2 Απριλίου του 1948.
Στην Αγία Μονή,
μία συνοικία έξω
από τα Τρίκαλα,
γεννιέται ένας
από τους
σπουδαιότερους
ερμηνευτές της
χώρας μας.
Μία αυθεντική λαϊκή φωνή, που για σχεδόν 4 δεκαετίες έμεινε ανεξίτηλη, και χάρισε στην ελληνική δισκογραφία τεράστιες επιτυχίες.
Το 1964, μετά την τρίτη Γυμνασίου, κατεβαίνει στην Αθήνα και ζει με τον θείο του, ενώ παράλληλα ξεκινάει να δουλεύει ως τραγουδιστής. Έπειτα από παρότρυνση του Γρηγόρη Μπιθικώτση, συνεργάζεται με την «Κολούμπια», και εκεί γνωρίζει τον Γιώργο Ζαμπέτα. «Ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα». Για εκείνον ο Ζαμπέτας ήταν ο δεύτερος πατέρας του.
Μία από τις σπουδαιότερες συνεργασίες του, ήταν αυτή με τον Μίκη Θεοδωράκη το 1966. Πραγματοποιούν μία σειρά συναυλιών στην Ελλάδα και την Κύπρο. Ακολουθούν και άλλες σημαντικές συνεργασίες με τον Δήμο Μούτση, το Μάνο Ελευθερίου, τη Δήμητρα Γαλάνη, το Γιώργο Χατζηνάσιο, τον Απόστολο Καλδάρα, τον Τάκη Μουσαφίρη, τον Χρήστο Νικολόπουλο, το Γιάννη Σπανό, το Λάκη Παπαδόπουλο, το Θάνο Μικρούτσικο, τη Λίνα Νικολακοπούλου, το Γιώργο Κακουλίδη, το Μάριο Τόκα και το Νίκο Πορτοκάλογλου. Τα τελευταία χρόνια συνεργάστηκε με την Πέγκυ Ζήνα, ενώ φέτος τραγούδησε με τον Δημήτρη Μπάση και το Γιάννη Κότσιρα.
Ο Δημήτρης Μητροπάνος, ήταν μία από τις τελευταίες μεγάλες φωνές του ελληνικού πενταγράμμου. Κάθε του τραγούδι, ένα διαμάντι. Κάθε του τραγούδι μία ιστορία. Διαφορετική κάθε φορά. Η αγέρωχη φωνή του, σε καθήλωνε. «Αλίμονο σε αυτούς που δεν αγάπησαν» , και η ερμηνεία του σε κάνει να ανατριχιάζεις, να θέλεις να αγαπήσεις και να αγαπηθείς. Ένα από τα ωραιότερα ντουέτα ήταν εκείνο με την Αλέκα Κανελλίδου. «…Τώρα που μοιάζουμε με δίδυμα φεγγάρια…». Η βελούδινη φωνή της με τη δωρική φωνή του, μας χάρισαν ένα από τα πιο ωραία ερωτικά τραγούδια.
«Για να σε εκδικηθώ». Ένα τραγούδι που μιλάει για χωρισμό, για εκδίκηση. Και ποιος δεν το έχει σιγουτραγουδήσει….
Αυτό όμως που χαρακτήριζε τον Δημήτρη Μητροπάνο, ήταν η άψογη ερμηνεία του ζεϊμπέκικου.«Τόσα δίνω πόσα θες, στα Λαδάδικα πουλάν αυτό που θες», « Σ’ αναζητώ στη Σαλονίκη ξημερώματα, λείπει το βλέμμα σου από της αυγής τα χρώματα», σε μουσική του Μάριου Τόκα. Το ζεϊμπέκικο όμως, που όλοι μας έχουμε χορέψει είναι η «Ρόζα». Δεν θα ξεχάσω πριν από χρόνια, όταν είχα πρωτοδεί τον Δημήτρη Μητροπάνο. «Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία, πώς η ιστορία γίνεται σιωπή», και το ζεϊμπέκικο του ξεσήκωσε όλο το μαγαζί. Δεν ήταν μόνο η στεντόρεια του φωνή του. Ήταν και η επιβλητική παρουσία του.
