`

Αρατε πύλας.. Γράφει ο Στάθης

Ήρθε ο χερ φον Σόιμπλε!
Ταρατατζούμ στο αεροδρόμιο, 
αλλά έχει αλλάξει ο Υπουργός Εξωτερικών 
(ο κ. Αβραμόπουλος «περιφέρεται 
ασκόπως» σε άλλο Υπουργείο) κι έτσι τον Γερμανό Ευεργέτη, αντί άπασα η 
Σχολή Ευελπίδων, απεδέχθη κι απέδωσε 
τιμές πτωχό πλην τίμιο άγημα της 
Δημοτικής Αστυνομίας απ’ το Κάτω Μπουρνάζι (προσεχώς Έξω απ’ το 
Μπουρνάζι με μεγάλη κινητικότητα).
Τον κ. Σόιμπλε παρέλαβε απ’ το αεροδρόμιο ο κ. Σαμαράς με λουσάτη Μερτσέντες 1980 κυβικών (για να μην πληρώνει ο Αντώνης φόρο πολυτελείας) κι αμέσως ο Γερμανός Αξιωματούχος της Ζήμενς και ο Ελληνας υπάλληλος της Ζήμενς (κι αυτός σε καθεστώς κινητικότητας) κατευθύνθηκαν προς το Χίλτον, όπου τους περίμενε η Κομαντατούρ Μπίζνες Σοσάιτυ για συνομιλίες.
Καθ’ οδόν, πάνω απ’ τα κεφάλια του κ. Σόιμπλε, του κ. Σαμαρά και της Μερσεντέ ίπτατο ελικόπτερο της Ελληνικής Police (προσεχώς Πολιτσάι), ενώ δεκάδες αστυνομικοί ήλεγχαν τας οδούς και τας ρύμας πέριξ της διαδρομής για αδέσποτους σκύλους και θρασύτατες γάτες, ουρλιάζοντας «παπύρεν», «καπούτκαι σε έφαγα» ή «σνελτο φελέκι μου».
Συγκινημένος ο κ. Σόιμπλε διαπίστωσε «γκουντ μπάτσεν! ασφαλές σημάδι ότι ανακάμπτετε». Επωφελούμενος απ’ αυτήν τη success story στιγμή, 
ο κ. Σαμαράς πρότεινε στον Γερμανό Ύπατο Αρμοστή να του κάνει ένα μικρό τουρ των Αθηνών, ώστε πριν να φθάσουν στο Χίλτον ο χερ Βόλφγκανγκ να πάρει μια μικρή γεύση της πραγματικής ζωής στην πόλη που έδωσε τα φώτα της στον πολιτισμό.
Έτσι κι έγινε!
Ο Βάφεν Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είδε κλειστά μαγαζιά και θυμήθηκε τα ερειπωμένα κτίρια της κατοχής. Χάιδεψε στο κεφάλι υποσιτισμένα παιδάκια και συνέστησε στον κ. Σαμαρά να μην τα αφήσει να γίνουν σκέλεθρα, όπως τα πεινασμένα παιδάκια του 1941-44. Θαύμασε το πλήθος των μεταναστών και παρομοίασε το κέντρο των Αθηνών με τα Στρατόπεδα Συγκέντρωσης κατώτερων φυλών στην γκρόσε Γερμανία των ιδεολογικών προγόνων του ϋμπεργκρουπεν φύρερ Μιχαλολιάκεν.
Είδε κι άλλα ο Σόιμπλε απ’ τον Μέλανα Δρυμό, είδε ανέργους να μνέσκουν, είλωτες να δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί, μίλησε με συγγενείς αυτοχείρων, άκουσε τον πόνο όσων δεν μπορούν να πληρώσουν τους φόρους τους κι εκείνων που χρωστάνε στις τράπεζες, κι έμεινε πολύ ευχαριστημένος.
