεν Ντορφ, Τζόζεφ Μόργκαν, Λουκ Έβανς.
Οι παραγωγοί των «300» επιστρέφουν με τους «Αθάνατους», μια νέα υπερπαραγωγή σανδαλιού και χλαμύδας με θέμα εμπνευσμένο αυτή τη φορά από την αρχαία ελληνική μυθολογία. Το σενάριο υπογράφουν δύο αδέρφια ελληνοαμερικανικής καταγωγής, ο Τσάρλι και ο Βλας Παρλαπανίδης, οι οποίοι βάζουν αυθαίρετα στο συγγραφικό τους μπλέντερ ονόματα και καταστάσεις. Έτσι, σκαρφίστηκαν την ιστορία του Θησέα, ενός νόθου χωρικού που ορκίζεται εκδίκηση όταν βλέπει τη μητέρα του να σφάζεται μπροστά στα μάτια του από τον Υπερίωνα, έναν αιμοδιψή βασιλιά που ψάχνει το μυθικό Τόξο της Ηπείρου για να ελευθερώσει τους Τιτάνες και να εκδικηθεί με τη σειρά του τους θεούς. Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, δηλαδή, όμως η ψυχαγωγία και όχι η επιμόρφωση ήταν πάντα το κύριο μέλημα τέτοιων παραγωγών. Και γι’ αυτό το σκηνοθετικό κομμάτι ανατέθηκε στον Ταρσέμ Σινγκ, τον οραματιστή σκηνοθέτη των περιπετειών φαντασίας «Το Κελί» και «Εξωπραγματικότητα», προκειμένου να αφήσει την ξεχωριστή υπογραφή του. Όντως, αν και δεν συγκρίνονται οπτικά με τις προηγούμενες δουλειές του, οι «Αθάνατοι» έχουν το δικό τους στυλιστικό αέρα σε σκηνικά, κουστούμια και στις βίαια χορογραφημένες σκηνές μάχης και υπόσχονται ένα θεαματικό δίωρο ψυχαγωγίας σε όσους δεν τους πάρουν στα σοβαρά.
(2) Ο Κατακτητής / La conquête
Του Ξαβιέ Ντυρινζέ. Πολιτική, 2011, Γαλλία. 1 ώρα και 45 λεπτά. Με τους: Ντενί Πονταλιντέ, Φλοράνς Περνέλ, Μπερνάρ Λεκόκ, Σαμουέλ Λαμπάρτ, Ιπολίτ Ζιραρντό.
Παρίσι, 6 Μαΐου 2007, ημέρα προεδρικών εκλογών. Ο Νικολά Σαρκοζί βρίσκεται ανάστατος στο σπίτι του τηλεφωνώντας συνεχώς στη γυναίκα του Σεσιλιά, προκειμένου να πάνε να ψηφίσουν μαζί. Όσο εκείνη δε σηκώνει το τηλέφωνο, τόσο η ανησυχία του μεγαλώνει, γεγονός που δεν τον αφήνει να χαρεί τη σίγουρη νίκη του και την ημέρα του θριάμβου του. Με αφετηρία τη συγκεκριμένη ημέρα και μέσα από διαδοχικά φλας μπακ, η ταινία «Ο Κατακτητής», που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και καταστάσεις, δείχνει τα πέντε χρόνια πριν από την άνοδο του Σαρκοζί στο πρεδρικό αξίωμα και την παράλληλη καταστροφή του γάμου του. Ζωηρός ρυθμός, βιτριολικές ατάκες, πολιτικές μηχανορραφίες και αρκετές δόσεις καυστικού χιούμορ είναι τα στοιχεία που συνδυάζει ο σκηνοθέτης Ξαβιέ Ντυρινζέ σε ένα αξιοπρεπές σύνολο, εκμεταλλευόμενος την πείρα του από τις τηλεταινίες που γυρίζει συνήθως για τη γαλλική τηλεόραση. Ο Ντενί Πονταλιντέ που ενσαρκώνει με θάρρος και φινέτσα τον γάλλο Πρόεδρο ξεχωρίζει από το υπόλοιπο συμπαθές καστ.