Όσοι τον γνώριζαν, μιλούσαν για έναν άνθρωπο με πολλά χαρίσματα. Έναν άνθρωπο που το χιούμορ δεν έλειπε ποτέ από τη ζωή του. Ως καλλιτέχνης, όμως, φοβήθηκε; « Όχι, τι να φοβηθώ; Χορτάτος είμαι. Στη ζωή μου και καλά πέρασα και άσχημα πέρασα και «πέρα» πήγα και γύρισα. Όλα τα κανα», είχε πει σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις στο περιοδικό Down Town.
Τα τελευταία χρόνια, αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας. Έδινε τη δική του σκληρή μάχη κάθε φορά που έμπαινε στο νοσοκομείο και έβγαινε νικητής. Δίπλα του πάντα η σύζυγός του η Βένια. «Η Βένια είναι ο άνθρωπός μου. Ο άνθρωπος που μοιράζομαι τη ζωή μου. Την αγαπώ πολύ, με αγαπάει και εκείνη και ας πέρασε τα πάνδεινα από μένα. Αυτό», ανέφερε στην συνέντευξη του.
Μια μεγάλη προσωπικότητα σαν τον Μητροπάνο, που δεν μάσησε ποτέ τα λόγια του, δεν θα μπορούσε να μην έχει άποψη και για όσα γίνονται στη χώρα μας. Σε συνέντευξή του τον Οκτώβριο στην «Ελευθεροτυπία», όταν ρωτήθηκε πώς βλέπει την κίνηση στο Σύνταγμα απάντησε: « ποια από τις δύο; Γιατί έγιναν δύο Συντάγματα. Ένα που κατεβαίνει ο κόσμος και ένα που κατεβαίνουν τα ΜΑΤ και τον μαυρίζουν στο ξύλο. Αυτό δεν είναι δείγμα ότι η κυβέρνηση φοβήθηκε; Για αυτό, μόλις μαζεύονται 5-10 τους πλακώνουν στο ξύλο για να μην προλάβουν να γίνουν περισσότεροι. Τέτοιο άγριο ξύλο, χωρίς λόγο, δεν το έχω ξαναδεί!»
Στην τελευταία του συνέντευξη στην aixmi.gr, όταν ρωτήθηκε ποιες φωνές τον σημάδεψαν απάντησε : «Μακάρι να είχα τη φωνή του Καζαντζίδη και το ρεπερτόριο του Μπιθικώτση»,ενώ τα λόγια που του είχε πει κάποτε ο Ζαμπέτας χαράχτηκαν για πάντα μέσα του. « Μην κάνεις το λάθος και προσπαθήσεις να μοιάσεις σε κανέναν γιατί δεν θα είσαι ποτέ τίποτα. Αν μιμηθείς κάποιον θα είσαι πάντα δεύτερος». Και, πράγματι, τα λόγια τα έκανε πράξη. Δεν ήρθε ούτε μία στιγμή δεύτερος. Πάντα πρώτος. Το άξιζε. Η αθάνατη φωνή ενός συναρπαστικού ανθρώπου θα συνεχίζει να μας μαγεύει, να μας συγκινεί.
«Αν συμφιλιώθηκα με την ιδέα του θανάτου; Δεν ξέρω, δεν κουβέντιασα ποτέ με τον εαυτό μου τέτοια πράγματα, ούτε με απασχόλησαν ποτέ. Ένα γεγονός της ζωής είναι και ο θάνατος. Κάποτε μοιραία θα έρθει. Την ανημποριά δεν θέλω εγώ. Αυτό φοβάμαι περισσότερο από όλα», ανέφερε σε συνέντευξη του.
Και μοιραία ήρθε… 17 Απριλίου 2012. «Ο ασθενής Δημήτρης Μητροπάνος διεκομίσθη στο νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ σήμερα το πρωί λόγω οξέως διαρροϊκού συνδρόμου και εμετών. Στη συνέχεια παρουσίασε αιφνιδίως δύσπνοια. Μετεφέρθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, όπου αντιμετωπίστηκε για οξύ πνευμονικό οίδημα από το οποίο και κατέληξε την 11η πρωινή», έγραφε το ιατρικό ανακοινωθέν. Και τότε, ακόμη και οι δύσπιστοι κατάλαβαν ότι δεν επρόκειτο για κάποια αναλήθεια. Ο Δημήτρης Μητροπάνος, έφυγε από τη ζωή. Δεν είναι πια κοντά μας. Μας άφησε, όμως, μία τεράστια κληρονομιά και θα πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για εκείνον.