«Δεν περίμενα ότι τα πάτε τόσο καλά!» είπε σχεδόν επαινετικά στον Αντωνάκη κι εκείνος έλαμψε από υπερηφάνεια, «ναι! οι Ελληνες είναι ένα υπερήφανο έθνος» δήλωσε, το Γκόλουμ απ’ το Βισμπάντεν τον στραβοκοίταξε κάπως· αμέσως ο δικός μας λούφαξε  -«έρκος οδόντων, Αντώνη!» ψιθύρισε από μέσα του, «μην πεις καμιά κουταμάρα και την πληρώσει πάλι το έθνος».
«Τώρα που το θυμήθηκα, μάιν μπόυ! μη γίνεσαι ρατσιστής με τον 
δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, γάμησέ τους και τους δυο το ίδιο!». Καλού κακού ο Αντώνης δεν είπε τίποτα, άρχισε όμως να κρατά σημειώσεις, μάλιστα με έμφαση ώστε να φανεί ότι κρατάει σημειώσεις!
Αίφνης θόρυβοι και κρότοι άρχισαν να ακούγονται γύρω απ’ τη Μερσεντέ, σαματάς κι ορυμαγδός, ενώ σκόνη και κουρνιαχτός άρχισε να θολώνει την ορατότητα γύρω απ’ το όχημα - «Παρτιζάνεν;!» ούρλιαξε έντρομος ο χερ Σόιμπλε, «τερορίστεν;!».
Μέσα απ’ τον κουρνιαχτό μια μορφή σε σχήμα Γκοντζίλα, ένα ον σαν το Γέτι των Ιμαλαΐων φάνηκε να πλησιάζει τη λιμουζίνα των Σόιμπλε - Αντωνάκη. Ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
«Πού τον πας τον Αρχηγό χωρίς πίσω του να ακολουθούν οι σκύλοι;» βρυχήθηκε στον Αντωνάκη, ενώ ταυτοχρόνως κοίταξε τον Βάφεν Σόιμπλε με τα κλαψιάρικα μάτια του πιστού πιτ μπουλ που το έχουν αφήσει νηστικό.
Ο χερ Σόιμπλε, ήρεμος πλέον, άπλωσε το χέρι του στο πιτ μπουλ να το γλύψει, «να το ταΐζεις συχνότερα το ζωντανό τώρα που φθηνύνανε οι μπουγάτσες» διέταξε τον Αντώνη, «πάμε τώρα στο Χίλτον. Βαρέθηκα». Ετσι κι έγινε.
Σε χρόνο dt η κουστωδία με τη μη πολυτελή Μερτσέντες, τους μοτοσυκλετιστές γύρω της και τον Βενιζέλο να τρέχει πίσω τους σαν χαρούμενο κανίς διαστάσεων Μπιγκ Φουτ έφθασε στο Χίλτον.
Πριν να μπει ο χάι κομάντερ χάιλ Σόιμπλε στο Χίλτον, έριξε σκεφτικός μια ματιά στην Ακρόπολη. «Η Ακρόπολη της Περγάμου που έχετε βουτήξει εσείς είναι πολύ καλύτερη» χατζατζάρισε ο κ. Πρωθυπουργός για να αποφύγει καμιά στραβή και μας φύγουν και οι υπόλοιπες μετώπες απ’ τον Παρθενώνα.
Ο Σόιμπλε δεν έδωσε σημασία. «Ως πότε θα σας σώζουν οι πρόγονοί σας;» είχε πει κάποτε ο Σύλλας κι έκαψε την Αθήνα. «Πώς μου καρφώθηκε τώρα αυτή η παράξενη σκέψη;» αναρωτήθηκε ο Σόιμπλε και εισήλθε στο μεγάλο ξενοδοχείο.
Ήταν 18 Ιουλίου του Σωτηρίου Έτους 2013 επί Τρίτου Μνημονίου, 68 έτη μετά το Τρίτο Ράιχ, Επωνύμου Άρχοντος Χορστ Ράιχενμπαχ, Υπάτων 
Ομπάμα και Μέρκελ, 2789 έτη από κτίσεως Ρώμης, Αιμιλιανού και Παύλου 
Μαρτύρων, πολλά τα έτη και οι τόκοι, Δέσποτα.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...