Αίθουσες στην Αθήνα
---------------------------------------------------
Ντενί Πονταλιντέ
Όποιος κερδίζει στην πολιτική, χάνει στον έρωτα
Στην ταινία «Ο Κατακτητής» (La conquête), ο διάσημος γάλλος – ελληνικής καταγωγής – ηθοποιός Ντενί Πονταλιντέ καλείται να ερμηνεύσει έναν από τους δυσκολότερους ρόλους στην καριέρα του: αυτόν του εν ενεργεία γάλλου Προέδρου Νικολά Σαρκοζί.
Απόδοση: Εβελίνα Σαραντίδη
Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση όταν σας προσφέρθηκε ο ρόλος του Νικολά Σαρκοζί;
Ενθουσιάστηκα. Γιατί; Μα επειδή λατρεύω τις πολιτικές ταινίες. Για χρόνια ήθελα να παίξω έναν πραγματικό ή έναν φανταστικό πολιτικό. Η πολιτική προσφέρει εκπληκτικές ευκαιρίες για έναν ηθοποιό και μια ευρεία γκάμα καταστάσεων που σπανίως έχει αγγίξει το γαλλικό σινεμά. Αντιθέτως, οι ξένες κινηματογραφίες έχουν στρώσει αυτό το δρόμο με ταινίες όπως η «Βασίλισσα», το «Il Divo» και το «W». Το να υποδυθώ τον Σαρκοζί, τον τωρινό πρόεδρο, δε με απασχόλησε, ούτε μείωσε τον ενθουσιασμό μου. Μάλλον το αντίθετο, για να είμαι ακριβής. Ήμουν πρόθυμος να παίξω στον σύγχρονο κόσμο, να έχω μια ιδιαίτερη σχέση με τον Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος είναι εκπληκτικός, άσχετα αν συμφωνείς ή διαφωνείς με τις πολιτικές του ιδέες.
Χρειάστηκε να κάνετε πολλή έρευνα; Όπως, για παράδειγμα, να δείτε βιντεοσκοπημένο υλικό προκειμένου να μελετήσετε τον «χαρακτήρα»;
Ναι, έκανα ό,τι κάνεις συνήθως όταν παίζεις τέτοιου είδους χαρακτήρες: άκουσα τη φωνή του, είδα όλα τα διαθέσιμα ντοκιμαντέρ, μελέτησα αναφορές και φωτογραφίες... υπάρχουν άπειρες πηγές. Έπειτα, λίγο λίγο, άφησα τον χαρακτήρα να αναλάβει, σχεδόν αόρατα. Τελικά, ήρθε μέσα μου ανεπαίσθητα. Δεν ήθελα να γίνω ένα καρμπόν αντίγραφο του Σαρκοζί, δεν προσπάθησα καν να μοιάζω ακριβώς όπως αυτός, να μιλάω όπως αυτός ή να περπατάω όπως αυτός. Φρόντισα να δημιουργήσω μια άλλη ομοιότητα, έναν χαρακτήρα που να είναι εντελώς εγώ και εντελώς – ή σχεδόν εντελώς – ο Σαρκοζί. Κάποτε διάβασα μια πανέμορφη απάντηση που έδωσε ο Ντεπαρντιέ όταν ρωτήθηκε το ίδιο πράγμα. Είπε: «Μην κάνεις τίποτα, απλά αφέσου». Βέβαια, δεν αναφερόταν στη μελέτη ενός χαρακτήρα, αλλά νομίζω ότι, ακόμα κι όταν θέλεις να παίξεις κάποιον σαν τον Σαρκοζί, πρέπει να «αφεθείς» έτσι ώστε να μεταδώσεις το συναίσθημα ότι ο ηθοποιός και ο χαρακτήρας είναι ελεύθεροι.
