`

Βασανίζω-με

Έχει γεμίσει η πόλη, η 
δική μου πόλη τουλάχιστον, απ’ αυτή τη λέξη, αυτό το ρήμα, γραμμένο σωστά...
και ανορθόγραφα, με μαύρη συνήθως μπογιά πάνω στους τοίχους των γκρεμισμένων πολυκατοικιών, των πάρκινγκ, των εγκαταλελειμμένων κτιρίων, των μεταλλικών περιφράξεων: Βασανίζομαι. Βασανίζωμαι. Βασανίζωμε. 

Το βλέμμα περνάει βιαστικό και δεν ακουμπάει. Κάποιες στιγμές όμως σταματάει, διαβάζει, προλαβαίνει το μυαλό να κάνει μια σκέψη, άντε δύο - και έχει πάλι φύγει. Προχτές όμως στην Πειραιώς που περπατούσα μόνος και σκεφτικός, το ξαναείδα: Ένα μεγάλο, τεράστιο, κατάμαυρο «βασανίζωμαι», γραμμένο με λαδομπογιά, όχι με σπρέι. Με κόπο. Με αποφασιστικότητα. Και σταμάτησα μπροστά του όπως σταματάς μπροστά σ’ έναν πίνακα που, ξαφνικά, σου αποσπά το ενδιαφέρον ενώ περνάς την ώρα σου σε κάποιο μουσείο μοντέρνας τέχνης χαζεύοντας λιγάκι αδιάφορα, και κάτι, μια καμπύλη σ’ ένα έργο, ένα χρώμα, μια γραμμή, μια σκιά, σου αποσπά την προσοχή και το ενδιαφέρον και σε ακινητοποιεί μπροστά του.
Βασανίζωμαι. Ναι - κι’ εγώ το ίδιο, φίλε, κι εγώ βασανίζομαι. Δεν είμαι ευτυχισμένος. Δεν κάνω αυτά που θέλω. Δεν μοιράζομαι τη ζωή μου με τους αγαπημένους μου. Η δουλειά μου (που δεν ήτανε και καταναγκαστική, εγώ την επέλεγα κάθε τόσο, ανάλογα με τα δεδομένα της κάθε χρονικής περιόδου, σε συνδυασμό με τις ανάγκες μου), κι’ αυτή δεν με γεμίζει πια. Το μόνο που δυναμώνει είναι η πίστη μου και η αγάπη μου και μόνο μέσα σ’ αυτές ανασαίνω βαθιά, όλα τ’ άλλα μου φαίνονται πάρα πολύ άχρηστα και ανόητα και στερημένα αληθινού νοήματος. Βασανίζωμαι. Και ακόμα πιο σωστά: Βασανίζω-με. Εμένα βασανίζω. Γιατί, δόξα τω Θεώ, υπάρχει γιατρικό και οδός διαφυγής από το βάσανο, αλλά έχει φροντίσει η παιδεία, η κοινωνία, ο «πολιτισμός», να ταυτίζει κάθε απόδραση από την ανοησία (προς την κατεύθυνση του νοήματος) με τη φυγοδικία, τη δειλία, την άρνηση μαχητικότητας στη ζωή - λες και κάποιος, κάπου, κάποτε, αποφάσισε πως η ζωή οφείλει να είναι μια μάχη, ένας συνεχής αγώνας που πονάει - και πως οι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι από τη φύση τους να «βασανίζωνται».
Ναι, κι εγώ βασανίζω-με. Με απίστευτη σφοδρότητα επιτίθεμαι στα «θέλω» και τις ανάγκες της ψυχής μου, υποταγμένος στις οδηγίες που μου δίνονται από ένα πολύ καλά οργανωμένο παγκόσμιο σύστημα εξουσίας που είναι φτιαγμένο για να καταπνίγει ό,τι χρειάζομαι για να νιώσω ευτυχισμένος. Όπως γράφω, τώρα, εδώ, στο νου μου αντηχεί σαν καμπάνα αναστάσιμη η λέξη «αυτεξούσιο» που είναι συνυφασμένη με τη γλώσσα και την παράδοσή μου και που μου επιτρέπει ή, μάλλον, με προτρέπει, να διαλέξω εγώ τι θέλω, να ξεφύγω από το δίχτυ έστω και την τελευταία στιγμή και να επιλέξω με την απόλυτη εξουσία που ασκώ στις επιλογές μου αυτό που εγώ θέλω. Γιατί βασανίζω-με; Γιατί δεν ακούω την ψυχή μου που ακόμα μιλάει και ζητάει και απορεί και θυμώνει με τις επιλογές μου;
Είναι δύσκολο στον κόσμο αυτόν να μη βασανίζω-με, αλλά δεν είναι αδύνατο. Δεν είμαι καταδικασμένος. Ο δρόμος είναι ανοιχτός και τα σκυλιά δεμένα. Δεν έχω παρά να κοιταχτώ στον καθρέφτη, να μετρήσω τις λιγοστές αποσκευές που θέλω πραγματικά να κουβαλήσω μέχρι την έξοδο, να αφήσω την αγάπη μου ελεύθερη να αγκαλιάσει ό,τι και όποιον θέλει, εδώ στη γη, στον ουρανό, στα κύματα, στα δάση, στον αόρατο αέρα τον φορτωμένο τόσες και τόσες ενέργειες δυναμικές, γεμάτες φως και ιαματικές ιδιότητες, μεταμορφωτικές. Δεν είμαι υποχρεωμένος να ζω όπως διδάχτηκα, μπορώ να αυτοδιδαχθώ μέσα από το ίδιο το μυαλό μου και το σώμα, την ψυχή και τον αληθινό εαυτό μου, τον άλλον τρόπο, τον δικό μου δρόμο, τα δικά μου μαθήματα, τις οδηγίες που θα μου δείξουν την έξοδο από την παγίδα.
Βασανίζω-με, γιατί αυτοπαγιδεύθηκα. Μπορώ να το αλλάξω αυτό όποτε θέλω, γιατί έχω την εξουσία: Είμαι ον αυτεξούσιο.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...