Σας ενδιαφέρουν τα πολιτικά;
Ναι, πάρα πολύ. Το να διαβάζεις τις «πολιτικές» σελίδες στις εφημερίδες είναι σα να διαβάζεις ένα μυθιστόρημα σε συνέχειες που γράφονται μέρα με τη μέρα. Υπάρχουν συναρπαστικές στιγμές, αλλά και τρομαχτικές στιγμές, όπως συμβαίνει στις μέρες μας.
Ταυτιστήκατε με τον Νικολά Σαρκοζί;
Πρέπει να αποφεύγεις να διαλέγεις στρατόπεδα και να κρίνεις, πρέπει να σωπάσεις την εσωτερική φωνή που ψιθυρίζει στο αυτί σου ότι αυτό δεν έχει να κάνει με αυτό που ψήφισες. Πρέπει να εμπλουτίσεις την φυσική του παρουσία, το πολιτικό του χάρισμα, να δείξεις τη θαρραλέα, ζωηρή, γεμάτη ενέργεια, αλλά και μυστηριώδη προσωπικότητά του. Και την αίσθηση του χιούμορ του. Έχει πολύ πιο ανεπτυγμένη αίσθηση του χιούμορ από ότι οι περισσότεροι πολιτικοί.
Πώς αποφεύγετε την καρικατούρα ή την απομίμηση;
Πρέπει να πάρεις το χρόνο σου, να είσαι προσεκτικός και υπομονετικός. Πρέπει να ακούς και να παρατηρείς. Παρακολουθούσα επανειλημένως συγκεκριμένες εκπομπές στην τηλεόραση, σαν να άκουγα μουσική. Και ποτέ να μην βλέπεις ή να ακούς μιμητές. Μερικές φορές είναι καλό να κλείνεις τον ήχο και να συγκεντρώνεσαι στην παρατήρηση του σώματος. Άλλες φορές, άκου μόνο τη φωνή. Αγνόησε τι συμβαίνει στις προεδρικές εκλογές. Σκέψου φανταστικές καταστάσεις και άσε τον χαρακτήρα να μπει μέσα σ’ αυτές. Ξέχνα τα πραγματικά γεγονότα. Και σιγά σιγά έχεις έναν χαρακτήρα σε ταινία μυθοπλασίας.
Για το ρόλο, χρειαστήκατε κάποιο ίχνος συμπάθειας προς αυτόν, το οποίο σημαίνει ότι παραβλέψατε προς στιγμή τις πολιτικές σας πεποιθήσεις;
Ναι, αλλά γενικά το βρίσκω εύκολο να σχετίζομαι με τους πολιτικούς. Βρίσκω ενδιαφέρον σ’ αυτούς, δεξιούς ή αριστερούς. Πάντα με ενδιέφερε ο Σαρκοζί, παρόλο που πάντα ψήφιζα αριστερούς υποψήφιους. Μερικές φορές, ο Σαρκοζί μάς θυμίζει κάποιον σαιξπηρικό χαρακτήρα, ένα είδος Βασιλιά Ληρ, εναλλάξ μεγαλοπρεπής και δηκτικός, συγκινητικός και βδελυρός. Ο Σαίξπηρ είναι ο μεγαλύτερος συγγραφέας πολιτικών τραγωδιών στον κόσμο. Οι χαρακτήρες του έχουν επηρεάσει όλα τα θεατρικά που ασχολούνται με αυτά τα θέματα, όπως έχει επηρεαστεί και ο κινηματογράφος.
Σε βοήθησαν τα ρούχα να γίνεις ο χαρακτήρας;
Ο σχεδιαστής κοστουμιών Γιούργκεν Ντέρινγκ με βοήθησε απίστευτα. Με πήγε σ’ ένα ραφτάδικο στο 8ο διαμέρισμα του Παρισιού, όπου ψωνίζουν και ράβονται οι πολιτικοί, κι εκεί βρήκαμε τα ρούχα του ρόλου. Και, φυσικά, δεν έχω να πω παρά τα καλύτερα για την βασική μακιγιέζ Ντομινίκ Κολαντάντ, μαζί με την οποία αποφασίσαμε το μακιγιάζ και σχεδιάσαμε την περούκα, αλλά και για όλους τους υπόλοιπους μακιγιέρ.
Πόσο κοντά είναι η πολιτική στο θέατρο;
Πάρα πολύ κοντά, όντως. Κοντά, αλλά δεν είναι το ίδιο πράγμα. Όταν ένας πρόεδρος πάει για ύπνο, παραμένει πρόεδρος. Τώρα ο ηθοποιός που πάει για ύπνο δεν έχει πια σχέση με το χαρακτήρα του. Πρέπει να είσαι προσεκτικός με τις συνδέσεις θεάτρου και πολιτικής. Μπορεί να μοιάζει ως φιλοφρόνηση, αλλά δίνει επίσης και την ιδέα ότι η πολιτική έχει να κάνει με το να λες ψέματα.
Πώς ήταν η συνεργασία με τον σκηνοθέτη Ξαβιέ Ντυρινζέ;
Υπήρξε μια σπουδαία αίσθηση ελευθερίας στη συνεργασία μας. Του άρεσαν ιδιαίτερα οι μακρινές λήψεις, αλλά γενικά ήταν ανοιχτός σε αυτοσχεδιασμούς και έτοιμος να δοκιμάσει διάφορες προτάσεις. Είχε μια καλή αίσθηση ρυθμού και κωμωδίας. Πραγματικά, τα πήγαμε μια χαρά όσον αφορά τους στόχους μας και τις μεθόδους μας. Ήταν μια προσπάθεια συνεργασίας, η οποία μας επέτρεψε να πάμε παραπέρα και να εμπιστευτούμε ο ένας τον άλλον. Και περάσαμε υπέροχα στην πορεία. Ο Ξαβιέ έχει μια ενέργεια σαν του Σαρκοζί – αλλά δεν είναι «Σαρκοζιστής», μην με παρεξηγήσετε!
http://www.protothema.gr/culture/cinema/article/?aid=158274
(4) Τζέιν Έιρ / Jane Eyre
Του Κάρι Φουκουνάγκα. Δραματική, 2011, ΗΠΑ/Ηνωμένο Βασίλειο. 2 ώρες. Με τους: Μία Βασικόφσκα, Μάικλ Φασμπέντερ, Τζέιμι Μπελ, Τζούντι Ντεντς, Σάλι Χόκινς.
Αφού ασχολήθηκε με τα μεταναστευτικά προβλήματα της Κεντρικής Αμερικής στο άκρως ενδιαφέρον ντεμπούτο του «Χωρίς Όνομα», ο ιαπωνo-σουηδικής καταγωγής αμερικανός σκηνοθέτης Κάρι Φουκουνάγκα περνάει με αξιώσεις στα μεγάλα σαλόνια και υπογράφει μια ακόμη μεταφορά της «Τζέιν Έιρ» της Σάρλοτ Μπροντέ. Το κλασικό αυτό μυθιστόρημα του 1847 μπορεί να έχει μεταφερθεί καμιά εικοσαριά φορές στη μικρή και στη μεγάλη οθόνη, λίγες περιπτώσεις όμως είναι αυτές που ξεχώρισαν. Ευτυχώς, η ταινία του Φουκουνάγκα είνα μέσα σ’ αυτές. Η ιστορία, λίγο πολύ γνωστή: αφού κατάφερε να ξεφύγει από μια σκληρή παιδική ηλικία, η νεαρή μικροκαμωμένη Τζέιν Έιρ προσλαμβάνεται ως γκουβερνάντα στο επιβλητικό αρχοντικό Θόρνχιλ, όπου αναλαμβάνει την ανατροφή της κόρης του Έντουαρντ Φέρφαξ Ρότσεστερ, ενός στρυφνού και απόμακρου ανθρώπου με συχνά βίαια ξεσπάσματα. Με τον καιρό, οι δυο αυτοί αντίθετοι χαρακτήρες θα έρθουν κοντά και θα ερωτευτούν, αλλά το σκοτεινό μυστικό που κρύβει ο Ρότσεστερ θα βάλει σε κίνδυνο την επικείμενη ευτυχία τους. Ο Φουκουνάγκα δείχνει ότι γνωρίζει πώς να ισορροπεί ανάμεσα σε μια ατμοσφαιρική ταινία εποχής και σε ένα διαχρονικό δράμα χαρακτήρων, βοηθούμενος και από την αιθέρια φωτογραφία του Αντριάνο Γκόλντμαν. Παράλληλα, οι εξαιρετικές εσωτερικές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών, της διαρκώς ανερχόμενης Μία Βασικόφσκα (της Αλίκης του Τιμ Μπάρτον) και του πολυβραβευμένου χαμαιλέοντα Μάικλ Φασμπέντερ (ο Μπόμπι Σαντς του «Hunger» αλλά και ο Μαγκνίτο της «Πρώτης Γενιάς» των X-Men), απογειώνουν αυτή την ιστορία καταπιεσμένων συναισθημάτων και λυτρωτικού έρωτα, με τη λατρεμένη Τζούντι Ντεντς να σιγοντάρει με την πείρα της.
(2) Αθάνατοι / Immortals
Του Ταρσέμ Σινγκ. Δράσης, 2011, ΗΠΑ. 1 ώρα και 50 λεπτά. Με τους: Χένρι Καβίλ, Μίκι Ρουρκ, Φρίντα Πίντο, Στίβεν Ντορφ, Τζόζεφ Μόργκαν, Λουκ Έβανς.
Οι παραγωγοί των «300» επιστρέφουν με τους «Αθάνατους», μια νέα υπερπαραγωγή σανδαλιού και χλαμύδας με θέμα εμπνευσμένο αυτή τη φορά από την αρχαία ελληνική μυθολογία. Το σενάριο υπογράφουν δύο αδέρφια ελληνοαμερικανικής καταγωγής, ο Τσάρλι και ο Βλας Παρλαπανίδης, οι οποίοι βάζουν αυθαίρετα στο συγγραφικό τους μπλέντερ ονόματα και καταστάσεις. Έτσι, σκαρφίστηκαν την ιστορία του Θησέα, ενός νόθου χωρικού που ορκίζεται εκδίκηση όταν βλέπει τη μητέρα του να σφάζεται μπροστά στα μάτια του από τον Υπερίωνα, έναν αιμοδιψή βασιλιά που ψάχνει το μυθικό Τόξο της Ηπείρου για να ελευθερώσει τους Τιτάνες και να εκδικηθεί με τη σειρά του τους θεούς. Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, δηλαδή, όμως η ψυχαγωγία και όχι η επιμόρφωση ήταν πάντα το κύριο μέλημα τέτοιων παραγωγών. Και γι’ αυτό το σκηνοθετικό κομμάτι ανατέθηκε στον Ταρσέμ Σινγκ, τον οραματιστή σκηνοθέτη των περιπετειών φαντασίας «Το Κελί» και «Εξωπραγματικότητα», προκειμένου να αφήσει την ξεχωριστή υπογραφή του. Όντως, αν και δεν συγκρίνονται οπτικά με τις προηγούμενες δουλειές του, οι «Αθάνατοι» έχουν το δικό τους στυλιστικό αέρα σε σκηνικά, κουστούμια και στις βίαια χορογραφημένες σκηνές μάχης και υπόσχονται ένα θεαματικό δίωρο ψυχαγωγίας σε όσους δεν τους πάρουν στα σοβαρά.
(2) Ο Κατακτητής / La conquête
Του Ξαβιέ Ντυρινζέ. Πολιτική, 2011, Γαλλία. 1 ώρα και 45 λεπτά. Με τους: Ντενί Πονταλιντέ, Φλοράνς Περνέλ, Μπερνάρ Λεκόκ, Σαμουέλ Λαμπάρτ, Ιπολίτ Ζιραρντό.
Παρίσι, 6 Μαΐου 2007, ημέρα προεδρικών εκλογών. Ο Νικολά Σαρκοζί βρίσκεται ανάστατος στο σπίτι του τηλεφωνώντας συνεχώς στη γυναίκα του Σεσιλιά, προκειμένου να πάνε να ψηφίσουν μαζί. Όσο εκείνη δε σηκώνει το τηλέφωνο, τόσο η ανησυχία του μεγαλώνει, γεγονός που δεν τον αφήνει να χαρεί τη σίγουρη νίκη του και την ημέρα του θριάμβου του. Με αφετηρία τη συγκεκριμένη ημέρα και μέσα από διαδοχικά φλας μπακ, η ταινία «Ο Κατακτητής», που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και καταστάσεις, δείχνει τα πέντε χρόνια πριν από την άνοδο του Σαρκοζί στο πρεδρικό αξίωμα και την παράλληλη καταστροφή του γάμου του. Ζωηρός ρυθμός, βιτριολικές ατάκες, πολιτικές μηχανορραφίες και αρκετές δόσεις καυστικού χιούμορ είναι τα στοιχεία που συνδυάζει ο σκηνοθέτης Ξαβιέ Ντυρινζέ σε ένα αξιοπρεπές σύνολο, εκμεταλλευόμενος την πείρα του από τις τηλεταινίες που γυρίζει συνήθως για τη γαλλική τηλεόραση. Ο Ντενί Πονταλιντέ που ενσαρκώνει με θάρρος και φινέτσα τον γάλλο Πρόεδρο ξεχωρίζει από το υπόλοιπο συμπαθές καστ.
Αίθουσες στην Αθήνα
---------------------------------------------------
Ντενί Πονταλιντέ
Όποιος κερδίζει στην πολιτική, χάνει στον έρωτα
Στην ταινία «Ο Κατακτητής» (La conquête), ο διάσημος γάλλος – ελληνικής καταγωγής – ηθοποιός Ντενί Πονταλιντέ καλείται να ερμηνεύσει έναν από τους δυσκολότερους ρόλους στην καριέρα του: αυτόν του εν ενεργεία γάλλου Προέδρου Νικολά Σαρκοζί.
Απόδοση: Εβελίνα Σαραντίδη
Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση όταν σας προσφέρθηκε ο ρόλος του Νικολά Σαρκοζί;
Ενθουσιάστηκα. Γιατί; Μα επειδή λατρεύω τις πολιτικές ταινίες. Για χρόνια ήθελα να παίξω έναν πραγματικό ή έναν φανταστικό πολιτικό. Η πολιτική προσφέρει εκπληκτικές ευκαιρίες για έναν ηθοποιό και μια ευρεία γκάμα καταστάσεων που σπανίως έχει αγγίξει το γαλλικό σινεμά. Αντιθέτως, οι ξένες κινηματογραφίες έχουν στρώσει αυτό το δρόμο με ταινίες όπως η «Βασίλισσα», το «Il Divo» και το «W». Το να υποδυθώ τον Σαρκοζί, τον τωρινό πρόεδρο, δε με απασχόλησε, ούτε μείωσε τον ενθουσιασμό μου. Μάλλον το αντίθετο, για να είμαι ακριβής. Ήμουν πρόθυμος να παίξω στον σύγχρονο κόσμο, να έχω μια ιδιαίτερη σχέση με τον Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος είναι εκπληκτικός, άσχετα αν συμφωνείς ή διαφωνείς με τις πολιτικές του ιδέες.
Χρειάστηκε να κάνετε πολλή έρευνα; Όπως, για παράδειγμα, να δείτε βιντεοσκοπημένο υλικό προκειμένου να μελετήσετε τον «χαρακτήρα»;
Ναι, έκανα ό,τι κάνεις συνήθως όταν παίζεις τέτοιου είδους χαρακτήρες: άκουσα τη φωνή του, είδα όλα τα διαθέσιμα ντοκιμαντέρ, μελέτησα αναφορές και φωτογραφίες... υπάρχουν άπειρες πηγές. Έπειτα, λίγο λίγο, άφησα τον χαρακτήρα να αναλάβει, σχεδόν αόρατα. Τελικά, ήρθε μέσα μου ανεπαίσθητα. Δεν ήθελα να γίνω ένα καρμπόν αντίγραφο του Σαρκοζί, δεν προσπάθησα καν να μοιάζω ακριβώς όπως αυτός, να μιλάω όπως αυτός ή να περπατάω όπως αυτός. Φρόντισα να δημιουργήσω μια άλλη ομοιότητα, έναν χαρακτήρα που να είναι εντελώς εγώ και εντελώς – ή σχεδόν εντελώς – ο Σαρκοζί. Κάποτε διάβασα μια πανέμορφη απάντηση που έδωσε ο Ντεπαρντιέ όταν ρωτήθηκε το ίδιο πράγμα. Είπε: «Μην κάνεις τίποτα, απλά αφέσου». Βέβαια, δεν αναφερόταν στη μελέτη ενός χαρακτήρα, αλλά νομίζω ότι, ακόμα κι όταν θέλεις να παίξεις κάποιον σαν τον Σαρκοζί, πρέπει να «αφεθείς» έτσι ώστε να μεταδώσεις το συναίσθημα ότι ο ηθοποιός και ο χαρακτήρας είναι ελεύθεροι.
Σας ενδιαφέρουν τα πολιτικά;
Ναι, πάρα πολύ. Το να διαβάζεις τις «πολιτικές» σελίδες στις εφημερίδες είναι σα να διαβάζεις ένα μυθιστόρημα σε συνέχειες που γράφονται μέρα με τη μέρα. Υπάρχουν συναρπαστικές στιγμές, αλλά και τρομαχτικές στιγμές, όπως συμβαίνει στις μέρες μας.
Ταυτιστήκατε με τον Νικολά Σαρκοζί;
Πρέπει να αποφεύγεις να διαλέγεις στρατόπεδα και να κρίνεις, πρέπει να σωπάσεις την εσωτερική φωνή που ψιθυρίζει στο αυτί σου ότι αυτό δεν έχει να κάνει με αυτό που ψήφισες. Πρέπει να εμπλουτίσεις την φυσική του παρουσία, το πολιτικό του χάρισμα, να δείξεις τη θαρραλέα, ζωηρή, γεμάτη ενέργεια, αλλά και μυστηριώδη προσωπικότητά του. Και την αίσθηση του χιούμορ του. Έχει πολύ πιο ανεπτυγμένη αίσθηση του χιούμορ από ότι οι περισσότεροι πολιτικοί.
Πώς αποφεύγετε την καρικατούρα ή την απομίμηση;
Πρέπει να πάρεις το χρόνο σου, να είσαι προσεκτικός και υπομονετικός. Πρέπει να ακούς και να παρατηρείς. Παρακολουθούσα επανειλημένως συγκεκριμένες εκπομπές στην τηλεόραση, σαν να άκουγα μουσική. Και ποτέ να μην βλέπεις ή να ακούς μιμητές. Μερικές φορές είναι καλό να κλείνεις τον ήχο και να συγκεντρώνεσαι στην παρατήρηση του σώματος. Άλλες φορές, άκου μόνο τη φωνή. Αγνόησε τι συμβαίνει στις προεδρικές εκλογές. Σκέψου φανταστικές καταστάσεις και άσε τον χαρακτήρα να μπει μέσα σ’ αυτές. Ξέχνα τα πραγματικά γεγονότα. Και σιγά σιγά έχεις έναν χαρακτήρα σε ταινία μυθοπλασίας.
Για το ρόλο, χρειαστήκατε κάποιο ίχνος συμπάθειας προς αυτόν, το οποίο σημαίνει ότι παραβλέψατε προς στιγμή τις πολιτικές σας πεποιθήσεις;
Ναι, αλλά γενικά το βρίσκω εύκολο να σχετίζομαι με τους πολιτικούς. Βρίσκω ενδιαφέρον σ’ αυτούς, δεξιούς ή αριστερούς. Πάντα με ενδιέφερε ο Σαρκοζί, παρόλο που πάντα ψήφιζα αριστερούς υποψήφιους. Μερικές φορές, ο Σαρκοζί μάς θυμίζει κάποιον σαιξπηρικό χαρακτήρα, ένα είδος Βασιλιά Ληρ, εναλλάξ μεγαλοπρεπής και δηκτικός, συγκινητικός και βδελυρός. Ο Σαίξπηρ είναι ο μεγαλύτερος συγγραφέας πολιτικών τραγωδιών στον κόσμο. Οι χαρακτήρες του έχουν επηρεάσει όλα τα θεατρικά που ασχολούνται με αυτά τα θέματα, όπως έχει επηρεαστεί και ο κινηματογράφος.
Σε βοήθησαν τα ρούχα να γίνεις ο χαρακτήρας;
Ο σχεδιαστής κοστουμιών Γιούργκεν Ντέρινγκ με βοήθησε απίστευτα. Με πήγε σ’ ένα ραφτάδικο στο 8ο διαμέρισμα του Παρισιού, όπου ψωνίζουν και ράβονται οι πολιτικοί, κι εκεί βρήκαμε τα ρούχα του ρόλου. Και, φυσικά, δεν έχω να πω παρά τα καλύτερα για την βασική μακιγιέζ Ντομινίκ Κολαντάντ, μαζί με την οποία αποφασίσαμε το μακιγιάζ και σχεδιάσαμε την περούκα, αλλά και για όλους τους υπόλοιπους μακιγιέρ.
Πόσο κοντά είναι η πολιτική στο θέατρο;
Πάρα πολύ κοντά, όντως. Κοντά, αλλά δεν είναι το ίδιο πράγμα. Όταν ένας πρόεδρος πάει για ύπνο, παραμένει πρόεδρος. Τώρα ο ηθοποιός που πάει για ύπνο δεν έχει πια σχέση με το χαρακτήρα του. Πρέπει να είσαι προσεκτικός με τις συνδέσεις θεάτρου και πολιτικής. Μπορεί να μοιάζει ως φιλοφρόνηση, αλλά δίνει επίσης και την ιδέα ότι η πολιτική έχει να κάνει με το να λες ψέματα.
Πώς ήταν η συνεργασία με τον σκηνοθέτη Ξαβιέ Ντυρινζέ;
Υπήρξε μια σπουδαία αίσθηση ελευθερίας στη συνεργασία μας. Του άρεσαν ιδιαίτερα οι μακρινές λήψεις, αλλά γενικά ήταν ανοιχτός σε αυτοσχεδιασμούς και έτοιμος να δοκιμάσει διάφορες προτάσεις. Είχε μια καλή αίσθηση ρυθμού και κωμωδίας. Πραγματικά, τα πήγαμε μια χαρά όσον αφορά τους στόχους μας και τις μεθόδους μας. Ήταν μια προσπάθεια συνεργασίας, η οποία μας επέτρεψε να πάμε παραπέρα και να εμπιστευτούμε ο ένας τον άλλον. Και περάσαμε υπέροχα στην πορεία. Ο Ξαβιέ έχει μια ενέργεια σαν του Σαρκοζί – αλλά δεν είναι «Σαρκοζιστής», μην με παρεξηγήσετε!
http://www.protothema.gr/culture/cinema/article/?aid=158274